Στις 11 και 12 Δεκεμβρίου 1968 βιντεοσκοπήθηκε από το BBC αλλά δεν μεταδόθηκε η κοινή εμφάνιση των Rolling Stones με τους The Who, Jethro Tull, Dirty Mac, Taj Mahal και Marianne Faithfull, που είχε ως πρωταρχικό σκοπό την προώθηση με έναν πρωτότυπο τρόπο του άλμπουμ “Beggars Banquet” των Stones. Η συναυλία είχε ως θέμα ένα τσίρκο, με το σκηνικό να συμπληρώνεται από ακροβάτες και κλόουν, μπροστά από ένα μικρό κοινό καλεσμένων θεατών.
Επαγγελματίες
Τα σύννεφα είχαν αρχίσει να μαυρίζουν επικίνδυνα, εκείνον τον χειμώνα του 1968, για τους Polka tulk. O Tommy Iommi, ήταν ο πρώτος που τα είδε κι αποφάσισε να δεχθεί την πρόταση των Jethro tull να γίνει κιθαρίστας τους. Έμεινε μόνο 2 βδομάδες, καθώς καταλάβαινε πως δεν ήταν αυτό που ήθελε. Μπορεί να ξαναείδε κάποιο τσαμπουκαλεμένο συννεφάκι στον ουρανό. Πρόλαβε να τρομάξει, όμως, με τον επαγγελματισμό της μπάντας, να ηχογραφήσει ένα τραγούδι, να παίξει το song for Jeffrey σε ένα show και ύστερα να γυρίσει ξανά, να βρει τον Osborn, να τον πείσει πως πρέπει να γίνουν πιο επαγγελματίες και πως καλό θα ήταν να αλλάξουν και το όνομα. Στην δεύτερη προσπάθεια, κατέληξαν στο black sabbath. Οι Jethro tull, έπαιξαν μόνο αυτό το τραγούδι στο show και συνέχισαν την μυστήρια progressive ισορροπία του Ian Anderson, ανάμεσα στο φολκ και σε όλα τα άλλα. To show ήταν το Rock And Roll Circus.
My name is Ivor
Οι Who, ως εκείνη την χρονιά, είχαν ήδη κυκλοφορήσει 3 άλμπουμ, τελειοποιούσαν την ιδέα της ροκ όπερας, έκαναν περιοδείες σε όλον τον κόσμο και ετοιμαζόταν να γράψουν το Tommy. Ήταν απλά στα καλύτερα τους, όταν δέχτηκαν την πρόταση, να πούνε ένα τραγούδι σε ένα show. Πήγαν με χαρά. Πήγαν με την επίγνωση πως, δεν μπορούν να γράψουν τραγούδια σαν τους stones ή τους beatles. Πήγαν με την σιγουριά πως μπορούν να ισοπεδώσουν τους πάντες πάνω στην σκηνή. Το έκαναν. Παρουσίασαν το a quick one. 7 λεπτά και 33 δευτερόλεπτα.
Παρακάμπτοντας κάθε αργκό, κάθε πικάντικη λέξη προσδιορισμού, μπορεί να ειπωθεί… πως ήταν από τις καλύτερες εμφανίσεις που έγιναν ποτέ. Το show δεν προβλήθηκε κι ας ήταν αυτός ο σκοπός του. Έκλεισαν ικανοποιημένοι με ένα μεξικάνικο βαλσακι. Το over the waves. Με λίγη δόση ειρωνείας ίσως. Το show ήταν το rock n roll circus.
Junkie princess and the bluesman
Ο Taj Mahal είχε δεχθεί την πρόταση να περάσει τον Ατλαντικό και να βρεθεί στην Αγγλία, για να λάβει μέρος στο ίδιο show, με την υπόσχεση της τηλεοπτικής προβολής. Πήγε. Λογικά εκεί γνωρίστηκε με τον Roy Cooder. Έπαιξε 4 τραγούδια, αλλά ηχογραφήθηκε μόνο το Ain’t That a Lot. Έφυγε, από την σκηνή, με αυτό το παράπονο.
Ο Cooder από την άλλη, συνόδευσε στην σκηνή, με την slide κιθάρα του, την junkie πριγκίπισσα του show. H Faithful, το 1968, ήταν ήδη σταρ και το κορίτσι του Jagger. Η φήμη της προηγούνταν του ταλέντου της, αλλά και ποιος νοιαζόταν. Πρόσφερε τα τέσσερα πιο μελαγχολικά λεπτά της βραδιάς, σαν πλάσμα παραμυθιού, με το Something Better και αποχώρησε, αφήνοντας πίσω το γοβάκι της. Το show ήταν το rock n roll circus.
The strange five
Όλα αυτά ήταν ωραία. Για να είναι όμως κάτι ξεχωριστά μοναδικό, πρέπει να έχει κάτι το μοναδικά ξεχωριστό, παράξενο όμορφο. Όπως το να έχεις για λίγο στην σκηνή, ταυτόχρονα, κάτι από rolling stones, Beatles, cream, Jimmy Hendrix experience. Οι cream είχαν διαλυθεί, εκείνη την χρονιά κι ο Eric Clapton, την μισή του ζωή, σαν πλανόδιος την είχε ζήσει. Ο Mitch Mitchell, σιγά μην αρνιόταν να ξεφύγει λίγο, από την σκιά του Hendrix και ο Lennon σιγά μην δεν γούσταρε, να παίξει έστω μια φορά ροκ στην ζωή του. Αρκεί να κουβαλούσε και την ουρά του. Προσθέσανε σαν μπασίστα τον Keith Richards και οι dirty mac… ήταν έτοιμοι.
