Της Αικατερίνης Τεμπέλη*
Το άρθρο αυτό γράφεται σε διάλογο με το κριτικό συλλογικό έργο του Σωματείου των Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης των Εξαρτήσεων, με τίτλο «Κοινότητα, πρόληψη των εξαρτήσεων, Κέντρα Πρόληψης». Ιδιαίτερα με το Κεφάλαιο Ε΄ και τα υποκεφάλαια «Σύγχρονες απαιτήσεις: το χάσμα μεταξύ διαπίστωσης και απάντησης» και «Ο “ειδικός” προ των ευθυνών του», που χαρακτηρίζονται από ένα συνδυασμό πραγματιστικής ειλικρίνειας και οραματικού στοιχείου.
Σε μια εποχή που για κάθε πόνο, για κάθε απώλεια, για όποια κοινωνική δυσφορία και προσωπική ματαίωση οι φαρμακευτικές εταιρείες έχουν να προτείνουν πληθώρα “νόμιμων” ουσιών (συνταγογραφούμενων φαρμάκων), δεν είναι καθόλου παράξενο που και η χρήση των “παράνομων” ακολουθεί ανάλογη πορεία. Η κουλτούρα της μη-βίωσης οποιασδήποτε οδύνης, συνεπικουρούμενη απ’ τα ισχυρότατα καταναλωτικά πρότυπα επικρατεί στις δυτικές κοινωνίες και επηρεάζει μοιραία τη στάση των εξαρτημένων ατόμων.
Αλλά ο πόνος, η οδύνη, η υπαρξιακή αγωνία, οι απώλειες κι οι ματαιώσεις είναι απαραίτητα συστατικά της ζωής, κρίκοι μιας αλυσίδας που μας οδηγεί στην αυτογνωσία. Είναι συνθήκες της πραγματικότητας κι αφύσικο να θέλουμε να τ’ αρνηθούμε. Κι όμως όλο και περισσότεροι άνθρωποι επιλέγουν ακριβώς αυτό.
“Η νεολαία γιατί παίρνει ναρκωτικά; Απλούστατα, γιατί δε δέχεται αυτό τον τρόπο ζωής και επιθυμεί έναν άλλο, κι εμείς πρέπει να δημιουργήσουμε αυτή την καινούρια ζωή για τους νέους και για εμάς τους ίδιους. Το πρόβλημα των ναρκωτικών αποκαλύπτει ένα παράδοξο γεγονός που συμβαίνει στον καπιταλιστικό κόσμο: από τη μια μεριά ρίχνουν τα ναρκωτικά στην αγορά, ενώ από την άλλη τα καταπολεμούν. Γιατί άραγε; Στην πραγματικότητα, η παρουσία των ναρκωτικών στην αγορά είναι ένα είδος κοινωνικού ελέγχου. Το πρόβλημα του αλκοολισμού αποδεικνύει αυτό το γεγονός ακόμα πιο καθαρά. Παράγονται τεράστιες ποσότητες αλκοόλ και συγχρόνως καταπολεμάται ο εθισμός. Είναι μια αντίφαση, αλλά η καπιταλιστική κοινωνία χαρακτηρίζεται και από αυτές τις αντιφάσεις” .
Αυτές τις αντιφάσεις που επισήμαινε ο Franco Basaglia** είναι που πρέπει να αντιμετωπίσουμε πρωτίστως οι ειδικοί. Στις γενεσιουργές αιτίες δηλαδή του προβλήματος να εστιάσουμε. Το ζητούμενο άλλωστε δεν μπορεί να είναι να αλλάξουμε τα άτομα ώστε να ανεχτούν μια κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα που προάγει τις ανισότητες και επιτείνει τη φτωχοποίηση. Κάτι τέτοιο δεν θα ‘ταν απλώς ανήθικο αλλά κι αντί-επιστημονικό. Το ζητούμενο αντίθετα είναι στην αλλαγή αυτής της ανηλεούς πραγματικότητας, να εργαστούμε από κοινού.
