Πως οι τροφοδότες του καθημερινού μας επιούσιου αναδεικνύονται στον μεγάλο νικητή της οικονομίας εν μέσω πανδημίας.
Απόκρυψη κρουσμάτων κορονοϊού σε χώρους δουλειάς, άνοιγμα των καταστημάτων χωρίς τα στοιχειώδη μέτρα προστασίας και προφύλαξης, εντατικοποίηση του ρυθμού εργασίας: νά τι δεν αλλάζει η νέα κοινή υπουργική απόφαση που επαναφέρει το ωράριο λειτουργίας των καταστημάτων τροφίμων και των σούπερ μάρκετ σε… κανονικούς ρυθμούς. Αυτό, τουλάχιστον, μπορεί να συμπεραθεί μετά από ένα γρήγορο φυλλομέτρημα της επικαιρότητας.
Είναι αλήθεια ότι το διάστημα της παρατεταμένης “ομολογίας αποτυχίας της διαχείρισης της πανδημίας” (για το εξάμηνο lockdown ο λόγος), οι ρυθμοί ανάπτυξης των σούπερ μάρκετ παρέμεναν αρκετά υψηλοί.
Σύμφωνα με τις δηλώσεις του Λευτέρη Κιοσέ, γενικού διευθυντή ΙΕΛΚΑ (Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών) στις αρχές του χρόνου,“οι πωλήσεις στο οργανωμένο λιανεμπόριο τροφίμων αναμένεται να είναι σημαντικά μεγαλύτερες από το αντίστοιχο διάστημα του 2020”. Πράγματι τα στοιχεία επιβεβαίωσαν τις προβλέψεις του κ. Κιοσέ, μιας και, μόνο μέχρι τον Φεβρουάριο του 2021, ο τζίρος των μεγάλων επιχειρήσεων του κλάδου είχε αυξηθεί κατά περίπου 10% σε σχέση με το 2019. Όπερ εστί μεθερμηνευόμενον: Ένα δισεκατομμύριο επιπλέον έσοδα κατέληξαν στα ταμεία των σύγχρονων τροφοδοτών του καθημερινού μας επιούσιου.
Είναι εξίσου αλήθεια, ή για την ακρίβεια κοινό μυστικό, ότι όλοι μας αναρωτιόμασταν κατά την είσοδό μας στα σούπερ μάρκετ, ποιος ο λόγος ύπαρξης των καρτών εισόδου στα καταστήματα, όταν ήταν φανερό πως κανείς δεν ήλεγχε τον αριθμό των παρευρισκόμενων εντός τους. Και αν εμείς, ως πελάτες, αρκούμασταν στο αίσθημα του “μη χείρον βέλτιστον”, κατά την ολιγόωρη παραμονή μας εκεί, φανταστείτε πώς ένιωθαν οι εργαζόμενοι των ομίλων όλον αυτόν τον καιρό, περικυκλωμένοι από πελάτες που αναζητούσαν την ταχύτερη είσοδό τους στην αρένα των προσφορών μικρής διάρκειας…
“Κανένας έλεγχος κατά την είσοδο των πελατών και οι κάρτες έμεναν αδιάθετες στις εισόδους του καταστήματος. Παρεμβήκαμε στον διευθυντή του καταστήματος, ο οποίος χωρίς κανένα ενδοιασμό μας είπε ότι: “είμαι απόλυτα καλυμμένος. Έχω μόνο όσες κάρτες προβλέπονται και φταίνε οι συναδέλφισσες που είναι στην υποδοχή και δεν τις δίνουν”, κατήγγελλε τον περασμένο Απρίλιο ο Σύλλογος Εμποροϋπαλλήλων Αθηνών (ΣΕΑ). Είχε προηγηθεί βέβαια ένα ακόμη “λαϊκό προσκύνημα” σε κατάστημα γνωστής αλυσίδας σούπερ μάρκετ στη Νέα Χαλκηδόνα, με τους εργαζόμενους (μαντέψτε) να καλούνται να δουλέψουν ακόμη και στα ρεπό τους για να βγει η δουλειά. (Και τώρα τι θα κάνουμε χωρίς τα ρεπό, Κωστή μου, ήταν κι αυτά μια κάποια λύσις…).
