Επικαιρότητα

Πρωτομαγιά: αθλητές όλων των ομάδων ενωθείτε!

By Πρόβατο όχι αρνί & Ma[t]ita Colorata

May 01, 2017

Από το Πρόβατο όχι Αρνί

Όταν ο Θεός, η φύση, το Big Bang, ένας ιπτάμενος δίσκος γεμάτος Βόγκονς μας άφησαν σε αυτό τον πλανήτη δε μας έδωσαν προίκα τίποτα. Ούτε καν την ευφυΐα. Όλα έπρεπε απ’ την αρχή να τα διεκδικήσουμε, να τα κερδίσουμε, να τα κάνουμε κτήμα του κόσμου μας. Απ’ τα πιο απλά όπως το να περπατάμε όρθιοι, ως τα πιο σύνθετα όπως το να μπορεί μέσω οπτικών ινών ένα κάθαρμα να με βρίζει γιατί έγραψα δυο καλές λέξεις για την ομορφιά των λόγων του Τάσου Θεοφίλου στη δίκη του. Ό,τι απολαμβάνουμε σήμερα ως δεδομένο, κάποτε ήταν ψήγμα σκέψης στην άκρη κάποιου εγκεφάλου. Ας μην το ξεχνάμε, λοιπόν, αυτό όταν ελαφρά τη καρδία αδιαφορούμε για την καταπάτηση των δικαιωμάτων των δίπλα μας. Ένα καλοακονισμένο μπούμερανγκ είναι που κάποια στιγμή θα γυρίσει και προς το δικό μας κεφάλι. Και προς τις δικές μας κτήσεις. Η εξώπορτά μας, δεν είναι τόσο μακριά από την εξώπορτα του γείτονα.

Αυτά αντί προλόγου. Δυο εισαγωγικές σκέψεις μόνο για τα παρακάτω.

Πρωτομαγιά και τα γεγονότα τότε, εντελώς συνοπτικά, είχαν ως εξής:

Σικάγο, Πρωτομαγιά του 1886. Οι υπάλληλοι (κυρίως των εργοστασίων) ξεκίνησαν μια σειρά απεργιακών κινητοποιήσεων με βασικό τους αίτημα το οχτάωρο. Ως τότε, στις ΗΠΑ η εργασία ήταν δομημένη εκτός οποιουδήποτε κανονιστικού πλαισίου. Οι εργοδότες χρησιμοποιούσαν τους υπαλλήλους κατά την κρίση τους, την επιθυμία τους και τις ανάγκες τους. Δεν υπήρχαν Κυριακές ελεύθερες, δεν υπήρχε ωράριο.

Οι δρόμοι γέμισαν. 90.000 άνθρωποι πήραν μέρος στην πορεία. Δυο μέρες αργότερα κι ενώ οι κινητοποιήσεις συνεχίζονταν, είχαμε και τους πρώτους νεκρούς. Έξω απ’ το εργοστάσιο Μακ Κόρμικ η αστυνομία με τους μπράβους της επιχείρησης άνοιξαν πυρ σκοτώνοντας 4 εργάτες. Στα συλλαλητήρια καταδίκης της τυφλής βίας που διοργανώθηκαν τις επόμενες μέρες υπήρξαν νεκροί κι απ’ τις δύο πλευρές (τραγική ειρωνεία και οξύμωρο ταυτόχρονα). Μια χειροβομβίδα που εκσφενδονίστηκε προς τους αστυνομικούς μέσα απ’ το πλήθος των εργατών στάθηκε αιτία για μια δίκη παρωδία και την καταδίκη σε θάνατο οχτώ συνδικαλιστών. Απ’ αυτούς ο ένας αυτοκτόνησε, ενώ η ποινή ίσχυσε για τέσσερις από τους υπόλοιπους. Ακόμη και σήμερα η συγκεκριμένη δίκη θεωρείται ως μία απ’ τις σοβαρότερες υποθέσεις κακοδικίας στην ιστορία των ΗΠΑ.

