Παρά τις προσπάθειες των τριών συμβαλλόμενων χωρών να καθησυχάσουν φίλους, συμμάχους και αντιπάλους σχετικά με τον χαρακτήρα της συμφωνίας AUKUS, που έχει προφανή και εμμέσως ομολογημένο στόχο να ελέγξει τη δράση και την επέκταση της επιρροής της Κίνας στον Ινδο-Ειρηνικό, οι αντιδράσεις συνεχίζονται. Τόσο από την Ε.Ε. που στην ουσία πιάστηκε στον ύπνο και τώρα τρέχει να προλάβει τις εξελίξεις, από την Κίνα που είναι η άμεσα ενδιαφερόμενη, αλλά και εντός της Βρετανίας.
Ο Μπόρις Τζόνσον δέχθηκε ακόμη και εσωκομματικά πυρά για τη συμφωνία, καθώς εκφράστηκαν φόβοι ότι η πυρηνική συμφωνία Αυστραλίας, Ηνωμένου Βασιλείου και ΗΠΑ, μπορεί να οδηγήσει ακόμη και εμπόλεμη σύγκρουση στην περιοχή του Ινδο-Ειρηνικού, με δεδομένη την αύξηση της κινεζικής επιρροής, της προσπάθειας του Πεκίνου να πιέσει μέχρις εσχάτων την Ταϊβάν, και της αμερικανικής εμπλοκή στην ενδο-σινική σύγκρουση, παρέχοντας πολιτική και στρατιωτική στήριξη στην Ταϊπέι. Η οποία εξέφρασε μεγάλη ικανοποίηση για τη συμφωνία AUKUS.
Ο Βρετανός πρωθυπουργός δέχθηκε επίθεση στο Κοινοβούλιο από την Τερέζα Μέι η οποία τον κατηγόρησε ότι ουσιαστικά έγινε παρακολούθημα των Αμερικανών, οι οποίοι εντείνουν την πίεση στην Κίνα, με αυξημένο τον κίνδυνο «να συρθεί η Βρετανία σε πόλεμο, καθώς οι ΗΠΑ απαιτούν από τους συμμάχους τους αυξημένη παρουσία στην περιοχή».
«Ποιες θα είναι οι συνέπειες αυτής της συμφωνίας για τη στάση που θα πρέπει να λάβει η Βρετανία αν η Κίνα προσπαθήσεις να εισβάλει στην Ταϊβάν;», ρώτησε η πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας.
Από την πλευρά του ο Μπόρις Τζόνσον υποστήριξε ότι η συμφωνία «δεν κινείται ανταγωνιστικά προς την Κίνα», ενώ υποστήριξε ότι το Λονδίνο «παραμένει δεσμευμένο στην προάσπιση του διεθνούς δικαίου και πως θα συμβούλευε τους όλους τους φίλους του σε όλο τον κόσμο να συμβουλέψουν την Κίνα να προς αυτή την κατεύθυνση».
Ανάλογη ήταν και η δήλωση από την Ουάσιγκτον του υπουργού Άμυνας των ΗΠΑ, Λόιντ Όστιν, που δήλωσε ότι η αμερικανική κυβέρνηση αποφάσισε να ενισχύσει τη συνεργασία της με την Αυστραλία «έναντι της πολεμικής κινεζικής συμπεριφοράς».
Ο Όστιν υποστήριξε ότι συζήτησαν με τους Αυστραλούς αξιωματούχους «τις κινεζικές αποσταθεροποιητικές ενέργειες και την προσπάθεια του Πεκίνου να ασκήσει πίεση και να εκφοβίσει άλλες χώρες αλλάζοντας τις ισορροπίες στην περιοχή» του Ινδο-Ειρηνικού.
Η Ταϊβάν από την πλευρά της έσπευσε να εκφράσει ικανοποίηση για τη συμφωνία και για τη «στήριξη από σημαντικούς συμμάχους» όπως οι ΗΠΑ και η Αυστραλία.
Ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Ταϊβάν, σημείωσε ακόμη και την άρνηση του Λονδίνου να αποκλείσει εμπόλεμη εμπλοκή σε περίπτωση που η Κίνα εισβάλει στο νησί, αναφέροντας πάντως ότι η Ταϊπέι δεν ζητά από κανέναν να πολεμήσει για λογαριασμό της.
Από την πλευρά του, ο εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εξωτερικών, Ζάο Λιγιάν, με αφορμή το γεγονός ότι η Αυστραλία θα αγοράσει πυρηνοκίνητα υποβρύχια από τις ΗΠΑ, αμφισβήτησε τη δέσμευση της Καμπέρα στην αποτροπή ανάπτυξης πυρηνικών όπλων, λέγοντας ότι οι τρεις χώρες δεσμεύονται από σε μια «παρωχημένη ψυχροπολεμική νοοτροπία ψυχολογία μηδενικού αποτελέσματος».
Η ανησυχία για ενδεχόμενο σύρραξης στον Ινδο-Ειρηνικό πλέον είναι σαφής, καθώς πολλοί πλέον βλέπουν στις αποφάσεις του Αμερικανού προέδρου Τζο Μπάιντεν την επιλογή να ακολουθήσει έναντι της Κίνας την πολιτική του προκατόχου του έναντι της Κίνας.
Όπως αναφέρει ο Guardian, ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Ρενμίν στην Κίνα, Σι Γιχόνγκ, η συμφωνία AUKUS «αναμφισβήτητα» έχει στόχο να αποτρέψει την Κίνα και το Πεκίνο «σίγουρα θα αντιδράσει, αλλά το ερώτημα παραμένει ποια θα είναι αυτή η αντίδραση».