Κι ενώ αυξανόταν το “R0” των κρουσμάτων εργοδοτικής αυθαιρεσίας που αφορούσε τους κανόνες προστασίας, τις εργασιακές σχέσεις, τις άδειες (ειδικά για τους ευπαθείς), με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς του κράτους απόντες, παράλληλα αυξανόταν και το “R0” των κρουσμάτων Covid- 19 εντός των εταιρικών τειχών. Θα ήταν υπερβολή να χαρακτηρίσουμε τα σούπερ μάρκετ ως “βραδυφλεγείς βόμβες στην καρδιά κάθε γειτονιάς”; Μάλλον όχι, τουλάχιστον αν αναλογιστούμε ότι σύμφωνα με καταγγελίας των σωματείων, από τον Αύγουστο του 2020 έως και τον Νοέμβριο του ίδιου έτους, σε μία μόνο επιχείρηση καταγράφηκαν 70 περίπου κρούσματα.
Όπως δεν θα ήταν υπερβολικό να παραδεχθούμε τη μερική άγνοια μας επί των συνολικών στοιχείων που αφορούν τα κρούσματα, καθώς όπως απέδειξε και η πρόσφατη εκδικητική (σύμφωνα με τους εργαζόμενους) απόλυση απασχολούμενου αλυσίδας, πολλοί εργοδότες του κλάδου αντί να δηλώνουν τα θετικά κρούσματα, υπάγοντας τους εν λόγω υπαλλήλους σε καθεστώς ασθένειας, όπως προβλέπεται, τους δήλωναν ως “προληπτική καραντίνα”, απαιτώντας, τονίζει ο ΣΕΑ, “μετά την επιστροφή τους στη δουλειά και σε χρόνο που αυτοί θα επιλέξουν, να αναπληρώσουν με επιπλέον μία ώρα εργασίας ημερησίως τις μισές από τις μέρες που έλειπαν όπως ορίζεται εκδικητικά στην παρ.1, αρθ.15 του ο ν.4722/2020”.
“Τι να περιμένει κανείς στη μεταμνημονιακή (εδώ γελάμε) αγορά εργασίας μιας χρεοκοπημένης χώρας;” θα πει κάποιος. “Τι να περιμένει κάνεις σε μια χώρα που, για να ανεβάσει τους ρυθμούς ανάπτυξης της (εδώ κι αν γελάμε) χρειάζεται τον μποναμά των 32 δισ. της Ε.Ε. και, για να γίνει ελκυστική, πρέπει να μειώσει έτι περαιτέρω το εργατικό κόστος;” θα πει κάποιος άλλος.
Εδώ, όμως, κομμένη η πλάκα. Πρωτίστως, γιατί η μείωση του “εργατικού κόστους” μειώνει και τα διαθέσιμα επίπεδα υγείας των εργαζομένων σε καιρούς πανδημίας. Δευτερευόντως, γιατί η κατάσταση ανισότητας που καταγράφουν οι δείκτες στον χώρο των σούπερ μάρκετ, δεν είναι παρά κομμάτι ενός ευρύτερου διεθνούς σπιράλ.
Σύμφωνα με την πρόσφατη Έκθεση που δημοσίευσε η μη κυβερνητική οργάνωση Oxfam:
“Σε πλήρη αντίθεση με την κλιμακούμενη ανθρώπινη δυστυχία που προκλήθηκε από την πανδημία, ο τομέας των σουπερμάρκετ ήταν σε μεγάλο βαθμό ο κορυφαίος νικητής της κρίσης”.
