Του Παναγιώτη Μαρνελή
Είμαι πλέον πεπεισμένος∙ αυτά τα αερικά βυσσοδομούν ενάντιά μου. Βρίσκονται στο κατόπι μου και προσπαθούν να μου χτικιάσουν το μυαλό. Κάπου κάπου τα καταφέρνουν. Οι σκέψεις μου είναι πλέον ταραγμένες, σκοτεινές.
Παλεύω να σκαρώσω μια ιστορία εδώ και μήνες. Τη φέρνω στο νου μου ιδανικά και όταν είμαι έτοιμος να την αποτυπώσω, χάνω τον επίλογο. Λέω να βάλω ένα νέο τέλος, εναλλακτικό, μα μέχρι να το βρω έχω ξεχάσει την αρχή.
Παραβλέπω τον επίλογο, παραβλέπω και τον πρόλογο και προσπαθώ να προσδιορίσω την υπόσταση του πρωταγωνιστή. Όνομα δεν βρήκα ακόμα για να τον βαφτίσω. Που γεννήθηκε, δεν μπορώ να θυμηθώ. Θαρρώ πως δεν έχει τόση σημασία η γεωγραφία στη γέννηση του ανθρώπου. Ή – για να μαι πιο σωστός – δεν θα ΄πρεπε να χει και τόση σημασία.
Δεδομένου λοιπόν πως κάπου έχει γεννηθεί ο ήρωάς μου και έχει σάρκα και οστά ούτως ειπείν, πρέπει να πιστεύει σε κάποιο θεό. Σε ποιόν δεν έμαθα, μα εδώ ευθύνεται ξεκάθαρα η γεωγραφία. Όπως έλεγα, πρέπει να χει ένα θεό ο ήρωάς μου, όπως κάθε ανθρώπινη ύπαρξη βέβαια, κάποιον για να παρακαλεί υπέρ υλικών αγαθών και κάποιον για να βρίζει όταν αποτυγχάνει να τα αποκτήσει.
Ανακεφαλαιώνοντας, γράφω μια ιστορία δίχως πρόλογο, επίλογο, μ΄ ένα πρωταγωνιστή άγνωστης ταυτότητας. Παρόλα ταύτα, θεωρώ πως πρέπει να συνεχίσω, διότι έχω ανακαλύψει κάτι πιο σημαντικό απ΄ όλα τα παραπάνω: ο ήρωάς μου μισεί τις Κυριακές.
Είναι παραπάνω από μίσος αυτό που νιώθει. Μια Κυριακή είναι μισητή αφ΄ ενός γιατί σημαίνει ένα τέλος, το τέλος μιας ακόμη εβδομάδας όπου τίποτα σημαντικό δεν συνέβη, αφ΄ εταίρου συνοδεύεται από ένα αβάσταχτο βάρος για το άγνωστο της εβδομάδας που πρόκειται να αρχίσει.
Αντίθετα με την ομήγυρή του, αυτός ο πρωταγωνιστής αγαπά τη Δευτέρα. Διότι η Δευτέρα, είναι μια μέρα πολλά υποσχόμενη. Είναι η μέρα που σηματοδοτεί μια νέα αρχή. Τη Δευτέρα η ζωή έχει επανεκκινήσει κατά κάποιο τρόπο και στις έξι μέρες που ακολουθούν, όλα είναι πιθανό να συμβούν. Μα προπάντων, κάθε Δευτέρα ο ήρωας ελπίζει πως δεν θα χρειαστεί να μισήσει την Κυριακή που θα ΄ρθει.
Κάθε ήρωας αυτής της ιστορίας, δεν έχει όνομα, είναι απροσδιορίστου πατρίδος και θρησκευμάτων. Μα κάθε αναφερόμενος σ αυτό το παραμύθι δίχως τέλος, έχει το δικαίωμα μα και την υποχρέωση να μισεί ότι άσχημο τελείωσε και να ελπίζει για ότι καλό θα ΄ρθεί.