Είναι σαφές πια. Στην Ελλάδα ζούμε το πιο μακρύ, αυστηρό και αποτυχημένο lockdown. Έναν τοξικό συνδυασμό. Οι νεκροί αυξάνονται και το σύστημα υγείας είναι στο βαθύ κόκκινο.
Μαθαίνουμε πως «μόνο 20%» είναι αυτοί που πεθαίνουν εκτός ΜΕΘ.
Ακούμε από παντού μαρτυρίες για τις τρομακτικές ανεπάρκειες του συστήματος και για την αυταπάρνηση των γιατρών.
Και, ασφαλώς, σε αυτές τις συνθήκες η αγορά δεν μπορεί να επανέλθει και η οικονομία βρίσκεται σε νευρική κρίση.
Αλλά, γιατί; Πως φτάσαμε ως εδώ με μια κυβέρνηση «ανθρώπων της αγοράς»;
Στις εκλογές του 2019 πολλοί συμπολίτες μας που ένιωθαν πως αποτελούν τη «μεσαία τάξη», επειδή έχουν ένα μαγαζί ή ένα γραφείο, ψήφισαν την ΝΔ και τον Κυριάκο Μητσοτάκη γιατί «είναι με τις επιχειρήσεις και θα μας βοηθήσει, όχι σαν τον Τσίπρα που μας τα έπαιρνε για να τα κάνει επιδόματα». Αυτό ήταν το σκεπτικό που, με διάφορες διατυπώσεις, διαμόρφωσε την εκλογική συμπεριφορά τους. Όμως, εδώ και έναν χρόνο οι άνθρωποι αυτοί ψάχνουν αυτήν την περίφημη βοήθεια. Και δεν την βρίσκουν. Μόνο κάτι ανεπαρκή 500αρια βλέπουν. Δηλαδή, επιδόματα. Κι από πάνω ακούνε πως «εθίζονται στην κουλτούρα του επιδόματος και δεν θα θέλουν να δουλέψουν».
Πολλές επιχειρήσεις απλώς περιμένουν τη λήξη του lockdown για να κλείσουν επισήμως. Όμως, όλο αυτόν τον καιρό ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα μπορούσε να πάρει κάποια μέτρα για να αναχαιτίσει κάπως την πανδημία και να επιτρέψει έτσι στις επιχειρήσεις να λειτουργήσουν. Να πάρει λεωφορεία και οδηγούς, να αραιώσει τα σχολεία, να διορίσει γιατρούς, να ανοίξει νοσοκομεία και ΜΕΘ, να ενισχύσει τις Τοπικές Μονάδες Υγείας.
Και, φυσικά, να συνταγογραφήσει μαζικά μοριακά τεστ για να ελεγχθεί η διασπορά του ιού. Αν όλα αυτά γίνονταν, η πανδημία δεν θα είχε εξαλειφθεί, αλλά τα κρούσματα θα είχαν μειωθεί αρκετά ώστε να μπορούν να λειτουργήσουν, με κάποια μέτρα, τα μαγαζιά. Γιατί δεν το έκανε;
Διότι ο Μητσοτάκης δεν είναι “με τις επιχειρήσεις”. Είναι με τις μεγάλες επιχειρήσεις. Με τις πολύ μεγάλες. Με τους κολοσσούς. Με αυτές που δεν έχουν κλείσει ούτε για μια στιγμή μέσα στη πανδημία. Με αυτές που θέλουν να πάρουν το management των κρατικών νοσοκομείων και των ΜΜΜ και δεν τις συμφέρει καθόλου να τα πάρουν με πιο πολλούς εργαζόμενους. Αλλά και με τους αμερικανικούς και γερμανικούς ασφαλιστικούς κολοσσούς. Τι σχέση έχουν αυτοί; Αμέσως, να σας πω.
Όλα αυτά τα μέτρα που θα αντιμετώπιζαν την πανδημία, κοστίζουν. Και ο Μητσοτάκης κρατάει τα λεφτά για αλλού. Για που; Για την ιδιωτικοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος. Είναι απλό.
Αν αρχίσουν οι εργαζόμενοι να μην βάζουν τις εισφορές τους στο δημόσιο σύστημα αλλά σε ιδιωτικές εταιρίες -με την υπόσχεση πως έτσι θα πάρουν αργότερα μεγαλύτερη σύνταξη- τότε δεν θα υπάρχουν χρήματα για να πληρώσουν τα ταμεία τις τρέχουσες συντάξεις. Έτσι, θα χρειάζονται έξτρα χρήματα για να κλείσουν αυτή την τρύπα.
Και ποια χρήματα θα είναι αυτά;
Τα δις του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ. Δηλαδή, αντί τα χρήματα που θα πάρουμε από την Ευρώπη να γίνουν στήριξη και ανάσα στις μικρές κ μεσαίες επιχειρήσεις για να μην κάνουν απολύσεις, να μην κλείσουν, να πάρουν καμιά φοροαπαλλαγή και άλλα τέτοια, θα πάνε ουσιαστικά ως δώρο στους ξένους κολοσσούς, για μια άχρηστη και επικίνδυνη αλλαγή. Άχρηστη γιατί το ασφαλιστικό σύστημα με τον ΕΦΚΑ έχει εξυγιανθεί και δεν απειλείται για να χρειάζεται τέτοιες «μεταρρυθμίσεις».
Επικίνδυνη γιατί αυτό θα σημαίνει πως το αν θα πάρουν τελικά οι άνθρωποι σύνταξη θα εξαρτάται από το πώς θα πηγαίνουν στα ξένα χρηματιστήρια οι μετοχές των ασφαλιστικών εταιρειών. Κι αν δεν πηγαίνουν καλά ή αν κλείσουν επειδή οι ιδιοκτήτες τους θα προτιμήσουν να επενδύσουν αλλού, τότε οι κόποι μιας ζωής θα πηγαίνουν στα σκουπίδια και θα ζούνε όλοι με την βασική σύνταξη.
Επομένως, για να ευδοκιμήσουν τα σχέδια των κολοσσών, αυτών που μόνο μαζί τους ενδιαφέρεται να συνομιλεί η κυβέρνηση, θα την πληρώσουν οι μικρές επιχειρήσεις. Και μαζί οι εργαζόμενοί τους. Το ερώτημα, λοιπόν, επανέρχεται. Πιο πιεστικά από όλους, για την ελληνική «μεσαία τάξη».
Με ποιον είναι, τελικά, ο Μητσοτάκης;