Σινεμά

Star Wars: The Last Jedi [κριτική]

By Νικήτας Φεσσάς

December 19, 2017

του Νικήτα Φεσσά

H πλοκή: ενώ φαινομενικά κάθε ελπίδα μοιάζει χαμένη για τα λίγα και με άδεια ντεπόζιτα σκάφη των Ανταρτών, και με τον στόλο της First Order οδηγούμενο από τον στρατηγό Hux συνεπικουρούμενο από τον Kylo Ren (με τον Supreme Leader Snoke να κινεί τα νήματα στο παρασκήνιο) να υπερτερεί συντριπτικά σε αριθμούς, η Rey προσπαθεί να πείσει τον Luke Skywalker που έχει απομονωθεί στο πιο απομακρυσμένο άκρο του γαλαξία να αφήσει την αυτο-εξορία του και να συμμετάσχει στη μάχη.

Το νέο κεφάλαιο στο πιο διάσημο διαστημικό έπος (που εμφανίστηκε για πρώτη φορά στις αίθουσες σαράντα χρόνια πριν), σκηνοθετημένο από τον τολμηρό auteur Rian Johnson (Brick, Looper), πιο μοντέρνο και αυτοστοχαστικό στο χιούμορ του, και λιγότερο σαπουνόπερα για μπαμπάδες και γιους, ήταν αναμενόμενο ότι θα διχάσει τους σκληροπυρηνικούς φαν και εκείνους που ήθελαν να δουν κάτι διαφορετικό από την όμορφη, αλλά στείρα νοσταλγία (ειρωνικά το Star Wars του Lucas ήταν εξαρχής νοσταλγικό, ένα homage στα παλιά σίριαλ τύπου Flash Gordon και Buck Rogers) του The Force Awakens του J.J. Abrams, και την γκρίζα και άχαρη πολεμική ταινία που είναι το Rogue One.

Ο Johnson είναι εξαρχής τολμηρός, τόσο με τους παλιούς και άμεσα αναγνωρίσιμους χαρακτήρες, όσο και με τους νέους που εισάγει. Ο Luke Skywalker, από χαρούμενο και αφελές χωριατόπαιδο, έχει εδώ εξελιχθεί, ταιριαστά με τους καιρούς που ζούμε, σε καχύποπτο και απαισιόδοξο γκριζαρισμένο και γενειοφόρο σοφό Δάσκαλο. Η Leia (η Carrie Fisher στον τελευταίο της ρόλο προκαλεί ως παρουσία στην οθόνη συχνά ένα ανοίκειο συναίσθημα που πάει χέρι-χέρι με το μέσο του κινηματογράφου) είναι μια στιβαρή και σεβάσμια στρατηγός που εμπνέει. Ο Chewbacca ενδέχεται να αλλάξει διατροφικές συνήθειες για κάτι πιο ηθικό. Επίσης, ο Kylo Ren δεν είναι απλά ένας ψηλός emo, η Rey έχει περισσότερη αυτοπεποίθηση και πίστη στις δυνάμεις της, ο Poe Dameron είναι πιο ‘cocky’,  θυμίζοντας Han Solo, ο Finn πιο τολμηρός και ριζοσπαστικός. Ακόμα και ο BB-8 γνωρίζει περισσότερη δόξα από ό,τι στην προηγούμενη ταινία. Επίσης για πρώτη φορά η Δύναμη αναφέρεται ανοιχτά ως ‘θρησκεία’.

Ευπρόσδεκτη είναι και η προοδευτική πολιτική της αναπαράστασης στην εποχή του Τραμπ, με δυναμικές γυναίκες με μωβ μαλλιά που δεν σηκώνουν mansplaining να διοικούν στρατούς (Αντίστασης) με σοφία και αυτοθυσία, και με χαρακτήρες όπως αυτός της συμπαθέστατης Rose να προ(σ)καλούν νέες ταυτίσεις. Mε όλες αυτές τις έμφυλες και φυλετικές επιλογές και ανταλλαγές, o Johnson περπατάει μια λεπτή γραμμή, αλλά τελικά δεν υποκύπτει στην αναμενόμενη καρικατούρα φιλελευθερισμού και πολιτικής ορθότητας.

Tο θέαμα επίσης είναι χορταστικό και  καινοτόμο, με μονομαχίες με φωτόσπαθα που δεν έχουμε ξαναδεί σε αυτή τη μορφή, πλάσματα και κόσμους που προκαλούν δέος και συμπάθεια, με νέους για τα δεδομένα του Star Wars τρόπους κινηματογράφησης, η ταινία από τη μια κλείνει το μάτι στην παλιά τριλογία (βλ., λ.χ., την τελευταία σκηνή με τους walkers σε λείο έδαφος), αλλά περιέχει και τολμηρές avant garde πινελιές (βλ. την ψυχεδελική σκηνή με την Rey μπροστά στον ‘καθρέφτη’ στη σπηλιά της Σκοτεινής Πλευράς, τη χρήση του κόκκινου σε κάποιες σκηνές, όπως και την ενδιαφέρουσα χρήση του ήχου και της μουσικής), που ήταν και μια από τις αρχικές επιρροές του Lucas.

Δεν λειτουργούν όλα τα ευρήματα και οι εμπνεύσεις το ίδιο καλά: η σκηνή με τον Finn και τη Rose στον πλανήτη-καζίνο, αν και καλοδεχούμενη ως κριτική της άρχουσας τάξης που πλουτίζει πουλώντας όπλα και στις δύο πλευρές, αλλά και ως σχόλιο πάνω στην κακοποίηση των ζώων στην υπηρεσία ‘θεαμάτων’, και επίσης αν και συνεχίζει την παράδοση που ξεκίνησε η διάσημη σκηνή με τους παράξενους εξωγήινους στην Cantina, φαίνεται αισθητικά και υφολογικά κάπως παράταιρη και εκτός τόπου (εντάξει, όχι τόσο όσο ο Jar Jar Binks), όπως βεβιασμένο και μάλλον άσκοπο είναι το cameo του Benicio del Toro—αν και ο χαρακτήρας του παραπέμπει σε Lando Calrissian. Επίσης η παρουσία –αυτή τη φορά με (ρυτιδιασμένη) σάρκα και οστά—του Supreme Leader Snoke σε αφήνει να θέλεις περισσότερα.

Το πιο συναρπαστικό με το μακρύ (2μισι ώρες) αυτό κεφάλαιο είναι το σκηνικό που θέτει για το μέλλον (που προβλέπεται ακόμη πιο μακρύ, χωρίς τέλος στον ορίζοντα) για τη σειρά. Με σεβασμό στα ιερά τέρατα του παρελθόντος, αλλά και με ενθουσιασμό για τη νέα γενιά που έρχεται και τόλμη για το μέλλον που αναμένεται ενδιαφέρον, αυτό που ξεκίνησε ο Lucas και που απέκτησε δική του ζωή πολύ πέρα από εκείνον και τον δημιουργικό του έλεγχο φαίνεται ότι θα είναι εδώ (και θα φέρνει άπειρα λεφτά στην Disney) για πολύ καιρό ακόμα.

Βαθμολογία 4/5

*Ευχαριστούμε το σινεμά Τρία Αστέρια για τη φιλοξενία