Παρακολουθήσεις, διαφθορά, έλλειψη διαφάνειας, αστυνομική βία, προσφυγικό, ελευθερία έκφρασης, λίστα Πέτσα, μερικές από τις παρατηρήσεις του Αμερικανικού ΥΠΕΞ.
Χαρακτηριστικά τριτοκοσμικής χώρας αποδίδει στην Ελλάδα η τελευταία έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, στα οποία κυριαρχούν οι υποκλοπές, η διαφθορά, η έλλειψη διαφάνειας, η αστυνομική βία, το προσφυγικό, η ελευθερία έκφρασης και η λίστα Πέτσα, που μοίρασε κρατικό χρήμα με αδιαφανείς διαδικασίες.
Ακόμη, οι Αμερικανοί παρατηρητές, δεν παραλείπουν να αναφερθούν και στο Qatargate και στην προφυλάκιση από τις βελγικές αρχές της Εύας Καϊλή.
Πρόκειται για πραγματικό κόλαφο για την κυβέρνηση και προκαλεί προβληματισμό και απορίες, καθώς η έκθεση έρχεται σε μια περίοδο, που οι Ελληνοαμερικανικές σχέσεις είναι σε υψηλό επίπεδο, με βάση τουλάχιστον τις δηλώσεις αξιωματούχων των δύο χωρών.
Αναλυτικότερα στην έκθεση του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών για τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Ελλάδα επισημαίνεται, ότι υπήρχαν αξιόπιστες αναφορές για «σκληρή, απάνθρωπη ή εξευτελιστική μεταχείριση ή τιμωρία κρατουμένων στις φυλακές και μεταναστών και αιτούντων άσυλο από τις αρχές επιβολής του νόμου, περιορισμοί στην ελευθερία της έκφρασης και των μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένης της επιβολής ή της απειλής επιβολής νόμων περί ποινικής δυσφήμισης και συκοφαντικής δυσφήμισης, επαναπροωθήσεις και φερόμενη βία από τις κυβερνητικές αρχές έναντι μεταναστών και αιτούντων άσυλο, ανεπαρκής διερεύνηση και απόδοση ευθυνών για τη βία με βάση το φύλο, συμπεριλαμβανομένης της ενδοοικογενειακής βίας ή της βίας μεταξύ συντρόφων, εγκλήματα με στόχο μέλη εθνικών/φυλετικών/εθνικών μειονοτικών ομάδων τη ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητα.
Οι κυριότερες επισημάνσεις είναι οι ακόλουθες:
Ελευθερία της έκφρασης:
Μια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής εξέφρασε ανησυχίες σχετικά με την αδιαφανή κατανομή της κρατικής διαφήμισης στα μέσα ενημέρωσης, καθώς και για την πιθανή πολιτική επιρροή στο διορισμό των μελών του διοικητικού συμβουλίου των δημόσιων μέσων ενημέρωσης.
Στις 21 Σεπτεμβρίου, η ΜΚΟ Govwatch ανέφερε παρόμοιες διαπιστώσεις, υπογραμμίζοντας τους περιορισμούς στην ελευθερία της έκφρασης που προκύπτουν από τον νέο νόμο περί ψευδών ειδήσεων» και την έλλειψη διαφάνειας στη χρηματοδότηση των μέσων ενημέρωσης.
Η Media Freedom Rapid Response Alliance (MFRR) συνέχισε να εκφράζει ανησυχίες σχετικά με έναν νόμο του Νοεμβρίου 2021 που επιτρέπει τη δίωξη για τη διάδοση «ψευδών ειδήσεων» και επιτρέπει στις αρχές να ενεργούν με την υποψία ότι ένα άτομο σκοπεύει να διαδώσει «ψευδείς ειδήσεις», όταν υπάρχουν επιπτώσεις στην εθνική άμυνα, την οικονομία ή τη δημόσια υγεία. Η παραβίαση του νόμου επισύρει ποινή φυλάκισης τουλάχιστον τριών μηνών και πρόστιμο.
Παράλληλα, σε έκθεση της 13ης Ιουλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε την ανησυχία της για τους δημοσιογράφους που αντιμετωπίζουν απειλές και επιθέσεις. Η διαδικτυακή πλατφόρμα του Συμβουλίου της Ευρώπης για την παρακολούθηση των απειλών κατά των μέσων ενημέρωσης απαριθμεί 16 συναγερμούς για τη χώρα. Για παράδειγμα, εμπρηστές έβαλαν φωτιά στα κεντρικά γραφεία των μέσων ενημέρωσης Real24 στις 13 Ιουλίου.
