Από τον Μιχάλη Ραγκούση
Ένα από τα κυρίαρχα σημεία στη σκέψη και στην επιχειρηματολογία ενός μεγάλου πληθυσμού της Ευρώπης είναι ο διαχωρισμός των ανθρώπων που έρχονται από την Ασία και την Αφρική σε πρόσφυγες και οικονομικούς (κατά τον πιο αξιοπρεπή όρο) μετανάστες. Ο διαχωρισμός αυτός, αν και προκύπτει από έγκυρους νομικούς και επεξηγηματικούς όρους, μεταφράζεται αυτή την εποχή σε διαχωρισμό ανάμεσα σε λίγους που έχουν την πραγματική ανάγκη φιλοξενίας και σε πολλούς που δεν την έχουν.
Εναλλακτικά, στοχεύει στο να εξαιρέσει από το αντιμεταναστευτικό μένος των Ευρωπαίων και τις κατασταλτικές πολιτικές της Ευρώπης ένα μικρό ποσοστό ανθρώπων. Έτσι, δικαιολογεί και κατά συνέπεια διαδίδει στην ευρωπαϊκή κοινωνία το μένος προς τους υπόλοιπους. Σε κάθε περίπτωση, η βάση της επιχειρηματολογίας είναι ότι οι οικονομικοί μετανάστες δεν έχουν τις ίδιες ανάγκες για φιλοξενία όπως οι πρόσφυγες.
Δεν είναι βέβαια τα νεοφασιστικά κι ακροδεξιά σχήματα αυτά που έχουν το μονοπώλιο ενός τέτοιου διαχωρισμού και τέτοιων συμπερασμάτων. Δεν είναι μόνο αυτοί πεπεισμένοι ότι οικονομικοί μετανάστες λέγονται όσοι φεύγουν από τις χώρες τους με στόχο να εκμεταλλευτούν και να επιτεθούν με μίσος στις αξίες, στον ανθρώπινο και υλικό πλούτο της Ευρώπης. Σε όλη την Ευρώπη τα αντιδραστικότερα κομμάτια του πληθυσμού κερδίζουν έδαφος και οι σκέψεις και επιθυμητές πολιτικές τους περνάνε γρήγορα στα συντηρητικά, νεοφιλελεύθερα και σοσιαλδημοκρατικά κόμματα και στις κρατικές πολιτικές. Αυτές με τη σειρά τους γίνονται πολιτικές, ρητορικές και διαχωρισμοί επιβαλλόμενοι από την ΕΕ, την κατ’ ευφημισμόν Ένωση των ευγενέστερων αξιών των Ευρωπαίων.
Μία σύντομη και σίγουρα όχι αρκετά περιεκτική υπενθύμιση στο θέμα των οικονομικών μεταναστών αμφισβητεί αυτόν τον διαχωρισμό σε οικονομικούς μετανάστες και πρόσφυγες σε ό,τι αφορά στις ανάγκες τους και στα δικαιώματά τους.
Από το 1836 ως το 1914 υπολογίζεται ότι 30 εκατομμύρια άνθρωποι από όλη την Ευρώπη (ενδεικτικά και μόνο: Σουηδία, Αυστρία, Γερμανία, Ουγγαρία, Ελλάδα, Ιταλία, Ισπανία, Δανία, Γαλλία κοκ) μεταναστεύουν στις ΗΠΑ -ενώ εκατομμύρια άλλοι εγκαθίστανται στη Ν. Αφρική, στην Αυστραλία, στη Νέα Ζηλανδία, στον Καναδά και στην Αργεντινή. Πέντε εκατομμύρια από αυτούς περνάνε στις ΗΠΑ μέσω της Αγγλίας, πάνω από δύο εκατομμύρια κάνουν ενδιάμεση στάση στο λιμάνι του Χαλ (από όπου και η φωτογραφία) και στις γύρω περιοχές της βορειοανατολικής Αγγλίας.
Ο λόγος για τον οποίο αφήνουν την Ευρώπη είναι (τι άλλο;) η αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής με περισσότερες ευκαιρίες και περισσότερες ελευθερίες. Στην Ευρώπη ο αγροτικός και εργατικός κόσμος βρίσκονται σε πραγματική ανέχεια εξαιτίας της εκμετάλλευσης, της αύξησης του πληθυσμού, του λιμού και της εκβιομηχάνισης ενώ πολλά θρησκευτικά και πολιτικά καθεστώτα απειλούν τις ελευθερίες. Για παράδειγμα, η κυριαρχία της αποικιοκρατικής Αγγλίας πάνω στην Ιρλανδία δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες εκμετάλλευσης για τους Ιρλανδούς αγρότες, συνδυάζεται με τον «λιμό της πατάτας» (που αφήνει χιλιάδες νεκρούς στην Ευρώπη αλλά κορυφώνεται στην Ιρλανδία) και εξοντώνει τον πληθυσμό. Από τα οχτώ εκατομμύρια Ιρλανδών μένουν έξι. Ένα εκατομμύριο περίπου πεθαίνουν από την πείνα και τις αρρώστιες και ακόμα ένα εκατομμύριο μεταναστεύει στις ΗΠΑ.