Οι αγώνες συνεχίστηκαν, εν τέλει το οχτάωρο κερδήθηκε όπως και η απεργία της Πρωτομαγιάς που καθιερώθηκε τρία χρόνια αργότερα. Ο εκφυλισμός της στις μέρες μας, αλλά και η παθητική στάση μας απέναντι σε ένα σωρό νόμους και ψηφίσματα, σε από πάνω συμφωνίες και μνημόνια που καταπατούν τα εργασιακά κεκτημένα, είναι τουλάχιστον ασέβεια προς αυτούς –όπως και πάρα πολλούς μετά απ’ αυτούς- τους ανθρώπους που πάλεψαν, σκοτώθηκαν και κέρδισαν δικαιώματα που έχουμε σήμερα ή είχαμε ως πριν λίγο καιρό. Αφού είμαστε ανίκανοι να το κάνουμε για εμάς, ας το κάνουμε για εκείνους. Πρωτομαγιά είναι η αλυσίδα που ενώνει κάθε άνθρωπο που αγωνίστηκε για εργασία κι αξιοπρέπεια σε αυτή.

——————

Και κάπου εδώ θα πάρει μια άλλη, λίγο απρόσμενη πορεία το κείμενό μου. Και κάπου εδώ ξεκινάω να μιλάω για τον αθλητισμό. Με αφορμή την εργοδοτική αλητεία του Δημήτρη Γιαννακόπουλου και την επιβολή στους αθλητές της ομάδας του, που ηττήθηκαν σε έναν αγώνα, να επιστρέψουν με πούλμαν από την Κωνσταντινούπολη στην Αθήνα, θα πω για μερικές ανάλογες συμπεριφορές δυο προέδρων ποδοσφαιρικών ομάδων που θεωρούσαν ανθρώπους κτήματά τους. Εφοπλιστές, επιχειρηματίες, εκατομμυριούχοι, λεφτάδες που λειτούργησαν ως δουλοκτήτες και που δυστυχώς έγιναν ανεκτοί ως τέτοιοι.

Γιώργος Βαρδινογιάννης (ο καπετάνιος)

Η οικογένεια Βαρδινογιάννη μπήκε στα διοικητικά του Παναθηναϊκού το 1979. Το «πρόσωπο», αυτός που βγήκε μπροστά κι έμεινε ως ο ιστορικός «καπετάνιος» και πρόεδρος του τριφυλλιού ήταν ο Γιώργος Βαρδινογιάννης. Κρητικός, περήφανος, αυστηρός, με περίεργες φήμες όσον αφορά το εμπόριό του να τον ακολουθούν, ο Γιώργος Βαρδινογιάννης, υπήρξε εμβληματική φιγούρα στα ποδοσφαιρικά δρώμενα της χώρας μας για είκοσι χρόνια. Επειδή όμως περνώντας ο καιρός η μνήμη αρέσκεται να ωραιοποιεί καταστάσεις, ας δούμε μερικά απ’ τα ανδραγαθήματα του κορυφαίου πράσινου παράγοντα.

Τη σεζόν 1985-86 ο Παναθηναϊκός αντιμετωπίζει για το Κύπελλο Ουέφα την Τορίνο. Ο διαιτητής Βοτρώ σφυρίζει επιδεικτικά υπέρ των Ιταλών. Ο «καπετάνιος» δεν μπορεί να το ανεχτεί. Στο τέλος του αγώνα κατεβαίνει στα αποδυτήρια οπλισμένος σαν τον El Mariachi (ή οποιονδήποτε άλλον πρωταγωνιστή του Rodriguez). Ο Γάλλος το σημειώνει στο φύλλο αγώνα κι ο πρόεδρος τιμωρείται με διετή αποκλεισμό. Δυο χρόνια αργότερα οι πράσινοι αντιμετωπίζουν την Οσέρ του Γκι Ρου. Αυτή τη φορά η πρόκριση θα είναι για τους Έλληνες ωστόσο ο Γάλλος προπονητής θα δηλώσει ότι μετά το ματς ο πρόεδρος του Παναθηναϊκού εισέβαλλε στα αποδυτήρια κρατώντας στο χέρι του όπλο. Ήταν το πρώτο ευρωπαϊκό παιχνίδι των πρασίνων μετά την τιμωρία του Γιώργου Βαρδινογιάννη για τον ίδιο λόγο στο ματς με την Τορίνο!