Στις 24 Οκτωβρίου, ο ερευνητής δημοσιογράφος Τάσος Τέλλογλου ισχυρίστηκε ότι αξιωματούχοι των μυστικών υπηρεσιών τον παρακολουθούσαν και συνέλεξαν τα δεδομένα του κινητού του τηλεφώνου από τον Μάιο έως τον Αύγουστο, δήθεν λόγω της έρευνάς του για ένα σκάνδαλο υποκλοπών.
Τρεις άλλοι δημοσιογράφοι προέβησαν σε παρόμοιους ισχυρισμούς στην Επιτροπή Προστασίας των Δημοσιογράφων: Ο Θοδωρής Χονδρογιάννος, ο Θανάσης Κουκάκης και η Ελίζα Τριανταφύλλου. Επιπλέον, γίνεται λόγος για καταγγελίες από ΜΚΟ που ανέφεραν ότι οι μη ευνοϊκές ειδήσεις για την κυβέρνηση, συμπεριλαμβανομένων των ισχυρισμών για σοβαρές παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν αναφέρονται από πολλά μέσα ενημέρωσης.
Λίστα Πέτσα:
Το Govwatch και το Media Pluralism Monitor ανέφεραν έλλειψη διαφάνειας στη διανομή κρατικών επιχορηγήσεων σε μέσα ενημέρωσης για μια εκστρατεία ενημέρωσης για την υγεία κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19 (τη γνωστή Λίστα Πέτσα).
Η κυβέρνηση ισχυρίστηκε ότι έδινε τις επιδοτήσεις με βάση αντικειμενικά πρότυπα, όπως ποσοτικά κριτήρια σχετικά με την τηλεθέαση, την κυκλοφορία, τους δείκτες συνάφειας στις ομάδες-στόχους, καθώς και ποιοτικά κριτήρια όπως η ασφάλεια του εμπορικού σήματος.
Ωστόσο, η απουσία δημοσίως διαθέσιμων κριτηρίων ανάθεσης ώθησε μια ΜΚΟ να υποβάλει αίτημα ζητώντας τη δημοσιοποίηση των κριτηρίων. Το δικαστήριο απέρριψε το αίτημα αυτό με την αιτιολογία ότι ο αιτών δεν είχε το νόμιμο δικαίωμα πρόσβασης στις πληροφορίες.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή σημείωσε επίσης ανησυχίες σχετικά με το γεγονός ότι οι δημοσιογράφοι εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν ποινικές διώξεις και ότι η κυβέρνηση παρακολουθεί τις ιδιωτικές επικοινωνίες δημοσιογράφων και μελών του κόμματος της αντιπολίτευσης.
Απαγόρευση διαδηλώσεων:
Σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών στην ειρηνική διαμαρτυρία, επισημαίνεται ότι «η αστυνομία δεν επέτρεψε πορείες διαμαρτυρίας σε τουλάχιστον δύο περιπτώσεις. Στις 14 Μαΐου, η αστυνομία αρνήθηκε να επιτρέψει σε μια ομάδα Παλαιστινίων να διαμαρτυρηθεί στην ισραηλινή πρεσβεία, παρόλο που η ομάδα είχε λάβει την κατάλληλη άδεια.
Στις 7 Ιουλίου, περίπου 40 υγειονομικοί συνελήφθησαν για παρεμπόδιση της κυκλοφορίας και ανυπακοή κατά της αρχής μετά από διαδήλωση κατά των εμβολιασμών έξω από την κατοικία του πρωθυπουργού.
Στις 22 Ιουλίου, η αστυνομία στη συνοικία Εξάρχεια της Αθήνας εμπόδισε φεμινιστικές ομάδες να πραγματοποιήσουν απροειδοποίητη πορεία για να διαμαρτυρηθούν για μια απόπειρα βιασμού.
Αστυνομική βία:
Παράλληλα, η υπερβολική χρήση βίας από την αστυνομία αποτελεί συστημικό και επαναλαμβανόμενο πρόβλημα. Οι βίαιες συγκρούσεις μεταξύ αστυνομίας και διαδηλωτών ώθησαν τις αστυνομικές αρχές να ξεκινήσουν διοικητική έρευνα για την αστυνομική βία. Το αποτέλεσμα αυτής της έρευνας εκκρεμεί.
