Η Σκωτία αποτελεί έθνος εδώ και πολύ καιρό. Σύντομα θα μάθουμε εάν οι πολίτες της επιθυμούν το έθνος αυτό να γίνει και κράτος. Ελπίζω πως το επιθυμούν. Όχι μόνο διότι κάτι τέτοιο θα ανοίξει νέες δυνατότητες για τη χώρα τους, αλλά και διότι θα διασπάσει το ατροφικό, παρακμάζον βρετανικό κράτος, ελαττώνοντας την αποτελεσματικότητά του ως εντολοδόχου των ΗΠΑ.
Εξού και οι εκκλήσεις του Ομπάμα και της Χίλαρι Κλίντον υπέρ του «Όχι», με τις οποίες συμφωνεί απολύτως και ο Τόνι Μπλερ — άλλο αν δεν το παραδέχεται, φοβούμενος ότι τυχόν παρέμβασή του θα επηρέαζε το αποτέλεσμα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Και δεν υπάρχει κανένα ζήτημα αρχών εδώ, μόνο ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Οι ΗΠΑ επιτάχυναν την αποσύνθεση του παλιού σοβιετικού κράτους, ενθαρρύνοντας πρώτα τις βαλτικές δημοκρατίες, μετά την Ουκρανία και την Κεντρική Ασία. Ακολούθησε η διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Εάν η Λετονία και η Σλοβενία μπορούν να ανεξαρτητοποιηθούν, γιατί όχι και η Σκωτία; Έτσι κι αλλιώς, το SNP (Σκωτικό Εθνικό Κόμμα) αποφάσισε –δυστυχώς– να παραμείνει η χώρα στο ΝΑΤΟ.
Έκανα δύο συναρπαστικά ταξίδια φέτος το καλοκαίρι στη Σκωτία, συμμετέχοντας στις μεγάλες συζητήσεις που λάμβαναν χώρα σε αίθουσες συγκεντρώσεων, εκκλησίες, δρόμους, παμπ και κατοικίες. Η αντίθεση με την καταθλιπτική Αγγλία όπου και τα τρία μεγάλα κόμματα και όλα τα ΜΜΕ ομοφωνούνκατά της σκωτσέζικης ανεξαρτησίας ήταν εντυπωσιακή.
Η αποδιάρθρωση του κοινωνικού κράτους και η ανεξαρτησία
Η εκστρατεία υπέρ του «Όχι» δεν έχει ούτε νόημα ούτε και κομψότητα, έτσι όπως βασίζεται αποκλειστικά στον φόβο. Και, παραδόξως, είναι αυτές ακριβώς οι δυνάμεις του απαισιόδοξου συντηρητισμού, που μοιάζουν ρηχές και τοπικιστικές στη Σκωτία. Αντίθετα, το SNP, και ακόμα περισσότερο η Ριζοσπαστική Εκστρατεία για την Ανεξαρτησία, βλέπουν την αποσπασμένη Σκωτία μέσα από ένα διεθνές πρίσμα.
Το βλέμμα τους είναι εστιασμένο στο νορβηγικό μοντέλο, κι ακόμα πιο πέρα. Πριν από μερικούς μήνες, μέσα από μια ανοιχτή επιστολή που δημοσιεύτηκε στηn International Herald Tribune, μερικοί από τους κορυφαίους σκανδιναβούς συγγραφείς και διανοούμενους ενθάρρυναν τον λαό της Σκωτίας να ψηφίσει υπέρ της ανεξαρτησίας, θυμίζοντας πως, και πριν από την απόσχιση της Νορβηγίας από τη Σουηδία το 1905, η οποία τελικά βελτίωσε την ποιότητα ζωής και της πολιτικής και στις δύο χώρες, είχε προηγηθεί μια χυδαία εκστρατεία φόβου.
Η αξιοσημείωτη ανάπτυξη του κινήματος υπέρ της ανεξαρτησίας είναι αποτέλεσμα της αποδιάρθρωσης του κοινωνικού κράτους υπό τη Θάτσερ, αλλά και της συνέχισης αυτής της πολιτικής από τους Μπλερ και Μπράουν. Μέχρι την εποχή των τελευταίων, οι Σκωτσέζοι παρέμεναν πιστοί στους Εργατικούς, παρά τη διαφθορά και τη στρεψοδικία που χαρακτήριζαν τον κομματικό τους μηχανισμό στη Σκωτία. Όχι όμως πια. Όταν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού βλέπουν πως δεν μπορούν να αυτοπροσδιορίζονται πολιτικά μέσα στην υπάρχουσα κοινωνική τάξη πραγμάτων, αρχίζουν να ψάχνουν πέρα από τα παραδοσιακά κόμματα εξουσίας.
Στην Ευρώπη (και στην Αγγλία) αυτή η αναζήτηση οδήγησε στην ενίσχυση της Δεξιάς. Στη Σκωτία, αυτό που ο κόσμος απαιτεί είναι ο εθνικός, κοινωνικός και πολιτικός αυτοπροσδιορισμός: δηλαδή, με πολιτικούς όρους, μια ουμανιστική σοσιαλδημοκρατία. Ακόμα κι αν ο φόβος οδηγήσει σε μια ενωσιακή πλειοψηφία, όλοι συμφωνούν πως τα πράγματα δεν θα είναι ποτέ πια τα ίδια. Απ’ την άλλη, αν κερδίσει η Σκωτία, ίσως να διαταραχθεί επιτέλους η βαλτώδης ακινησία της αγγλικής πολιτικής σκηνής.
Tου Ταρίκ Αλί
μετάφραση:Δημήτρης Ιωάννου