Αντί υποδοχής, οι μετανάστες αντιμετωπίζονται με τον χειρότερο τρόπο από τους κατοίκους των ΗΠΑ. Οι δουλειές που βρίσκουν είναι κατά κύριο λόγω χαμηλόμισθες και η ανάγκη τους για εργασία δημιουργεί την ευκαιρία στους εργοστασιάρχες να αποκομίζουν υψηλότερα κέρδη προσφέροντας χαμηλότερους μισθούς. Αναλάμβαναν τα σκληρότερα επαγγέλματα και τα λιγότερο επιθυμητά από τους ντόπιους πληθυσμούς. Μερικά από τα σημαντικότερα έργα υποδομής στη Νέα Υόρκη γίνονται χάρη στα εργατικά χέρια των Ευρωπαίων.
Η φτώχεια τους όμως και σαν συνέπεια η εκμετάλλευσή τους στο όνομα του κέρδους τούς κάνει μισητούς και το μίσος αυτό ντύνεται γρήγορα με θρησκευτικά ιδεολογήματα περί διαφορετικότητας. Στις αμερικανικές πολιτείες-προορισμούς των μεταναστών στήνονται αντιμεταναστευτικές οργανώσεις που βρίσκουν ιδιαίτερη απήχηση. Ιδρύεται το κίνημα που μένει γνωστό ως Know Nothing (λόγω τις μυστικότητάς του), το οποίο πιστεύει ότι οι Ευρωπαίοι μετανάστες έχουν έρθει στην Αμερική για να καταστρέψουν τις δημοκρατικές αξίες της αμερικανικής κοινωνίας μιας κι ελέγχονται από τη θρησκευτική εξουσία του Πάπα.
Οι τότε Αμερικανοί «πατριώτες» και «πραγματιστές» βασίζουν μια τέτοια λογική πάνω στο γεγονός ότι το Βατικανό εκείνης της εποχής είναι συντηρητικό κι υποστηρικτικό των πιο σκληρών μοναρχιών της Ευρώπης ενώ αποκηρύσσει τις δημοκρατικές κατακτήσεις στις ΗΠΑ. Με αυτά τα λογικά άλματα, το κίνημα Know Nothing στις ΗΠΑ αποκτά πολιτική εκπροσώπηση και γρήγορα κερδίζει την εξουσία σε πολλές πολιτείες. Στις πρώτες πολιτικές που εφαρμόζει είναι φυσικά ο σκληρός περιορισμός του δικαιώματος των μεταναστών στην εργασία, ενώ ήδη υπάρχουν στις ΗΠΑ επιγραφές που αναφέρουν για παράδειγμα ότι οι Ιρλανδοί δεν χρειάζεται καν να μπουν στον κόπο να ψάξουν για δουλειά.
Παράλληλα βέβαια με αυτές τις δύσκολες συνθήκες που υποφέρουν εκατομμύρια Ευρωπαίοι στην προσπάθειά τους να φύγουν για την Αμερική και να ζήσουν εκεί, στην Ευρώπη στήνεται μια κερδοφόρα επιχείρηση μεταφοράς. Εταιρείες πλοίων και τρένων ρίχνονται στον ανταγωνισμό όχι μόνο μεταξύ αλλά και εντός των ίδιων των χωρών. Χαρακτηριστικός είναι ο ανταγωνισμός εταιρειών ανάμεσα στη νότια και στη βόρεια Αγγλία. Ένας τέτοιος ανταγωνισμός βέβαια, ενώ αποφέρει τεράστια οικονομικά οφέλη στους ισχυρότερους νόμιμους «διακινητές» της εποχής, αργεί χαρακτηριστικά να ευνοήσει τις συνθήκες μεταφοράς των ανθρώπων από την Ευρώπη στις ΉΠΑ.
Σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές εταιρείες, οι αγγλικές κερδίζουν τη μεγάλη μερίδα της «αγοράς» παρόλο που οι συνθήκες μεταφοράς και η συμπεριφορά των πληρωμάτων είναι συνήθως άθλιες. Ο λόγος της επικράτησης των αγγλικών εταιρειών είναι τα υψηλά ποσοστά Άγγλων και Ιρλανδών που μεταναστεύουν αλλά και των Βορειοευρωπαίων που προτιμούν να φτάσουν στις ΗΠΑ μέσω Αγγλίας. Έτσι, λόγω της μεγάλης πληρότητας, οι αγγλικές εταιρείες κατορθώνουν να προσφέρουν χαμηλότερες τιμές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι οι μετανάστες έχουν τη δυνατότητα να πληρώσουν ακόμα και αυτές τις χαμηλότερες τιμές. Έτσι, πολλοί ταξιδεύουν χάρη στην οικονομική βοήθεια κάποιων πρωτοβουλιών αλληλεγγύης που εμφανίζονται σε Ευρώπη κι Αμερική.