Διαφθορά και έλλειψη διαφάνειας:
Από τον νόμο προβλέπονται ποινικές κυρώσεις για αξιωματούχους που καταδικάστηκαν για διαφθορά, αλλά η κυβέρνηση δεν εφάρμοζε πάντα τον νόμο αποτελεσματικά. Οι αξιωματούχοι μερικές φορές εμπλέκονται σε πρακτικές διαφθοράς ατιμώρητοι. Η Εθνική Αρχή Διαφάνειας (NTA) επιβλέπει την εφαρμογή ενός Εθνικού Σχεδίου Δράσης για την Καταπολέμηση της Διαφθοράς (NACAP) για την περίοδο 2022-2025, διεξάγει έρευνες και παρακολουθεί την εφαρμογή των διατάξεων που σχετίζονται με τις δηλώσεις περιουσιακών στοιχείων και το lobbying.
Τον Δεκέμβριο του 2021, οι διατάξεις του Ποινικού Κώδικα περί δωροδοκίας τροποποιήθηκαν για να ανταποκριθούν στις συστάσεις της Ομάδας Κρατών κατά της Διαφθοράς (GRECO), του οργανισμού κατά της διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης. Το 2021 ο Εισαγγελέας Οικονομικών Εγκλημάτων χειρίστηκε 266 υποθέσεις, κλείνοντας 81, ενώ 156 ήταν ακόμη σε εκκρεμότητα. Ο εισαγγελέας άσκησε κατηγορίες σε 19 υποθέσεις.
Qatargate:
Στις 11 Δεκεμβρίου, οι βελγικές αρχές συνέλαβαν την Εύα Καϊλή, Ελληνίδα βουλευτή και αντιπρόεδρο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, για φερόμενη συμμετοχή σε σκάνδαλο διαφθοράς. Κατηγορήθηκε για διαφθορά, ξέπλυμα βρώμικου χρήματος αφού φέρεται να έλαβε δωροδοκίες από την κυβέρνηση του Κατάρ και είναι προφυλακισμένη στις Βρυξέλλες.
Η κατάσταση στις φυλακές:
Καταγγελίες κάνουν λόγο για απάνθρωπη και εξευτελιστική μεταχείριση κρατούμενων, σωματική κακομεταχείριση κρατουμένων από φύλακες, υπερπληθυσμό, ανεπαρκής υγιεινή.
Καταγγελίες για την συμπεριφορά της αστυνομίας:
Ο Συνήγορος του Πολίτη, μέσω του Εθνικού Προληπτικού Μηχανισμού Διερεύνησης Αυθαίρετων Περιστατικών, έλαβε 288 καταγγελίες το 2021, οι περισσότερες από τις οποίες αφορούσαν την αστυνομία και σχετίζονταν με την προσβολή της ανθρώπινης ακεραιότητας, της υγείας ή της προσωπικής ελευθερίας.
Περισσότερες από τις μισές καταγγελίες ανέφεραν καταχρηστική συμπεριφορά που έλαβε χώρα κατά τη διάρκεια συλλήψεων, κρατήσεων και άλλων αστυνομικών επιχειρήσεων. Σε πολλές περιπτώσεις τα θύματα της αστυνομικής κακοποίησης ήταν ανήλικοι, νέοι, αλλοδαποί, μετανάστες ή αιτούντες άσυλο.
Προσφυγικό:
Υπάρχουν αναφορές από αιτούντες άσυλο ότι κακοποιήθηκαν σωματικά και τους στέρησαν τα προσωπικά τους αντικείμενα πριν από την επαναπροώθησή τους στην Τουρκία. Σε μια πρόσφατη ανεξάρτητη έρευνα υπό την αιγίδα της κυβέρνησης, το 93% των αυτοπροσδιοριζόμενων θυμάτων επαναπροωθήσεων δήλωσαν ότι οι αρχές τους στέρησαν προσωπική περιουσία- το 77% ανέφεραν ότι τους στέρησαν τα έγγραφα ταυτότητάς τους. Υπήρξαν επίσης αναφορές για σωματική κακοποίηση ή βία που απευθύνονταν σε κρατούμενους μετανάστες και σε κατοίκους κλειστών δομών.