Μιλώντας τη γλώσσα των αριθμών:
- Οι πωλήσεις παρόμοιων προϊόντων, εξαιρουμένων των καυσίμων, στους λιανοπωλητές αυξήθηκαν κατά μέσο όρο κατά 11,1% κατά το δεύτερο έως το τέταρτο τρίμηνο του 2020, αριθμός αυξημένος κατά 9,5% σε σχέση με το ίδιο διάστημα το 2019,
- εταιρείες όπως οι Aldi North, Aldi South και Lidl (μη εισηγμένες στο χρηματιστήριο) σημείωσαν συνολική αύξηση της τάξης του 8,5% στις πωλήσεις το 2020, ενώ για τη Jumbo η αύξηση των πωλήσεων ανήλθε σε 11% και για την PLUS Holding σε 14%,
- οι εισηγμένοι στο χρηματιστήριο παίχτες στη λιανική πώληση τροφίμων είδαν τις τιμές των μετοχών τους να ανεβαίνουν. Η κεφαλαιοποίησή τους αυξήθηκε κατά 101 δισ. δολάρια (από τον Μάρτιο έως τον Δεκέμβριο του 2020), συγκριτικά με μια αύξηση της τάξης των 75 δισ. δολαρίων το 2019,
- μεταξύ 2019 και 2020, τα συνολικά μερίσματα που διανεμήθηκαν στους μετόχους αυξήθηκαν κατά 123%, από περίπου 10 δισεκατομμύρια δολάρια σε 22,3 δισ. δολάρια,
- οι ιδιοκτήτες των μη εισηγμένων στο χρηματιστήριο σούπερ μάρκετ, όπως οι Albrechts (ιδιοκτήτες των Aldi North και Aldi South) και Dieter Schwarz, ιδιοκτήτης του Ομίλου Schwarz (που αποτελείται από Lidl και Kaufland), είδαν τον πλούτο τους να αυξάνεται κατά 37% και 30%, αντίστοιχα, σε λιγότερο από έναν χρόνο.
Με λίγα λόγια:
“Τα ανώτερα στελέχη, οι μεγαλύτεροι θεσμικοί επενδυτές, και κυρίως οι πλούσιοι μέτοχοι των σούπερ μάρκετ συνέχισαν να ανταμείβονται με υψηλές αποζημιώσεις και μερίσματα”, υπογραμμίζει η Oxfam. Για την ακρίβεια“κατά τη διάρκεια της πανδημίας, τα σούπερ μάρκετ που είχαν εισαχθεί στο χρηματιστήριο, διένειμαν το 98% των καθαρών κερδών στους μετόχους τους μέσω μερισμάτων και επαναγοράς μετοχών. Την ίδια ώρα που, οι εργαζόμενοι και οι παραγωγοί, ειδικά οι γυναίκες, σε όλο τον κόσμο (…) είδαν τα εισοδήματά τους να παραμένουν στάσιμα ή ακόμη και να μειώνονται, ενώ τα δικαιώματά τους εξακολουθούν να καταπατώνται”.
Θα ήμασταν ευτυχείς αν η αποκαλυπτική έκθεση της Oxfam έκλεινε κάπου εδώ. Όμως, όχι, οι συντάκτες δεν μας χάρισαν αυτή την πολυτέλεια. Λίγες γραμμές παρακάτω διαβάζουμε: “Το κόστος που σχετίζεται με την Covid-19 και αναφέρθηκε από τα σούπερ μάρκετ είναι ανεπαίσθητο σε σύγκριση με τα πρόσθετα έσοδα που αποκτήθηκαν και την αύξηση των ανταμοιβών των μετόχων κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Λίγοι έχουν εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να επενδύσουν σε μακροπρόθεσμες βελτιώσεις στην αλυσίδα εφοδιασμού προκειμένου να ωφελήσουν τους παραγωγούς τροφίμων και τους εργαζόμενους που αντιμετωπίζουν ακραίες δυσκολίες λόγω της πανδημίας”. Όπου στις “ακραίες δυσκολίες” μπορείτε να συμπεριλάβετε την εκμετάλλευση, τις φυλετικές διακρίσεις και τις ανισότητες σε πλείστες από τις αλυσίδες εφοδιασμού τροφίμων, για τα οποία τα μεγάλα “brands” της αγοράς δεν έκαναν απολύτως τίποτα.
Γιατί, δεν είναι μόνο η παραγωγή καφέ στη Βραζιλία που στολίζει με τα προϊόντα της τα ράφια των σούπερ μάρκετ· προϊόντα που προέρχονται από εργασία σε συνθήκες δουλείας. Είναι και η παραγωγή του ρυζιού μπασμάτι στο Πακιστάν, του τσαγιού Assam στην Ινδία, των θαλασσινών στην Ταϊλάνδη, του κρασιού στη Νότια Αφρική. Άνθρωποι που δουλεύουν στην εφοδιαστική αλυσίδα των super market, στους μεγάλους νικητές της πανδημίας, όπως αρέσκονται οι επικεφαλής των ομίλων να λένε· αγρότες που δεν έχουν εισόδημα ή μισθό, και μερικοί δεν βγάζουν καν έναν μηνιαίο ελάχιστο μισθό.