Πέραν όμως της συνήθειάς του με τα κουμπούρια απέναντι σε διαιτητές και αντιπάλους, ο ισχυρός άνδρας είχε κι άλλα κακά κουσούρια. Το σοβαρότερο ήταν ο τρόπος που έβλεπε κι αντιμετώπιζε τους ποδοσφαιριστές της ομάδας του, τους υπαλλήλους του: ως μικρούς, σκλάβους σχεδόν, ανύπαρκτους, χωρίς προσωπικότητα. Κάποιοι αντέδρασαν σ’ αυτό, οι πολλοί όχι. Χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αξιοπρέπειας είναι εκείνο του Πάρη Γεωργακόπουλου.

Ο Γεωργακόπουλος ήταν το δεκάρι των πρασίνων, ίσως μετά τον Δομάζο και μαζί με τον Σαραβάκο, ο πιο ταλαντούχος ποδοσφαιριστής που φόρεσε τη φανέλα με το συγκεκριμένο νούμερο στο τριφύλλι. Ήταν 27 χρονών, στην καλύτερη ποδοσφαιρική του ηλικία, όταν και κλήθηκε απ’ τον πρόεδρο να ανανεώσει το συμβόλαιό του. Η πρόταση που του έγινε ήταν νέο συμβόλαιο πενταετούς διάρκειας (μόνο τέτοια ήθελε ο Βαρδινογιάννης) με συνολικές απολαβές 15 εκατομμύρια δραχμές. Ο ποδοσφαιριστής αρνήθηκε, θεώρησε ότι δεν τον εκτιμούσαν και ζήτησε επαναδιαπραγμάτευση των όρων. Η αντίδραση του Βαρδινογιάννη έχει μείνει στη μίζερη συλλογική ποδοσφαιρική μας ιστορία μέσα από τη φράση «θα σου καρφιτσώσω το συμβόλαιο στον τοίχο». Ο Πάρης έμεινε στην εξέδρα για έξι μήνες χωρίς να συμμετέχει στις δραστηριότητες της ομάδας. Το καλοκαίρι της επόμενης χρονιάς ο Ολυμπιακός έκανε πρόταση αγοράς του. Ο Βαρδινογιάννης δεν σκέφτηκε ποτέ να τη συζητήσει. «Δεν πρόκειται να τον πουλήσω ούτε για 500 εκατομμύρια δραχμές», είπε. Ο Γεωργακόπουλος προτιμώντας την αξιοπρέπεια απ’ τη δουλοπρέπεια αποφάσισε να σταματήσει το ποδόσφαιρο στο 27 του!!

 

Ανάλογο παράδειγμα ήταν μερικά χρόνια αργότερα αυτό του Καλιτζάκη. Ο αμυντικός που όσο ποδόσφαιρο δεν ήξερε τόσο αντιστάθμισμα ψυχής κατέθετε, κλήθηκε το καλοκαίρι του 1997 να ανανεώσει το συμβόλαιό του. Οι όροι που το προτάθηκαν δεν τον ικανοποίησαν. Ο πρόεδρος μουλάρωσε ξανά και τον έστειλε να προπονείται… με τα τσιμέντα. Με συνεχείς διακοπές συμβολαίου προσπάθησε να τον κάνει να χάσει την καλοκαιρινή μεταγραφική περίοδο. Ο Καλιτζάκης όμως δε μάσησε. Υπήρξε κύριος στις υποχρεώσεις του ως την τελευταία μέρα κι έτσι με τη λήξη του συμβολαίου του έμεινε ελεύθερος και μετακόμισε στην ΑΕΚ.

