Τη στενή συνεργασία μεταξύ της Frontex και της Λιβυκής ακτοφυλακής, ώστε πρόσφυγες και μετανάστες να γυρίζουν πίσω στα στρατόπεδα της Λιβύης, έφερε στο φως ρεπορτάζ της γερμανικής επιθεώρησης Der Spiegel. Οι πρόσφυγες στα στρατόπεδα αυτά υφίστανται βασανιστήρια, κρατούνται παρά τη θέλησή τους και συχνά χάνουν τη ζωή τους.
Τη διαδικασία περιγράφει με βάση τη μαρτυρία του Σουδανού πρόσφυγα Άλεκ Μούσα (δεν έδωσε το πραγματικό του όνομα γιατί φοβάται), ο οποίος στις 25 Ιουνίου 2020, ξημερώματα, στοιβάχτηκε στην πόλη Γκαραμπούλι με ακόμη 69 ανθρώπους σε ένα πλοιάριο με προορισμό τη Λαμπεντούζα. Είχε την ελπίδα ότι θα γλιτώσει τη φρίκη της Λιβύης, όπου οι πρόσφυγες πέφτουν θύματα των Λίβυων παραστρατιωτικών δυνάμεων, που τους συλλαμβάνουν, τους βασανίζουν και ενίοτε τους σκοτώνουν.
Το πρωί της ίδιας μέρας ένα μικρό αεροσκάφος της Frontex τους εντόπισε και ήλπισαν ότι θα έστελνε κάποιο πλοίο να τους διασώσει. Ωστόσο, αντί για κάποιο διασωστικό πλοίο, λίγο αργότερα έφτασε ένα σκάφος της λιβυκής ακτοφυλακής, που τους πλησίασε και στη συνέχεια άνδρες ανέβηκαν στο πλοιάριο που τους μετέφερε. Οι επιβαίνοντες πανικοβλήθηκαν. Ακολούθησε μάχη σώμα με σώμα, πρόσφυγες έπεσαν στη θάλασσα και όσοι διασώθηκαν οδηγήθηκαν πίσω στη Λιβύη. Το περιστατικό έχει καταγράψει με βίντεο και αεροσκάφος της ΜΚΟ Sea-Watch.
Όπως επισημαίνει το Spiegel, η επιχείρηση της 25ης Ιουνίου 2020 είναι χαρακτηριστική της ευρωπαϊκής πολιτικής στη Μεσόγειο, καθώς από το 2019 η Ε.Ε. έχει σταματήσει τις επιχειρήσεις διάσωσης και έχει εξουσιοδοτήσει τη λιβυκή ακτοφυλακή να κρατά τους πρόσφυγες και τους μετανάστες από το να φτάνουν στην Ευρώπη.
Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου έχει αποφασίσει από το 2012 ότι οι πρόσφυγες δεν μπορεί να επιστρέφουν στη Λιβύη, καθώς κινδυνεύουν από βασανιστήρια και θάνατο, ωστόσο σύμφωνα με επίσημο εσωτερικό έγγραφο της Ε.Ε. μόνο πέρυσι ανασχέθηκαν περισσότεροι από 11.890 άνθρωποι από το να φτάσουν στις ευρωπαϊκές ακτές.
Η Ε.Ε. προσφέρει χρήματα στην λιβυκή ακτοφυλακή και εκπαιδεύει τους άνδρες της, ωστόσο ισχυρίζεται ότι δεν ελέγχει τις δραστηριότητές της. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της, Φαμπρίς Λετζέρι, οι Λίβυοι ακτοφύλακες ευθύνονται για τις επαναπροωθήσεις στη Λιβύη.
Ωστόσο, η έρευνα του δημοσιογραφικού οργανισμού Lighthouse Reports, σε συνεργασία με τη γαλλική Libération και το Spiegel έφερε στο φως σειρά ανάλογων επιχειρήσεων, με συλλογή στοιχείων τόσο από τη Frontex, όσο και από καταθέσεις προσφύγων, στοιχείων ΜΚΟ και κίνησης πλοίων.
