Οι συνωμοσιολόγοι παρουσιάζονται συνήθως σαν γραφικοί πλην «τίμιοι» συνομιλητές, οι οποίοι πιστεύουν τα τερατώδη ψέματα που διαδίδουν. Πρόσφατες έρευνες όμως αποδεικνύουν ότι πίσω από τις γνωστότερες θεωρίες συνωμοσίας κρύβεται και μια βιομηχανία εκατομμυρίων δολαρίων. Ιστορίες που θυμίζουν απελπιστικά και ορισμένους Έλληνες πολιτικούς.
- του Άρη Χατζηστεφάνου για την ΕφΣυν
Πριν από μερικές εβδομάδες το κρατικό ραδιόφωνο των ΗΠΑ, NPR, παρουσίασε έρευνα σύμφωνα με την οποία οι περισσότερες ψευδείς πληροφορίες που διαδίδουν οι αντιεμβολιαστές προέρχονται από μόλις 12 ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Η λεγόμενη «ντουζίνα της παραπληροφόρησης» παράγει το 65% της προπαγάνδας εναντίον του εμβολιασμού που διακινείται στο Facebook και το Twitter. Ενώ όμως πριν από μερικά χρόνια οι λεγόμενοι ψεκασμένοι διακινούσαν ψευδείς πληροφορίες που δεν επηρέαζαν σε σημαντικό βαθμό τη λειτουργία των δυτικών κοινωνιών, σήμερα θεωρούνται υπεύθυνοι για το γεγονός ότι χώρες όπως οι ΗΠΑ κινδυνεύουν να μην πετύχουν την πολυπόθητη ανοσία και έτσι να θρηνήσουν χιλιάδες θύματα ακόμα.
Να σημειωθεί ότι την έρευνα δημοσίευσε η βρετανική ομάδα Center for Countering Digital Hate (Κέντρο για την Αντιμετώπιση του Ψηφιακού Μίσους), η οποία έχει κατηγορηθεί ότι στο παρελθόν εντόπισε «συνωμοσίες» και εκεί που δεν υπήρχαν. Συγκεκριμένα συμμετείχε σε επιχειρήσεις συκοφάντησης πολιτικών, όπως ο πρώην επικεφαλής των Βρετανών Εργατικών, Τζέρεμι Κόρμπιν, με ψευδείς κατηγορίες περί αντισημιτισμού.
Ασχέτως όμως των πολιτικών πεποιθήσεών τους, οι μέθοδοι που χρησιμοποίησαν οι ερευνητές για την καταγραφή της διάδοσης μιας πληροφορίας στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης επιβεβαιώνουν και μια εμπειρική παρατήρηση: ότι οι περισσότερες από τις συνωμοσίες που κυκλοφορούν αποτελούν ακριβή αντιγραφή ελάχιστων κειμένων και βίντεο. Στην περίπτωση της Ελλάδας μάλιστα οι θεωρίες φτάνουν κακά μεταφρασμένες και αναπαράγονται μαζικά στο διαδίκτυο.
Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι τι κερδίζουν οι αρχικοί super spreaders (εστίες υπερμετάδοσης) των ψευδών πληροφοριών. Η άποψη ότι πρόκειται απλώς για παρανοϊκούς ή έστω παραπλανημένους ιδεολόγους, οι οποίοι βρίσκουν ευήκοα ώτα σε κοινωνίες που βρίσκονται σε πολιτισμική και κυρίως οικονομική κρίση λέει μόνο τη μισή αλήθεια. Αρκετοί από τους γνωστότερους συνωμοσιολόγους έχουν χτίσει οικονομικές «αυτοκρατορίες» που τους αποφέρουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ με τρεις βασικούς τρόπους: διαφημίσεις στις ιστοσελίδες τους, πώληση «θαυματουργών» προϊόντων και χρηματικές χορηγίες από τους θαυμαστές τους, οι οποίοι συχνά τους αντιμετωπίζουν σαν σύγχρονους μεσσίες.
Θα πρέπει καταρχήν να θυμόμαστε ότι ο πατέρας του σύγχρονου αντιεμβολιαστικού κινήματος, Αντριου Γουέικφιλντ, ο οποίος παραποίησε επιστημονικά στοιχεία για να ισχυριστεί ότι ο εμβολιασμός μπορεί να προκαλέσει αυτισμό, κατηγορήθηκε ότι είχε στήσει απάτη που θα μπορούσε να του αποφέρει έως και 43 εκατομμύρια δολάρια. Όπως αποκάλυψε η επιστημονική επιθεώρηση «British Medical Journal», ο Γουέικφιλντ είχε ιδρύσει δύο εταιρείες στο όνομα της γυναίκας του, οι οποίες θα εκμεταλλεύονταν τον πανικό, που ο ίδιος είχε προκαλέσει, πουλώντας τεστ για τον εντοπισμό κρουσμάτων αυτισμού.
