Με παρέμβαση επιθεωρητών του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) αναμένεται να δοθεί λύση για τους εργαζόμενους στους οποίους πρόσφατα επιβλήθηκαν πρόστιμα από ελεγκτές της Εθνικής Αρχής Διαφάνειας (ΕΑΔ) επειδή, με ευθύνη του εργοδότη, βρέθηκαν στον χώρο δουλειάς τους αν και είχαν δηλωθεί στον πίνακα των εργαζομένων με τηλεργασία.
Ωστόσο η επιβολή των προστίμων αυτών εν μέσω πανδημίας αποτελεί την κορυφή του παγόβουνου στην προσπάθεια της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εργασίας για τη συστηματική αποδόμηση του ΣΕΠΕ με τη μετατροπή του (κατά τη διενέργεια ελέγχων για τον κορονοϊό σε μεικτά κλιμάκια με ελεγκτές της ΕΑΔ) σε απλό παρακολούθημα της ΕΑΔ.
Αυτή η ενέργεια είναι μία από τις πολλές με τις οποίες η κυβέρνηση Μητσοτάκη οδηγεί, με χειρουργικές κινήσεις, την Επιθεώρηση Εργασίας σε πλήρη αδρανοποίηση. Φανερώνει επίσης την άρνηση των ιθυνόντων να λάβουν σοβαρά υπόψη τη διάσταση της εργασίας και να ενεργήσουν ώστε να αντιμετωπιστεί η μη τήρηση των μέτρων κατά της πανδημίας στους χώρους δουλειάς, εκεί δηλαδή όπου, με βάση μελέτη του γαλλικού Οργανισμού Δημόσιας Υγείας, εντοπίζονται οι περισσότεροι θύλακοι διασποράς του κορονοϊού.
Τιμωρήθηκαν επειδή παρανόμησε ο εργοδότης
Σε ανακοίνωση της ΕΑΔ (27.11) διαβάζουμε ότι ανάμεσα στις 1.129 περιπτώσεις παράβασης των μέτρων επιδημιολογικού συναγερμού την Τετάρτη 25.11.2020 ήταν και τρεις εργαζόμενοι οι οποίοι παρέβησαν τον περιορισμό κυκλοφορίας. Όμως αυτοί οι εργαζόμενοι, χωρίς δική τους ευθύνη, ενώ ήταν δηλωμένοι στον πίνακα εκείνων που θα εργάζονταν με τηλεργασία, βρέθηκαν να εργάζονται στον φυσικό εργασιακό τους χώρο.
Η μοναδική παράβαση δηλαδή ήταν η μη τήρηση, εκ μέρους του εργοδότη, της υποχρέωσης για επικαιροποίηση του πίνακα εργαζομένων που βρίσκονται σε καθεστώς εξ αποστάσεως εργασίας. Ωστόσο οι ελεγκτές της ΕΑΔ που έκαναν τον έλεγχο ζήτησαν από τους επιθεωρητές Ασφάλειας και Υγείας του ΣΕΠΕ, που ήταν παρόντες, να συνυπογράψουν το έντυπο του προστίμου προς τους εργαζόμενους, με βάση σχετική γραπτή εντολή ελέγχου του διοικητή της ΕΑΔ.
Έστειλαν, δηλαδή, στον κάλαθο των αχρήστων τη βασική αρχή της ευθύνης του εργοδότη, την οποία πιθανότατα αγνοούν, και τελικά κατέστησαν υπόλογους τους εργαζόμενους που αναγκάστηκαν να μετακινηθούν εν μέσω πανδημίας στον εργασιακό τους χώρο, παρότι είχαν τεθεί σε καθεστώς τηλεργασίας. Αγνόησαν σκανδαλωδώς τις αντίθετες εισηγήσεις των καθ’ ύλην αρμοδίων επί του θέματος, των επιθεωρητών του ΣΕΠΕ.
Με άνωθεν εντολές τα πρόστιμα στους εργαζόμενους
Όπως λένε στην ΑΥΓΗ πηγές από το ΣΕΠΕ, αντίστοιχη εντολή περί συνυπογραφής σε πρόστιμα που θα επιβάλλονται σε εργαζόμενους είχε δοθεί και από τη γενική γραμματέα του υπουργείου Εργασίας Άννα Στρατινάκη κατά τη διάρκεια της τηλεδιάσκεψης που πραγματοποίησε στις 21.11.2020 με τους διευθυντές του ΣΕΠΕ, παρότι της είχε έντονα επισημανθεί η αντίφαση. Δηλαδή ότι η επιβολή προστίμου σε εργαζόμενο από επιθεωρητή Εργασίας είναι εκτός του νομοθετικού πλαισίου που διέπει τα περί των αρμοδιοτήτων των επιθεωρητών και ξένη προς τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες των επιθεωρητών Εργασίας.
Στις περιπτώσεις δε που επιθεωρητές απευθύνθηκαν στο γραφείο του γενικού επιθεωρητή ενώ βρισκόταν σε εξέλιξη έλεγχος κατόπιν εντολής του διοικητή της ΕΑΔ, η απάντηση που τους δόθηκε, πάντα προφορικά, ήταν να συνυπογραφούν.
