Σαν σήμερα
Στις 3 Οκτωβρίου 1992, η ιρλανδή τραγουδίστρια ήταν καλεσμένη στην αμερικανική κωμική εκπομπή «Saturday Night Live». Στη ζωντανή τηλεοπτική της εμφάνιση ερμήνευσε «ακαπέλα» το τραγούδι του Μπομπ Μάρλεϊ «War».
Το τραγούδι είχε ηχογραφηθεί το 1976 στο άλμπουμ του Μάρλει, ενώ οι στίχοι του που κατηγορούσαν το άπαρτχαιντ ήταν εμπνευσμένοι από την ομιλία του αιθίοπα βασιλιά, Χάιλε Σελασιέ, στα Ηνωμένα Έθνη, στις 4 Οκτωβρίου 1963. Η Ό Κόνορ παράλλαξε τους στίχους του τραγουδιού, καθώς δεν είχε σκοπό να τοποθετηθεί για την ανισότητα, αλλά να καταγγείλει τον γολγοθά των κακοποιημένων παιδιών. Στο τέλος του τραγουδιού αναφώνησε: «Έχουμε πίστη σε ένα αίσιο τέλος».
Τη στιγμή εκείνη σήκωσε μια φωτογραφία του Πάπα Ιωάννη Παύλου ΙΙ και τον χαρακτήρισε «διάβολο».
Το πλάνο της κάμερας πλησίασε τη φωτογραφία. Η Σινέντ Ο΄ Κόνορ την έσκισε σε δευτερόλεπτα και πέταξε τα κομμάτια της με οργή πάνω στην σκηνή.
Μόλις ολοκλήρωσε την εμφάνισή της, κάλεσε σε αγώνα «ενάντια στον πραγματικό εχθρό».
Είχε βρει τη φωτογραφία του Πάπα στον τοίχο του δωματίου της μητέρας της, στον οποίο κρεμόταν από το 1978. Η κίνηση διαμαρτυρίας σόκαρε το τηλεοπτικό δίκτυο, καθώς προηγουμένως δεν είχε προειδοποιήσει τους υπεύθυνους της εκπομπής για τις προθέσεις της. Παρόλα αυτά, αποφάσισαν να μην κόψουν τη σκηνή και να την παρουσιάσουν κανονικά.
Ολόκηρο το βίντεο:
«Ο Πάπας πρέπει να αναλάβει την ευθύνη για τη δράση των υφισταμένων του. Εάν καθολικοί ιερωμένοι κακοποιούν παιδιά, δεν είναι το Δουβλίνο που πρέπει να απαντήσει, αλλά η Ρώμη, ξεκινώντας με την αποδοχή της ευθύνης και μια δικαστική έρευνα. Μέχρι τότε, όλοι οι καλοί καθολικοί πρέπει να απέχουν από τη λειτουργία», έγραφε η Σινέντ Ο’ Κόνορ.
Οι διαμαρτυρίες και οι πολιτικές τοποθετήσεις της Ο’ Κόνορ Η Ό Κόνορ «εμπνεύστηκε» την κίνηση διαμαρτυρίας από τον Μπομπ Γκέλντορφ. Όταν η μπάντα του «Boomtown Rats» κατέκτησε την πρώτη θέση στα τσαρτς της Αγγλίας, o Γκέλντορφ εμφανίστηκε στο τηλεοπτικό πρόγραμμα «Top of the Tops» και έσκισε ζωντανά μια φωτογραφία του Τζον Τραβόλτα και της Ολίβια Νιούτον Τζον, οι οποίοι παρέμεναν στην πρώτη θέση των πωλήσεων για πολλές εβδομάδες.
Μετά την πράξη διαμαρτυρίας η καριέρα της Ό Κόνορ πήρε την κατιούσα και δεν κατάφερε να επανέλθει. Η ιρλανδή τραγουδίστρια μόλις δύο χρόνια πριν είχε εκτοξεύσει τη δημοφιλία της με τη διασκευή του κομματιού του Πρινς «Nothing compares 2 u».
Δεν ήταν όμως η πρώτη φορά που προκαλούσε.
Το 1989 είχε ανακοινώσει ότι στηρίζει τον Ιρλανδικό Δημοκρατικό Στρατό (IRA), ενώ ένα χρόνο αργότερα αρνήθηκε να παίξει στο Νιου Τζέρσει, αν η συναυλία ξεκινούσε με την ανάκρουση του αμερικανικού ύμνου.
