Να πω; Τι να πω, για σένα; Τίποτα δεν θα πω. Τίποτα δεν μπορώ να πω. Θα πω μόνο πως σε λατρέψαμε πολύ, πως έγραψες στις ζωές μας, πως είσαι πάντα στις ζωές μας και μιας και τα ήξερες όλα αυτά… όλα αυτά πολλαπλασιάζονται στο άπειρο.
Και τώρα θα αράξω να δω ταινίες σου, που να έχουν άντρες πρωταγωνιστές. Πάλι έτσι θα νομίσω. Άντρες που όλο φεύγουν και όλο εδώ είναι. Που προσπαθούν να συνηθίσουν τα μάτια τους στο γυναικείο σύμπαν. Που κάθε λίγο θα σταματάνε το καρέ και θα λένε, “Είστε καλά. Αν δεν είστε πρέπει να αποφασίσετε τώρα. Καλού κακού, μείνετε ακίνητος…”. Άντρες που μπαίνουν στον κόπο, μόνο για το παράπονο. Κόντρα στον έλεγχο των παρορμήσεων. Να ζήσουν σαν πουλιά. Ζωή μαγική. Παράφορα. Λωποδύτες θλιμμένοι, θυμωμένοι που πρέπει συνέχεια να διαλέγουν. Ένα συνεχόμενο… πάρε με μαζί σου ή… θα σε πάρω μαζί μου.
Έχω παίξει σε όλες τις ταινίες σου κυρ Σταύρο.
Έχω γυρίσει σε τσιγγάνικα τσαντίρια στην άκρη του δρόμου, χωματόδρομους, μαγειρεία, καφενοπαντοπωλεία, σαραβαλάκια, μικρά βενζινάδικα, “γειά σου, τι κάνεις;”, παραλίες με σκηνές, μυρωδιά επαρχίας, βουτιά στην παιδική ηλικία, ανθρωπιά.
Μετανιώνω. Ήμουν σχόλιο, στα πανέμορφα μονοπλάνα σου. Δραπέτης, σκαπανέας, μουσικός χωρίς σουξέ.
Όλα με τρεις ζάχαρες. Σε μια χώρα, τόσο πρόσφατα μακρινή. Έχω πάει… φεύγοντας στην γυναίκα. Δεν έφυγα ποτέ από κοντά της. Η γυναίκα. Η Όλια, η Δώρα, οι Κλυταιμνήστρες. Που έχουν το μεγάλο βάρος να ορίζουν την μοίρα μας. Οι γυναίκες σου. Αγίες στους τοίχους παλιών μοναστηριών. Σήματα sos, σε τηλεφωνικές ατζέντες. Πανέμορφες στην δική τους καθημερινότητα. Ένα συνεχόμενο… πάρε με μαζί σου ή… θα σε πάρω μαζί μου. Δραπέτες κι αυτές, γιατί το δικαιούνται.
Πάνω από όλα, όμως, η κάθαρση.
Δύο κατηγορίες ανδρών, υπάρχουν σε αυτήν την ζωή. Εκείνοι που ήταν ερωτευμένοι μαζί τους κι εμείς που είμαστε ακόμα. Σαν τα μπεκατσόνια.
Δεν θα πω ούτε την κουβέντα του Γιάννη, όταν είδε το, “Γυναίκες που περάσατε από δω”… και που με έκανε να μην το δω, έτσι για να περιμένω, άλλο ένα δώρο σου κυρ Σταύρο.
Μας λείπεις.
3×3;