Όσο για τις παραβιάσεις των δικαιωμάτων των γυναικών στις αλυσίδες εφοδιασμού των σούπερ μάρκετ; Για την Oxfam, η πανδημία υπέσκαψε ακόμη περισσότερο την ήδη υποβαθμισμένη θέση των γυναικών εργαζόμενων. “Οι γυναίκες εργαζόμενες έχουν χάσει περισσότερο εισόδημα από τους άνδρες κατά τη διάρκεια της πανδημίας. (…) Η κατάστασή τους αναμένεται να επιδεινωθεί, ενώ στο άλλο άκρο της αλυσίδας εφοδιασμού, οι εταιρείες και οι μέτοχοι συνέχισαν να ευημερούν”.
Θα ήταν ιδανικό να διαβάζαμε στοιχεία σαν κι αυτά, απολύτως ξεκομμένα από την υπόλοιπη οικονομική- κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα. Το κάνουν άλλωστε με απόλυτη επιτυχία διάφοροι σύντροφοι του…ρεαλιστικού δρόμου. Όμως, αλίμονο μας στη σύγκριση μαζί τους. Βλέπεις, εμείς δεν έχουμε το “θάρρος” να βρίσκουμε “θετικά” σημεία σε αντεργατικά, απάνθρωπα νομοσχέδια σαν αυτό του κ. Χατζηδάκη…
Εμείς, το μόνο που μπορούμε να διαγνώσουμε είναι ότι το εργάκι με τα super market εντάσσεται εντός ενός ευρύτερου, κακοπαιγμένου θιάσου. Με τους πολιτικούς του παλιάτσους να πιθηκίζουν απόψεις περί του “όλοι μαζί στην κρίση που γέννησε η πανδημία”, την ώρα που η νέα έκθεση της Credit Suisse, την οποία έφεραν στο φως οι Financial Times, κάνει απόλυτα σαφές ότι “οι διαφορές πλούτου μεταξύ των ενηλίκων διευρύνθηκαν το 2020 στις περισσότερες χώρες του κόσμου”. Πιο συγκεκριμένα η μελέτη της αναφέρει ότι μπορεί “ η πανδημία του κορωνοϊού να έχει προκαλέσει δυστυχία και οικονομική ζημία σε όλο τον κόσμο, ωστόσο για τους πλούσιους ήταν ευλογία”. Λίγες γραμμές παρακάτω οι συντάκτες της έκθεσης εξηγούσαν με στοιχεία αυτή τους τη διαπίστωση τονίζοντας ότι η οικονομική πολιτική που ασκήθηκε μέχρι τώρα είχε ως αποτέλεσμα τη διόγκωση των περιουσιακών στοιχείων των οικονομικά εύρωστων, με “το χάσμα μεταξύ πλουσίων και φτωχών να διευρύνεται στις περισσότερες χώρες”. Μάλιστα, έχοντας ως αφετηρία το 2000, οι οικονομολόγοι-συντάκτες στάθηκαν στο γεγονός της τετραπλής αύξησης του συνολικού κατεχομένου πλούτου από άτομα με καθαρή περιουσιακή αξία τουλάχιστον ενός εκατομμυρίου δολαρίων, την ίδια ώρα που 2,9 δισεκατομμύρια άνθρωποι, που αντιστοιχούν στο 55% όλων των ενηλίκων, είχαν καθαρό ενεργητικό κάτω των 10.000 δολαρίων.
Βέβαια, αυτή είναι η… φύση του δεσπόζοντος οικονομικού συστήματος: Να θεωρεί παρά φύσει την οικονομική και κατ’ επέκταση κοινωνική ισότητα των πολιτών, κανονικοποιώντας έτσι την ανισότητα και τον κοινωνικό εξανδραποδισμό. Μονό που εμείς, εδώ, το ξέρουμε. Εκείνοι που ψωνίζουν από το ράφι “του καπιταλισμού με κοινωνικό πρόσημο”, άραγε, τι έχουν να πουν;