Παίξανε δύο τραγούδια. Το yer blues και το whole lotta Yoko, μια σύνθεση της Ono. Tο μόνο που έμεινε, ήταν η ιερότητα της στιγμής, το κάτι σαν κλάμα της Οno, το άθλιο παίξιμο του Richards και η αξιόλογη προσπάθεια του βιολιστή Ivry Gitlis. Λίγα πράγματα για την προσδοκία, του τι θα έδινε στο show. Το show ήταν το rock n roll circus.
Rock n roll circus
Το 1968 ήταν μια μυστήρια χρόνια για τους Rolling stones. Οι υπόλοιποι, είχαν ήδη αρχίσει να παραγκωνίζουν τον Brian Jones και είχε προηγηθεί το Their Satanic Majesties Request. Το κατά γενική ομολογία, χειρότερο άλμπουμ τους, ως τα 90ς. Τουλάχιστον.
Είχαν ήδη ηχογραφήσει το Beggars Banquet. και έψαχναν να βρούνε έναν τρόπο να το προωθήσουν. Την έπεσαν στον τηλεοπτικό μουσικό σκηνοθέτη Michael Lindsay-Hogg, λέγοντας του, την ιδέα ενός rock n roll τσίρκου, με διάφορους αστέρες και τους ίδιους. Ο σκηνοθέτης πέταξε από την χαρά του. Πήρε τον κορυφαίο κινηματογραφιστή του είδους, τον Tony Richmond, και ξεκίνησαν να κάνουν ένα πρόγραμμα μιας ώρας για τα Χριστούγεννα του 1968 στο BBC. Στήθηκε μια σκηνή τσίρκου, ήρθαν νάνοι και μασίστες, ναρκωτικά και αθώες teenagers για κοινό. Πήγαν όσοι ήταν καλεσμένοι. Εκτός από τους small faces.
Το show, θα ήταν χωρισμένο σε δύο μέρη. Οι καλεσμένοι το πρώτο και οι stones το δεύτερο.
Ξεκίνησε στις 9 ή ώρα το πρωί με τους Jethro tull, να παίζουν playback, μόνο με τον Anderson να παίζει ζωντανά και τον Iommi να θέλει να κρυφτεί. Τελείωσε στις 2 η ώρα το πρωί, υπό τον ήχο των κόρνων, των πατεράδων, που είχαν πάει να πάρουν το κοινό.
Το rock n roll circus, είχε την δικιά του, μοναδική αισθητική. Δεν ήταν το Oxford circus ή το Piccadilly, όπως έλεγε ο Jagger στην παρουσίαση, ίσως όμως η ατμόσφαιρα του να εκτιμήθηκε από καλλιτέχνες του μέλλοντος όπως ο Tim Burton, o Gilliam, o Tim Walker. Μπορεί και όχι. Μπορεί απλά, εγώ να το φαντάστηκα. Όπως και να έχει, ήταν κάποια θηρία που αντάμωσαν κάτω από μια χειμωνιάτικη τέντα. Θα μπορούσε να ήταν τέλειο. Θα μπορούσε να ήταν καταστροφή. Δυστυχώς ήταν μέτριο.
Το τζίνι του λυχναριού, ήταν σε άλλο παραμύθι και ευτυχώς ο χρόνος και ο χώρος στα παραμύθια ταλαντεύεται, συστέλλεται και διαστέλλεται με δικούς του κανόνες και όχι με τις επιταγές, ενός τηλεοπτικού show. H ταινία, πότε δεν προβλήθηκε εκείνα τα Χριστούγεννα. Η επίσημη δικαιολογία, ήταν πως η μπάντα ήταν κουρασμένη στην προσπάθεια της να βοηθήσει όλους τους άλλους, τόσο που δεν απέδωσαν αυτό που έπρεπε.
Αν κάποιος δει όμως την ταινία, θα καταλάβει πως, αφεντικά του τσίρκου, ήταν οι Who. Όλοι το είπαν. Το γράφει σε τούτο το κειμενάκι κι ένας τύπος, που όταν ακούει μουσική από μακριά, έχει την βεβαιότητα πως ακούει την κιθάρα του Richards. Με τα χρόνια, ξεχάστηκε. Το Beggars Banquet, ατόφιο διαμάντι, είχε κυκλοφορήσει και δεν χρειαζόταν, σίγουρα, τέτοιου είδους προώθηση. Οι ίδιοι οι stones, δεν ήθελαν να το θυμούνται, ενώ φήμες πως το υλικό το είχε κάψει ο Brian Jones, πριν αυτοκτονήσει, ήταν βολικές. Δεν το ήθελαν.
Πολύ αργότερα, το 1985, όταν πέθανε ο Ian Stewart, ένας πιανίστας που τον χρησιμοποιούσαν οι Rolling Stones κατά καιρούς, στα υπάρχοντά του, βρέθηκαν κάποιες από τις κοπιες των γυρισμάτων. Ακόμα πιο μετά το 1996, καθώς ο χρόνος όλα τα είχε γλυκάνει, οι μισοί από δαύτους είχανε φύγει και το όλο event, είχε αγγίξει τον μύθο… με καμάρι και υπερηφάνεια κυκλοφόρησε γυαλισμένο σε άλμπουμ και σε DVD.