Με άλλα λόγια ο γενικός επιθεωρητής, η γενική γραμματέας του υπουργείου Εργασίας και φυσικά ο υπουργός Εργασίας, ως οι πλέον αρμόδιοι να διευκρινίσουν με σαφήνεια τέτοια ζητήματα, κρίνουν ότι αυτά είναι δυνατόν να διευθετηθούν με… προφορικές εντολές και οδηγίες προς τους επιθεωρητές.
Στις τρεις περιπτώσεις που αναφέραμε αρχικά, καθώς και σε ακόμα 13 περιπτώσεις προστίμων σε εργαζόμενους οι επιθεωρητές του ΣΕΠΕ έχουν ήδη συντάξει στην έκθεση ελέγχου που τους εστάλη από την ΕΑΔ τις έγγραφες αντιρρήσεις τους και τη διαφωνία τους τεκμηριώνοντας απόλυτα τη λανθασμένη επιλογή διαπίστωσης παράβασης.
Δούρειος Ίππος για την απονέκρωση του ΣΕΠΕ
Ωστόσο το πολιτικό ζήτημα παραμένει, και μάλιστα σε μία χώρα όπως η Ελλάδα, όπου η έλλειψη κουλτούρας ασφάλειας και υγείας στην εργασία είναι διαχρονική. Την ώρα που οι καταγγελίες για απουσία ουσιαστικών ελέγχων στους εργασιακούς χώρους πέφτουν βροχή, με αποκορύφωμα όσα βλέπουν το φως της δημοσιότητας για την αχαρτογράφητη δυτική Αττική (βλέπε την ΑΥΓΗ της 19ης Δεκεμβρίου), η κυβέρνηση αποφάσισε να μπλέξει τις αρμοδιότητες του ΣΕΠΕ με αυτές της ΕΑΔ, και μάλιστα εις βάρος των εργαζομένων. Και μάλιστα ενώ είναι δεδομένο ότι οι ελεγκτές της ΕΑΔ δεν έχουν αρμοδιότητα σε ζητήματα εργασιακών σχέσεων.
Σύμφωνα με τις πηγές του ΣΕΠΕ, είναι ξεκάθαρο ότι η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας θέλει το ΣΕΠΕ παραγκωνισμένο. Γι’ αυτό ήδη από τον περασμένο Μάιο είχε συσταθεί μια παράλληλη δομή, στο πλαίσιο λειτουργίας της νεοσύστατης τότε ΕΑΔ, με αρμοδιότητες αντίστοιχες με αυτές της Επιθεώρησης Εργασιακών Σχέσεων. Η Ομοσπονδία των Επιθεωρητών Εργασίας είχε κάνει τότε λόγο για τη δημιουργία ενός «παρα-ΣΕΠΕ» και είχε προαναγγείλει ότι θα προσφύγει στον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας (ILO).
Επικεφαλής της ΕΑΔ, της υδροκέφαλης δηλαδή αρχής στην οποία συνενώθηκαν όλοι οι πρώην ανεξάρτητοι μηχανισμοί ελέγχου, είναι ο στενός φίλος και κουμπάρος του Κυριάκου Μητσοτάκη Άγγελος Μπίνης, που διορίστηκε με τη θετική ψήφο μόνο της Ν.Δ.
Παράλληλα, στην προχειρογραμμένη ΚΥΑ Δ1α/ΓΠ.οικ.71342/6.11.2020, οι εργαζόμενοι αντιμετωπίζονται ως φυσικά και μόνο πρόσωπα, αποκομμένοι από την ιδιότητά τους ως εργαζομένων, κάτι που έχει ως κατάληξη να τους επιρρίπτονται οι ευθύνες που θα αναλογούσαν στην εργοδοσία.
Παρά τις αντιδράσεις του Συλλόγου Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών για την επιβολή προστίμων σε εργαζόμενους, η πολιτική ηγεσία κωφεύει (καθόλου τυχαία) και ακόμα και σήμερα αρνείται να δώσει σαφείς και ξεκάθαρες οδηγίες για το πλαίσιο των ελέγχων και τον τρόπο επιβολής των κυρώσεων. Αρνείται να καθορίσει σαφή όρια στις αρμοδιότητες ΣΕΠΕ και ΕΑΔ και να κάνει τις απαραίτητες τροποποιήσεις στην ΚΥΑ σχετικά με τα μέτρα για την προστασία από τη διασπορά του κορονοϊού.