Τέτοιου είδους πρόληψη να επιδιώξουμε. Μ’ αυτή την έννοια σαφώς ασπάζομαι την άποψη του Franco Βasaglia που προανέφερα, ο οποίος πρέσβευε ότι: “Η πρώτη προληπτική ενέργεια για τη ψυχική νόσο, το επαναλαμβάνω, είναι ο αγώνας ενάντια στη φτώχεια, στη συνειδητοποίηση της φτώχειας που υπάρχει στη γειτονιά και στην οικονομική καταπίεση, που είναι πηγή κοινωνικής ασθένειας και τρέλας”. Αλλά και την άποψη του Σωματείου των Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης των Εξαρτήσεων ότι: «Στον βαθμό […] που οι δεξιότητες μεταλλάσσονται σε φιλοσοφικό επίκεντρο της πρόληψης, εκτοπίζοντας τη σημασία της ενίσχυσης των υποστηρικτικών συστημάτων, που περιβάλλουν τον άνθρωπο ώστε να δημιουργείται ένα προστατευτικό συνεχές, ένα κοινοτικό πλαίσιο-ανάχωμα στην ανάπτυξη συμπεριφορών “υψηλού κινδύνου”, δεν αποτελούν παραμέτρους ικανών θετικών μετατοπίσεων, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες. Στην πραγματικότητα, η τέτοια υπερεκτιμημένη προσέγγιση της ανάπτυξης δεξιοτήτων συνιστά πρόληψη, στον ίδιο βαθμό που η διαχείριση συνιστά αλλαγή και η τεχνική συνιστά όραμα». ***
Ο μετασχηματισμός των θεσμών επομένως, των οποίων είμαστε εκόντες άκοντες γρανάζια τους, η αλλαγή της καθημερινότητας, πρέπει λοιπόν να είναι ο στόχος μας. Μια αλλαγή που θα υλοποιείται μέσα απ’ την προσωπική δέσμευση σε συλλογικές διαδικασίες και κινηματική δράση, με σαφή κατάργηση παντός είδους εξουσιαστικών σχέσεων. Αυτό απαιτεί να επανεξετάσουμε το ρόλο μας ως ειδικών και τη θέση μας στην κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα που ζούμε. Απαιτεί να προσεγγίσουμε ισότιμα τους ανθρώπους που οι βιογραφικές τους ρωγμές τους οδηγούν σε αυτοκαταστροφικές επιλογές και να συμπορευτούμε μαζί τους όσο αγωνίζονται για να διαμορφώσουν (ή να ανακτήσουν) μια νέα ταυτότητα και να βρουν τη θέση τους στον κόσμο που τους περιβάλλει, χωρίς να πέφτουμε στην παγίδα να εργαζόμαστε με στόχο την ένταξή τους στην παραγωγική διαδικασία. Στην παγίδα ενός συστήματος άρα, που εξισώνει την υγεία με την ικανότητα για εργασία.
Η στοχευμένη πρόληψη σε συγκεκριμένες ηλικιακά και πληθυσμιακά ομάδες φοβάμαι πως ενέχει τον κίνδυνο να θεωρηθούν αυτές ως “φυτώρια εν εξελίξει παραβατικών συμπεριφορών” που αναμφίβολα θα συνδέονται με συγκεκριμένα ταξικά χαρακτηριστικά. Οι ειδικοί έτσι μπορούν να γίνουν εργαλεία ενός συστήματος που ιστορικά διαχωρίζει τους κανονικούς απ’ τους μη-κανονικούς, ψυχολογικοποιεί/ψυχιατρικοποιεί τις ποικίλες εκφάνσεις της συμπεριφοράς τους και σε μια διαχειριστική λογική με μόνο στόχο τον κοινωνικό έλεγχο, στιγματίζει ομάδες του πληθυσμού που ανήκουν παραδοσιακά σ’ αυτό που ονομάζεται υποπρολεταριάτο. Εμείς αντίθετα ως φορείς γνώσης και πρωτίστως ως άνθρωποι σε κάτι διαφορετικό πρέπει να στοχεύσουμε.
Σε μια πρόληψη που όπως πίστευε ο Michel Foucault**** μπορεί να επιτευχθεί μόνο με την έγκαιρη επέμβαση στη διάνοια του ατόμου, κάτι που πραγματοποιείται μέσω της εκπαίδευσης και διαπαιδαγώγησης και μάλιστα όσο τα άτομα βρίσκονται σε νεαρή ηλικία.
Οφείλουμε να προάγουμε επομένως μια οριζόντια διαδικασία λήψης αποφάσεων, ν’ απαντήσουμε στις κρίσεις στη γειτονιά, στο σχολείο, μ’ εξατομικευμένες παρεμβάσεις, να φροντίσουμε ώστε οι συμμετέχοντες στις δράσεις να έχουν πλήρη ελευθερία έκφρασης και να συνδιαμορφώσουμε μαζί τους μιας καινούρια κουλτούρα σχέσεων στην κοινότητα, όπου τα διαφορετικά υποκείμενα θα έχουν ισότιμη θέση και θα μπορούν να αρθρώνουν το δικό τους λόγο. Αυτού του είδους η πρόληψη πρέπει να είναι μέριμνά μας.
Απ’ αυτού του είδους την πρόληψη θα αναδυθεί μα νέα πραγματικότητα, ανθρωποκεντρική, απαλλαγμένη απ’ τις παθολογίες του παρελθόντος. Και μπορούν τα Κέντρα Πρόληψης ν’ αποτελέσουν τα υγιή κύτταρα ενός ιστού που ολοένα και θα εξαπλώνεται και θα εγκαθιδρύει νέα μοντέλα ισότιμων σχέσεων.
* Η Αικατερίνη Τεμπέλη είναι ψυχολόγος-συγγραφέας
Βιβλιογραφία:
** Μπαζάλια Φράνκο, “Εναλλακτική Ψυχιατρική”, μτφ: Γιώργος Αστρινάκης, εκδόσεις “Καστανιώτη”, 2008
*** «Κοινότητα, πρόληψη των εξαρτήσεων, Κέντρα Πρόληψης. Φιλοσοφία, πρακτική, προβλήματα, προτάσεις», 2016 – διαθέσιμο στο https://www.ideostato.gr/2016/11/e-book.html
**** Foucault Michel., “Überwachen und Strafen. Die Geburt des Gefängnisses”, Frankfurt am Main, Suhrkamp Verlag, 1976 / Σμαρώ Τάση, “Η “πειθαρχική κοινωνία” του Michel Foucault και η αυξοποιητικά εξελισσόμενη κοινωνία του Niklas Luhmann”, Eπιθεώρηση Κοινωνικών Ερευνών, 142 A ́, 2014, 101-121