Στην ΑΕΚ κατέληξε και η σημαία της ομάδας, ο μεγαλύτερος ποδοσφαιριστής που φόρεσε ποτέ την πράσινη φανέλα, ο άνθρωπος που λατρεύτηκε όπως κανένας πέριξ της Λεωφόρου, αυτός που τον σεβάστηκαν όλοι, πράσινοι και αντίπαλοι: ο Δημήτρης Σαραβάκος. Μέσα στη δίνη του φαινομένου Κοσκωτά στα τελειώματα της δεκαετίας του ’80, ακούστηκαν φήμες ότι ο Σαραβάκος είχε συμφωνήσει για τη μετακόμισή του στο λιμάνι με ποσό εξωπραγματικό για τα δεδομένα της εποχής. Ο «καπετάνιος» ποτέ δεν το ξέχασε κι ας μην έγινε ποτέ η επίσημη πρόταση και μετακίνηση το «μικρού» στον Ολυμπιακό. Το 1994, όταν έληξε το συμβόλαιο του ποδοσφαιριστή, κατέθεσε πρόταση ανανέωσης με το μικρότερο δυνατό νόμιμο ποσό που μπορούσε: 17 εκατομμύρια! Ο Σαραβάκος πικραμένος πήγε στην ΑΕΚ όπου έκανε μια πρώτη ονειρική, μεγάλη χρονιά. Το 1996 επέστρεψε στο τριφύλλι. Όλοι νόμιζαν ότι μετανιωμένος ο πρόεδρος έκανε την κίνηση για να κλείσει το είδωλο των φιλάθλων την καριέρα του εκεί που του αξίζει. Ξεγελάστηκαν. Μέσω του προπονητή- φερεφώνου του, Βασίλη Δανιήλ, έκανε μερικά ακόμη καψώνια στον Σαραβάκο αφήνοντάς τον στον πάγκο ακόμη και στα οικογενειακά διπλά. Η απαίτηση του κόσμου για χρησιμοποίηση του «μικρού» ποτέ δεν εισακούστηκε.

Ανάλογα παραδείγματα υπάρχουν κι άλλα (Μαυρίδης, Μπασινάς, Μάρκος, Φρατζέσκος…) ωστόσο δεν υπάρχει λόγος να επεκταθώ. Μια ιδέα πήραμε της εργοδοτικής αυθαιρεσίας του Γιώργου Βαρδινογιάννη. Ο οποίος βέβαια υπήρξε εποχή που είχε τέτοια δύναμη που ακύρωνε ακόμη και αποφάσεις δικαστηρίων. Για παράδειγμα, στην πολύκροτη τότε μεταγραφή του Στράτου Αποστολάκη απ’ τους κόκκινους στους πράσινους. Ο Αγρινιώτης αμυντικός είχε υπογράψει στον Ολυμπιακό όταν ο Παναθηναϊκός του έκανε καλύτερη προσφορά. Πράσινος στα αισθήματα ο ίδιος έβαλε και δεύτερη υπογραφή αφού τον έπεισαν ότι υπάρχει νομικό παράθυρο. Ο αθλητικός δικαστής δεν είδε ποτέ αυτό το παράθυρο και ακύρωσε τη μεταγραφή του Αποστολάκη τιμωρώντας τον ίδιο και τον Παναθηναϊκό. Ο Βαρδινογιάννης σε μια έκρηξη θυμού δήλωσε το φοβερό «και οι κρίνοντες κρίνονται». Λίγες μέρες αργότερα ο δικαστής δεν ήταν πια στη θέση του, οι ποινές είχαν σβηστεί κι ο ποδοσφαιριστής ανήκε επίσημα στο τριφύλλι.