Μέσα στο 2020 έχουν καταγραφεί τουλάχιστον 20 ανάλογες επιχειρήσεις επιστροφής προσφύγων στη Λιβύη, όπου έχουν χάσει τη ζωή τους πάνω από 90 άνθρωποι ή θεωρούνται αγνοούμενοι. Και αυτό συνέβη διότι δεν ειδοποιήθηκαν για να βοηθήσουν τους πρόσφυγες, ως όφειλε να κάνει η Frontex, τα πλοία, ιδιωτικά ή από ΜΚΟ, για να τους βοηθήσουν. Οι οργανώσεις διάσωσης καταγγέλλουν ότι η Frontex δεν τις ενημερώνει με «αλέρτ».
Ο Φαμπρίς Λετζέρι είναι υπόλογος για αυτά τα περιστατικά, σημειώνει το Spiegel, ενώ έχει ήδη κληθεί να δώσει εξηγήσεις για τις επαναπροωθήσεις στο Αιγαίο.
Η κατάσταση στα κέντρα κράτησης προσφύγων-μεταναστών στη Λιβύη είναι τραγική και επικίνδυνη. Παρά το γεγονός ότι κάποια από αυτά βρίσκονται υπό τον έλεγχο των αρχών, τα λυμαίνονται παραστρατιωτικές ομάδες, που εκμεταλλεύονται τους πρόσφυγες.
Όπως περιγράφει ο Μοχάμεντ Σαλίμ, που διέφυγε από τη Σομαλία, όταν σε ανάλογη επιχείρηση της ακτοφυλακής, επέστρεψε στη Λιβύη, στο στρατόπεδο τους κρατούσαν νηστικούς. Κάποιες φορές αναγκαζόταν να τρώει την οδοντόπαστα. Οι γυναίκες εξαναγκάζονταν να μένουν γυμνές μπροστά στους δεσμοφύλακες. Εκείνος κατόρθωσε να διαφύγει, όταν η οικογένειά του δέχθηκε να πληρώσει 1.200 δολάρια στους εκμεταλλευτές του.
Το ζήτημα που τίθεται είναι ότι η Ε.Ε. έχει πλήρη γνώση των συνθηκών που επικρατούν στα στρατόπεδα. Ακόμη και η βοήθεια που στέλνει σε είδος για τους πρόσφυγες πέφτει στα χέρια των παραστρατιωτικών ομάδων.
Όταν η Frontex κλήθηκε από το Speigel να σχολιάσει τις πληροφορίες αυτές, απάντησε ότι αν υπάρχουν άνθρωποι που κινδυνεύουν στη θάλασσα υποχρεούται να πληροφορήσει τις ομάδες διάσωσης, το Κοινό Κέντρο Συντονισμένης Διάσωσης (JRCC) και ότι ενημερώνεται σχετικά και ο υπουργείο Άμυνας της Λιβύης. Το JRCC βρίσκεται στο αεροδρόμιο της Τρίπολης. Ωστόσο η Λιβυκή Ακτοφυλακή υποστηρίζει ότι εκεί δεν βρίσκεται παρά ένα γραφείο με δύο υπολογιστές και ότι δικοί της άνδρες εργάζονται εκεί.
Οι ειδικοί που εξετάζουν τα περιστατικά επαναπροωθήσεων στη Λιβύη πιστεύουν ότι η Frontex στην πραγματικότητα στέλνει τους πρόσφυγες κατευθείαν στα χέρια της λιβυκής ακτοφυλακής μέσω μηνυμάτων WhatsApp. Χρησιμοποιούν αυτή τη μέθοδο για να μπορούν να ενημερώνουν άμεσα την ακτοφυλακή.
Η Frontex δεν αρνείται την άμεση επαφή με τη λιβυκή ακτοφυλακή, αναφέροντας ότι επικοινωνεί με όλους όταν πρόκειται για επιχειρήσεις εκτάκτου ανάγκης για να σωθούν ζωές, ενώ παραδέχεται ότι αυτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί «επίσημη ενημέρωση». Οι επικεφαλής της Frontex στη Βαρσοβία γνωρίζουν ότι βασικός στόχος είναι να μην επιτρέψουν στους πρόσφυγες και τους μετανάστες να φτάσουν στο ευρωπαϊκό έδαφος, ενώ έχουν δει με τα μάτια τους στις οθόνες σκάφη να ναυαγούν. Κάποιο έχουν ήδη διαταραχές ύπνου και ψυχολογικά προβλήματα, σημειώνει το Speigel.