Υποκλοπές:
Η έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ αναφέρει πως στις 11 Απριλίου, τα μέσα ενημέρωσης ισχυρίστηκαν ότι η κυβέρνηση χρησιμοποίησε κατασκοπευτικό λογισμικό Predator από τις 21 Ιουλίου έως τις 24 Σεπτεμβρίου 2021 για να παρακολουθεί τον ερευνητή δημοσιογράφο Θανάση Κουκάκη.
Ο Κουκάκης υπέβαλε καταγγελία στην Ελληνική Αρχή για την Ασφάλεια των Επικοινωνιών και την Προστασία του Απορρήτου τον Αύγουστο του 2020, ισχυριζόμενος ότι το κινητό του τηλέφωνο παρακολουθούνταν- η αρχή διαπίστωσε ότι δεν υπήρχαν αποδείξεις παρακολούθησης.
Στις 28 Μαρτίου, μια έκθεση από το Citizen Lab του Πανεπιστημίου του Τορόντο επιβεβαίωσε τις υποψίες του Κουκάκη. Ο Κουκάκης κατέθεσε καταγγελία στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στις 28 Ιουλίου.
Επίσης, στις 26 Ιουλίου, ο Νίκος Ανδρουλάκης, αρχηγός του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, υπέβαλε καταγγελία στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου, ισχυριζόμενος ότι είχε βρει στο κινητό του τηλέφωνο κατασκοπευτικό λογισμικό Predator.
Σύμφωνα με δημοσιεύματα των μέσων ενημέρωσης, η καταγγελία του προκάλεσε συζήτηση κεκλεισμένων των θυρών στη Βουλή, κατά την οποία ο επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών παραδέχθηκε ότι ο Κουκάκης και ο Ανδρουλάκης είχαν παρακολουθηθεί. Αρνήθηκε ότι είχε χρησιμοποιηθεί το λογισμικό Predator και υποστήριξε ότι η παρακολούθηση είχε διεξαχθεί νόμιμα με την κατάλληλη δικαστική άδεια. Η κυβέρνηση αρνήθηκε δημοσίως ότι αγόρασε ή χρησιμοποίησε το λογισμικό κατασκοπευτικής παρακολούθησης Predator.
Στις 5 Αυγούστου, ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης έκανε δεκτές τις παραιτήσεις του προσωπάρχη του και του επικεφαλής της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Στις 19 Σεπτεμβρίου, η κυβέρνηση ψήφισε νομοθεσία που απαιτεί κάθε κυβερνητική παραβίαση της ιδιωτικής ζωής των πολιτών να έχει προεγκριθεί τόσο από εισαγγελέα όσο και από εισαγγελέα εφετών. Στις 9 Δεκεμβρίου, η κυβέρνηση ψήφισε νομοθεσία που προβλέπει ελάχιστη ποινή φυλάκισης δύο ετών για τη χρήση, πώληση ή διανομή κατασκοπευτικού λογισμικού».
Γυναικοκτονίες:
Αναφορικά με την βία σε βάρος των γυναικών, η έκθεση επισημαίνει ότι έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2022, 15 γυναίκες είχαν πεθάνει ως αποτέλεσμα ενδοοικογενειακής βίας.
Φυλετικές διακρίσεις:
Ενώ το σύνταγμα και ο νόμος απαγορεύουν τις διακρίσεις σε βάρος μελών μειονοτικών ομάδων, οι Ρομά και τα μέλη άλλων μειονοτικών ομάδων αντιμετώπισαν διακρίσεις.
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην δολοφονία από αστυνομικό, του 16χρονου Ρομά, Κώστα Φραγκούλη στην Θεσσαλονίκη, ο οποίος πυροβολήθηκε στη διάρκεια καταδίωξης, μετά από κλοπή βενζίνης αξίας 20 ευρώ.
Διακρίσεις στην εργασία:
Σύμφωνα με τον Συνήγορο του Πολίτη, σημειώθηκαν διακρίσεις με βάση τη φυλή, το φύλο, την αναπηρία και την ηλικία. Ειδικότερα επισημαίνει ότι εργοδότες απολύουν γυναίκες εργαζόμενες από την εργασία κατά τη διάρκεια και αμέσως μετά την εγκυμοσύνη. Ορισμένοι εργοδότες είναι απρόθυμοι να διατηρήσουν υπαλλήλους που είχαν μερική αναπηρία.
Την ίδια στιγμή, οι μισθοί των γυναικών ήταν 10,4% χαμηλότεροι από εκείνους των ανδρών υπαλλήλων.
Ολόκληρη η έκθεση του State Department είναι εδώ