Μάκης Ψωμιάδης (ο αγαπούλας)

Ο «αγαπούλας», ο Μάκαρος, ήταν μια κατηγορία μόνος του. Ήταν η ανάμιξη του υποκόσμου με τη μπάλα. Ήταν το κλισέ της σκέψης “αυτός σε οποιαδήποτε πολιτισμένη χώρα θα ήταν φυλακή”. Έλα μου όμως που συνήθως δεν ήταν!

Όντας πρόεδρος της ΑΕΚ, ένα βράδυ στις αρχές του 2003, πήρε μερικούς φουσκωτούς κι έκανε ντου στο σπίτι του τότε ποδοσφαιριστή Ντέμη Νικολαΐδη. Η δικαιολογία ήταν για να ελέγξει αν ο Ντέμης τηρούσε το ωράριο του εσωτερικού κανονισμού. Ο τραμπούκικος τρόπος του όμως του έφερε μια μήνυση απ’ τον ποδοσφαιριστή για εξύβριση, απειλές κι εκβιασμό και προσφυγή για να μείνει ελεύθερος απ’ την «ΑΕΚ του Μάκη». Ο Ντέμης δεν μάσησε απέναντι στη μαφία που διοικούσε μια μεγάλη ομάδα. Δεν είχαν την ίδια στάση ωστόσο πολλοί ακόμη.

Λίγο καιρό πριν είχε διώξει το προπονητικό δίδυμο των Τόνι Σαβέβσκι και Έγκε Γκέραρντ σχεδόν χωρίς λόγο. Τους απείλησε μάλιστα ότι τους κρατούσε στο χέρι. Αν μιλούσαν στον Τύπο, είπε, θα έβγαζε στη δημοσιότητα τις κρίσεις τους για τους ποδοσφαιριστές τις οποίες είχε ηχογραφήσει!

Σε ένα ματς, πάλι, ΑΕΚ-ΟΣΦΠ δεν του άρεσε η τηλεοπτική μετάδοση και τα σχόλια των δημοσιογράφων. Λήγοντας ο αγώνας πήρε τους φουσκωτούς του και έκανε ντου στα δημοσιογραφικά θεωρεία γεμίζοντας τον τόπο μπουνιές και κλωτσιές. Στη χώρα της ανοχής στην ξεφτίλα, ωστόσο, κανείς ποδοσφαιράνθρωπος δεν αντέδρασε. ΕΠΟ και ΕΠΑΕ σιώπησαν εκκωφαντικά.

Αυτοί που φώναξαν, και μάλιστα δυνατά, υπέρ του Μάκαρου όμως, ήταν οι… φίλαθλοι της ΑΕΚ λίγο καιρό μετά. Στον τελικό του Κυπέλλου η ομάδα τους σήκωσε το τρόπαιο. Ο πρόεδρος τους καθόταν δίπλα στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, του έδωσε το χέρι και πέρασε τα μετάλλια στους λαιμούς των ποδοσφαιριστών του. Η απόλυτη κατάντια αποθεώθηκε. Τα αφασικά της εξέδρας έβλεπαν στο πρόσωπό του τον άνθρωπο που τρομοκρατούσε τους διαιτητές και προστάτευε την ομάδα απ’ τις αδικίες. Μπορεί και να ήταν έτσι. Μπορεί και να είμαστε η προβολή του ανθρώπου, τους θεού ή της ιδέας που στηρίζουμε.

Μερικές άλλες στιγμές απερίγραπτου ποδοσφαιρικού και ηθικού κάλλους του συγκριμένου ανθρώπου είναι οι ακόλουθες. Στιγμές που σε άλλα… πολιτισμένα κράτη (όπως ήδη αναφέρθηκε) θα ανήκαν στον ποινικό κώδικα και ο υπαίτιός τους θα αντιμετώπιζε τη δικαιοσύνη. Αυτή που βρήκε μπροστά του μετά από δεκαετίες καθυστέρησης και που την κορόιδευε ως την τελευταία μέρα της ζωής του: