Τη διαχείριση φυλακών στο Μπέρμιγχαμ παίρνει πίσω το βρετανικό κράτος από την ιδιωτική εταιρία G4S, καθώς έκθεση αποκάλυψε μαζική παραβίαση όλων των κανόνων.
Το υπουργείο Δικαιοσύνης του Ηνωμένου Βασιλείου προχώρησε στην πρωτοφανή απόφαση, αφού επιθεωρητές διαπίστωσαν ότι στη φυλακή κυριαρχούσαν πλέον τα ναρκωτικά, το αλκοόλ και η βία με τους κρατούμενους να μένουν ατιμώρητοι και τους διαδρόμους να είναι γεμάτοι με αίματα, εμετούς και κατσαρίδες.
Γι’ αυτό η κυβέρνηση απομακρύνει τον επικεφαλής του αποτυχημένου σωφρονιστικού ιδρύματος HMP, που θα επισκευαστεί, και αναμένεται να μεταφέρει πάνω από 300 κρατούμενος.
Ο αρμόδιος επικεφαλής επιθεωρητής, Πίτερ Κλαρκ, δήλωσε ότι από την τελευταία αυτοψία στις αρχές του 2017 υπήρξε «δραματική επιδείνωση» και η κυβέρνηση θα πρέπει να ξεκινήσει μια επείγουσα έρευνα αναφορικά με την κατάσταση της φυλακής, την πιο βίαιη στην Αγγλία και την Ουαλία.
Απαράδεκτη και τρομακτική κατάσταση
Οι συμμορίες της φυλακής που ασκούν βία «μπορούσαν να το κάνουν σχεδόν ατιμώρητα», πρόσθεσε. Οι επιθεωρητές είδαν επίσης κρατούμενους, οι οποίοι ήταν προφανώς υπό την επήρεια ποτών ή ναρκωτικών.
Το προσωπικό ήταν τρομαγμένο και υφίσταντο εκφοβισμούς, σύμφωνα με τη σχετική έκθεση, η οποία διαπίστωσε ακόμα και εμπρηστική επίθεση στον υποτίθεται ασφαλή χώρο του πάρκινγκ.
Μάλιστα, οι αξιωματικοί των φυλακών αγνοούσαν συχνά πού βρίσκονταν οι κρατούμενοι, ενώ κοινόχρηστοι χώροι ήταν βρώμικοι και σχεδόν κάθε παράθυρο κατεστραμμένο.
Ο κ. Κλαρκ έκανε λόγο για πρωτοφανή στοιχεία και στην επιστολή του προς τον γραμματέα του υπουργείου Δικαιοσύνης, Ντέιβιντ Γκούκι, τόνισε την επείγουσα ανάγκη για αντιμετώπιση της κακής διαχείρισης, της βίας, της εξάπλωσης των ναρκωτικών και της έλλειψης ελέγχου. Άλλωστε, ο ίδιος δεν πιστεύει ότι υπάρχει δυνατότητα βελτιώσης των συνθηκών.
Το υπουργείο ανακοίνωσε ότι είχε προσπαθήσει να πάρει μέτρα για να αλλάξει η απαράδεκτη κατάσταση χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία και ότι αναγκάστηκε να θέσει την φυλακή ξανά υπό κυβερνητικό έλεγχο, από τη στιγμή που ο ιδιώτης παραβίασε τη σύμβασή του για την ασφαλή λειτουργία της.
Δεν θα υπάρξουν απολύσεις στο προσωπικό, ενώ το υπουργείο ανέφερε ότι θα στείλει επιπλέον 30 μέλη έμπειρων εργαζομένων σε φυλακές, καθώς και νέο διευθυντή.
Ερωτήματα για τη διαχείριση φυλακών από ιδιώτες
Η κατάσταση της φυλακής, κατηγορίας Β, για τη λειτουργία της οποίας η G4S είχε συνάψει 15ετή σύμβαση, μπορεί να εγείρει σημαντικά ερωτήματα τις επόμενες ημέρες σχετικά με τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στη διαχείριση των φυλακών.
«Έχουμε καλές ιδιωτικές φυλακές σε ολόκληρη τη χώρα, ενώ το Μπέρμιγχαμ αντιμετωπίζει τις δικές τους προκλήτες. Είναι απολύτως σαφές ότι πρέπει να αρχίσει να ανταποκρίνεται στα πρότυπα που παρατηρούνται αλλού» δήλωσε ο αρμόδιος υπουργός.
Πηγές του υπουργείου επέμειναν από την πλευράς ους ότι η κυβέρνηση δεν θεωρεί πως η ιδιωτικοποίηση ήταν η αιτία των προβλημάτων της φυλακής, επισημαίνοντας ότι σε άλλες φυλακές της G4S οι εκθέσεις επιθεωρητών ήταν καλές.
Επίσης, το υπουργείο υποστήριξε ότι η φυλακή HMP υφίσταντο τις σημαντικές επιπτώσεις μετά τις εξεγέρσεις περισσότερων από 600 κρατουμένων το 2016, όταν η κυβέρνηση αναγκάστηκε να επιστρατεύσει ειδικά εκπαιδευμένους αστυνομικούς για πάνω από 12 ώρες.
Ωστόσο, έκθεση ανεξάρτητου παρατηρητηρίου είχε προειδοποιήσει για τους κινδύνους πριν από τις συγκεκριμένες ταραχές σημειώνοντας ότι οι επιθέσεις στο προσωπικό αυξήθηκαν κατά 84%, που αποτελεί ποσοστό ρεκόρ με 164 να συμβαίνουν πέρυσι.