Λόγω του τεράστιου όγκου των Ευρωπαίων μεταναστών που διασχίζει την Αγγλία, ιδρύονται κατά τόπους αρχές με αντικείμενο, μεταξύ άλλων, την επιβολή κανόνων υγιεινής. Οι αρχές θορυβημένες από τις συνθήκες μεταφοράς των μεταναστών -που υπάρχει φόβος ότι θα επηρεάσουν τη δημόσια υγεία των πόλεων διέλευσης- άρχιζουν να επιβάλλουν ελέγχους στα πλοία και στα τρένα. Σύμφωνα με τα αρχεία τέτοιων ελέγχων, όπως σημειώνει ο καθηγητής Nicholas J. Evans, «οι μετανάστες ταξιδεύουν σαν δεύτερης κατηγορίας επιβάτες, για την ακρίβεια πιο πολύ σαν ζώα παρά σαν άνθρωποι».
Σε αναρίθμητες άλλες περιπτώσεις εκατοντάδες μετανάστες βρίσκονται στριμωγμένοι για μέρες σε περιορισμένο χώρο μέσα στα δεμένα πλοία μέχρι να έρθουν τα τρένα να τους μεταφέρουν από τη μία άκρη της Αγγλίας στην άλλη (κι από εκεί στις ΗΠΑ). Γι’ αυτό από τη μία απαγορεύεται γρήγορα η ελεύθερη κίνησή τους στις πόλεις διέλευσης και από την άλλη υποχρεώνονται οι εταιρείες τρένων να επισπεύσουν τα δρομολόγια μεταφοράς από τα βορειοανατολικά στα βορειοδυτικά λιμάνια της Αγγλίας.
Τα παραπάνω βέβαια αφορούν αυτούς που εμείς σήμερα λέμε οικονομικούς μετανάστες ή απλά μετανάστες. Πρόκειται για ανθρώπους, πρόκειται για άντρες, γυναίκες, παιδιά, Ευρωπαίους σε ό,τι έχει σημασία, που έφυγαν γιατί οι τότε συνθήκες διαβίωσης στην Ευρώπη τούς έβαλαν να διαλέξουν ή την πείνα, τη στέρηση και τη δυστυχία ή τον ξεριζωμό από τα σπίτια, τις γειτονιές και τις συνήθειές τους. Πρόκειται για τους παππούδες μας και αργότερα για κάποιους από τους γονείς μας. Για πολλούς από εμάς τώρα και στο μέλλον για τα παιδιά μας.
Αν και αμφισβητείται το εύρος τους, εντούτοις είναι υπολογίσιμη η ισχύς των ορίων που μπορεί να θέσει ο πραγματισμός στην υποδοχή από τη μεριά της Ευρώπης των ανθρώπων που έχουν ανάγκη. Όμως, είναι οι αξίες αυτές που πρώτα διαμορφώνουν τις πολιτικές και ύστερα, με τη σειρά τους, οι πολιτικές επηρεάζουν τις αξίες. Η επικράτηση των αξιών του ανθρωπισμού θα διαμορφώσει αντίστοιχες πολιτικές και αντίστοιχη πραγματικότητα.
Αν σήμερα νιώθουμε σχετικά δυνατοί σαν Ευρωπαίοι, δεν ήμασταν και ούτε θα είμαστε για πάντα κρυμμένοι, υπερήφανοι κι εχθρικοί πίσω από τον πλούτο μας. Η ισχύς είναι στην ιστορία μια κατάσταση πιο απρόβλεπτη κι από τη θάλασσα που πνίγει όσους έρχονται για να ζητήσουν την ανθρωπιά μας. Και ενάντια στους σκοπούς αυτού του ίδιου του κειμένου, ανθρωπιά δεν σημαίνει να μαθαίνεις να δίνεις κάτι που χρειάστηκες στο παρελθόν αλλά να δίνεις -χωρίς να χρωστάς και χωρίς να περιμένεις αντάλλαγμα- κάτι που χρειάζεται ο άλλος.
*Το γλυπτό της φωτογραφίας είναι έργο του Neil Hadlock και δείχνει μια οικογένεια από τη βόρεια Ευρώπη η οποία μόλις έχει αφήσει το πλοίο και κατευθύνεται προς τον σιδηροδρομικό σταθμό του Χαλ με προορισμό το Λίβερπουλ κι αργότερα, με πλοίο, τις ΗΠΑ. Στη βάση του μνημείου αναγράφεται το εξής: «Πάνω από 2,2 εκατομμύρια άνθρωποι πέρασαν στην Αμερική μέσω του Χαλ κι άλλων λιμανιών του Χάμπερ από το 1836 μέχρι το 1914».