Αγνοούν τις προτάσεις των επιθεωρητών Εργασίας για την πανδημία
Η απαξίωση του ΣΕΠΕ και των προτάσεων που έχει καταθέσει από τον Μάρτιο φαίνεται να έχει παίξει καταλυτικό ρόλο στην απώλεια ελέγχου στο μέτωπο της πανδημίας στους εργασιακούς χώρους
Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας αγνόησε τις έγγραφες προτάσεις, ήδη κατατεθειμένες από τον περασμένο Μάρτιο, του Συλλόγου Τεχνικών και Υγειονομικών Επιθεωρητών Εργασίας, για τις αναγκαίες πρωτοβουλίες που έπρεπε να ληφθούν, με αποτέλεσμα την απώλεια του ελέγχου στο μέτωπο της πανδημίας, όπως αποδείχθηκε και στις περιπτώσεις της Κεντρικής και της Δυτικής Μακεδονίας, αλλά και της Δυτική Αττικής, όπου υπάρχουν μεγάλοι εργασιακοί χώροι.
Οι επιθεωρητές είχαν προτείνει τη δημιουργία ενός συντονιστικού οργάνου που θα απαρτίζεται τόσο από επιθεωρητές του ΣΕΠΕ όσο και από στελέχη του ΕΟΔΥ, προσδοκώντας με αυτό τον τρόπο να επιτευχθεί, μέσω της αμφίδρομης πληροφόρησης, η καλύτερη καταγραφή και αντιμετώπιση περιστατικών και περιπτώσεων. Στο έγγραφο αυτό ζητούσαν την αξιοποίηση του εργαλείου της ανάλυσης κινδύνου που υπάρχει και λειτουργεί, στο πλαίσιο του Ολοκληρωμένου Πληροφοριακού Συστήματος, για τον εντοπισμό και την στόχευση συγκεκριμένων κλάδων οικονομικής δραστηριότητας, αλλά και επιχειρήσεων που θα εμφάνιζαν τη μεγαλύτερη επικινδυνότητα. Επιπρόσθετα, είχαν επισημάνει πόσο λάθος αποδεικνύονταν οι τροποποιήσεις της νομοθεσίας σχετικά με την άρση της υποχρέωσης των εργοδοτών να αναγγέλλουν στο πληροφοριακό σύστημα ΕΡΓΑΝΗ υπερωρίες και άλλα προγράμματα εργασίας, όπως ίσχυε μέχρι πριν την πανδημία, καθώς καθιστούσε τον έλεγχο των ωραρίων εργασίας ανέφικτο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται, ενώ απαιτούσαν εναγωνίως τη δημιουργία πρωτοκόλλων ελέγχων σε συγκεκριμένους εργασιακούς χώρους. Τέλος, εξέφραζαν την αγωνία τους για τη μη παροχή κατάλληλων προστατευτικών μέσων στους επιθεωρητές, τη στιγμή που έπρεπε να ελεγχθούν επιχειρήσεις με μεγάλη επικινδυνότητα.
Ενώ όμως φτάσαμε στη (αναμενόμενη από τους επιστήμονες) δεύτερη φάση της πανδημίας, τίποτα από όλα αυτά δεν πραγματοποιήθηκε και για ακόμη μια φορά το ΣΕΠΕ βρέθηκε χωρίς συγκεκριμένο πλάνο, στρατηγικό σχέδιο και ξεκάθαρες οδηγίες και εντολές. Μετά τη μεγάλη διασπορά στην κοινωνία, αλλά και σε εργασιακούς χώρους, ξεκίνησαν οι σπασμωδικές κινήσεις, η μία κακογραμμένη ΚΥΑ πίσω από την άλλη, οι προφορικές εντολές για δήθεν εντατικοποίηση των ελέγχων, χωρίς όμως γραπτό σχέδιο και ξεκάθαρο πλάνο επιλογής επιχειρήσεων και ενεργειών ελέγχου, για να καταλήξουμε στην υποχρέωση των επιθεωρητών Εργασίας να συμμετέχουν σε κοινούς ελέγχους με ελεγκτές της ΕΑΔ, με τα τραγικά αποτελέσματα που περιγράψαμε.
Παρακολουθώντας πλέον την τραγική εικόνα στη διασπορά των κρουσμάτων σε περιοχές με μεγάλες επιχειρήσεις και αυξημένο αριθμό εργαζομένων, αναρωτιέται κανείς πώς είναι δυνατόν να μην είχε προβλεφθεί η δημιουργία ενός διακριτού μητρώου αναφοράς κρουσμάτων σε εργασιακούς χώρους, που θα οδηγούσε σε στοχευμένους ελέγχους από το ΣΕΠΕ σε ομοειδείς κλάδους ή περιοχές η και σε συγκεκριμένες επιχειρήσεις.
Τι παραπάνω όμως θα περίμενε κάποιος από μια κυβέρνηση, η οποία, σε όλα τα πεδία, χρησιμοποιεί τον βούρδουλα της ατομικής ευθύνης αντί για τη λήψη καλά σχεδιασμένων μέτρων. Ή από μια κυβέρνηση που θέσπισε τις απλήρωτες υπερωρίες ως αντιστάθμισμα στην αναγκαστική απουσία από τη δουλειά, ύστερα από επαφή με πιθανό κρούσμα, με την οποία τιμωρούνται επί της ουσίας οι εργαζόμενοι που… συμμορφώνονται με τις ιατρικές συστάσεις.
Πηγή: Αυγή