Ένα χρόνο πριν από το σκίσιμο της φωτογραφίας του Πάπα, η Ό Κόνορ είχε αρνηθεί το βραβείο Γκράμι για τον καλύτερο εναλλακτικό δίσκο, ως ένδειξη διαμαρτυρίας της εμπορευματοποίησης της εκδήλωσης των βραβείων. Θύμα κακοποίησης Αφού καταλάγιασαν τα πνεύματα από τη διαμαρτυρίας της για τις κακοποιήσεις παιδιών, έστειλε μια επιστολή σε δεκάδες νέους οργανισμούς.
«Ο μόνος λόγος που άνοιξα το στόμα μου για να διαμαρτυρηθώ ήταν για να πω τη δική μου ιστορία. Η ιστορία μου είναι η ιστορία αμέτρητων παιδιών που έχουν κακοποιηθεί από τις οικογένειες τους».
Η ιστορία της δικής της κακοποίησης ξεκινά από τον χωρισμό των γονιών της.
Ήταν το τρίτο από τα πέντε παιδιά της οικογένειας.
Τα μεγαλύτερα παιδιά πήγαν να ζήσουν με τη μητέρα τους και σύμφωνα με τα λεγόμενα της τραγουδίστριας, εκείνη τα κακοποιούσε.
Το τραγούδι της “Fire on Babylon” περιγράφει εκείνη την περίοδο, ένα τραγούδι που αφιέρωσε σε όλα τα κακοποιημένα παιδιά του κόσμου.
Tα πλυντήρια της Μαγδαληνής, ήταν κέντρο συμμόρφωσης για κορίτσια με προβλήματα συμπεριφοράς.
Το 1979 εγκατέλειψε τη μητέρα της και έζησε με τον πατέρα της και τη νέα του σύζυγο. Στην εφηβεία της απουσίαζε αρκετές φορές από το σχολείο, ενώ διέπραττε μικροκλοπές. Γι΄αυτό, ο πατέρας της αποφάσισε να την κλείσει σε κέντρο συμμόρφωσης.
Πέρασε 18 μήνες στο εκπαιδευτικό κέντρο An Grianan, ένα ίδρυμα στο Δουβλίνο για κορίτσια με προβλήματα συμπεριφοράς.
Πρόκειται για ένα από τα λεγόμενα «πλυντήρια της Μαγδαληνής», τα οποία χρηματοδοτούσε η Εκκλησία. Στα Ιδρύματα για παιδιά με προβλήματα, χρησιμοποιούσαν βάναυσες τεχνικές σωφρονισμού.
Το τελευταίο «πλυντήριο» έκλεισε στην Ιρλανδία το 1996.
«Δουλεύαμε σε υπόγεια πλένοντας τα ρούχα κληρικών με κρύο νερό και πλάκες σαπούνι», εξομολογήθηκε η Ο’ Κόνορ.
Το An Grianan ήταν μέρος των σχέσεων της ιρλανδικής κυβέρνησης με το Βατικανό. Η τραγουδίστρια, η οποία υπήρξε τρόφιμος των ιδρυμάτων της Εκκλησίας, είχε καταγγείλει τη σεξουαλική κακοποίηση, που ασκούσαν εκεί τα μέλη της εκκλησίας. Το σκάνδαλο και το κόστος στην καριέρα της H Ό Κόνορ υπήρξε βαθιά θρησκευόμενο άτομο, καθώς στα τέλη της δεκαετίας του ’90, χειροτονήθηκε ιερέας από τον Επίσκοπο Michael Cox της Ιρλανδικής Ορθόδοξης Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας και άλλαξε το όνομά της σε Mother Bernadette Mary.
Με το δημόσιο σκίσιμο της φωτογραφίας θέλησε να κάνει σαφές ότι «διαχωρίζει τον Θεό από τη θρησκεία και την πίστη από τους υποτιθέμενους ηγέτες της».
Πολλοί την κατηγόρησαν για θρησκευτική ανυπακοή και υπερβολή. Έγινε μάλιστα αντικείμενο σχολιασμού σε πολλές τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές και κατέληξε να εγκαταλείψει τις Ηνωμένες Πολιτείες και να εγκατασταθεί ξανά στο Δουβλίνο.
H Σινέντ Ο’ Κόνορ σε συναυλία της στο μουσικό φεστιβάλ Parkpop στη Χάγη το 2013
Η διαμαρτυρία κατά της κακοποίησης παιδιών από μέλη της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας σόκαρε το κοινό που αγνοούσε το σκάνδαλο. H δημόσια καταγγελία είχε μεγάλο κόστος για την καριέρα της Σινέντ Ό Κόνορ.