Η επιχείρηση του Γουέικφιλντ μπορεί να απέτυχε (αφού όμως πρώτα συνέβαλε στο να επανεμφανιστούν ασθένειες που είχαν αντιμετωπιστεί εδώ και δεκαετίες), αρκετοί από τους συνεχιστές του όμως βρήκαν πιο αποτελεσματικές μεθόδους πλουτισμού. Συνωμοσιολόγοι όπως ο μακαρίτης Ρας Λίμπο (που υποστήριζε ότι ο κορονοϊός είναι μια μορφή κοινής γρίπης, την οποία κάποιοι χρησιμοποιούν για να ανατρέψουν τον Τραμπ) και ο Αλεξ Τζόουνς (που αναπαρήγαγε την ψευδή σύνδεση των εμβολίων με τον αυτισμό) παρουσίαζαν podcast με εκατομμύρια ακροατές.
Στην ακμή της καριέρας του ο Αλεξ Τζόουνς συγκέντρωνε δύο εκατομμύρια ακροατές ανά εκπομπή και τουλάχιστον 20 εκατομμύρια μοναδικούς επισκέπτες τον μήνα στην ιστοσελίδα του. Ο ίδιος, αφού έπεισε εκατομμύρια Αμερικανούς ότι ο εμβολιασμός αποτελεί μια απάτη των «φιλελεύθερων ελίτ», άρχισε να πουλά την οδοντόκρεμα SuperSilver, η οποία -εκτός από λεύκανση- υποτίθεται ότι ενίσχυε και το ανοσοποιητικό σύστημα για να αντιμετωπίζει την Covid-19 (παρεμφερή ιστορία με τη αλοιφή «Βυζαντινόν» του Βελόπουλου, η οποία προκάλεσε εισαγγελική παρέμβαση).
Σύμφωνα με το περιοδικό «Der Spiegel», το 80% των κερδών της εταιρείας του Αλεξ Τζόουνς προέρχονταν από πωλήσεις προϊόντων, τα οποία συχνά υπόσχονταν λύσεις σε φοβίες που ο ίδιος προωθούσε στο ακροατήριό του. Σύμφωνα με έρευνα του περιοδικού «Slate», τα κέρδη αυτά ενδέχεται να έφταναν τα δέκα εκατομμύρια δολάρια τον χρόνο.
Καθώς ορισμένες πλατφόρμες, όπως το YouTube και το Facebook, άρχισαν να απαγορεύουν τις εκπομπές που απειλούσαν τη δημόσια υγεία, αρκετοί από τους super spreaders της παραπληροφόρησης μετακινήθηκαν σε φιλικές για αυτούς υπηρεσίες φιλοξενίας video, όπως το DLive. Η συγκεκριμένη πλατφόρμα, λόγω της χαλαρής πολιτικής της, μετατράπηκε σε κρησφύγετο και εκκολαπτήριο αντιεμβολιαστών, νεοναζιστών και οπαδών της φυλετικής ανωτερότητας των λευκών. Αρκετοί από αυτούς συνειδητοποίησαν γρήγορα ότι το βασικό προϊόν που θα τους εξασφάλιζε κέρδη δεν ήταν οι θαυματουργές οδοντόκρεμες, τα νανογιλέκα και κάθε είδους σύγχρονα ματζούνια, αλλά η ίδια η ψευδής πληροφορία την οποία κατασκεύαζαν.
Σύμφωνα με υπολογισμούς του περιοδικού TIME, ακροδεξιοί σχολιαστές όπως ο Νικ Φουέντες συγκεντρώνουν περισσότερα από 140.000 δολάρια μόνο από διαφημίσεις και προβολή βίντεο σε συνδρομητές. Είναι ενδεικτικό ότι οχτώ στους δέκα πιο κερδοφόρους λογαριασμούς τού DLive ελέγχονται από συνωμοσιολόγους και ακροδεξιούς. Σύμφωνα μάλιστα με το TIME, περίπου 50 λογαριασμοί, που αποκομίζουν δεκάδες χιλιάδες δολάρια, πολλαπλασίασαν τους θεατές τους υποστηρίζοντας ότι ο κορονοϊός είναι μια απάτη.
Μερικές φορές το να πείθεις τους οπαδούς σου ότι παλεύεις απέναντι στα κέρδη των πολυεθνικών είναι μια πολύ… κερδοφόρα ενασχόληση.