Τέχνη & Πολιτισμός

Τα ηθικά όρια των αγορών

By N.

January 04, 2017

Tου Θωμά Ψήμμα

Ο καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου του Harvard, Michael Sandel, έχει αφιερώσει όλη την ακαδημαϊκή του διαδρομή στην (κοινοτιστική) αποδόμηση του οικονομικού φιλελευθερισμού και στην αναζήτηση ηθικών φραγμών για την αναχαίτιση της αγοραίας επέλασης. Στο βιβλίο του «Τι δεν μπορεί να αγοράσει το χρήμα», το οποίο κυκλοφόρησε πρόσφατα στην ελληνική γλώσσα από τις εκδόσεις «Πόλις» (μετάφραση Μιχάλη Μητσού), παραθέτει μια σειρά από άκρως παραστατικά έως σοκαριστικά παραδείγματα για να αποδείξει εμπειρικά την αχαλίνωτη διείσδυση της αγοραίας νοοτροπίας στο σύνολο των διατομικών ή κοινωνικών δραστηριοτήτων.

Σταχυολογώ ενδεικτικά τις παρακάτω περιπτώσεις ρύθμισης με όρους αγοράς (κόστους-οφέλους) πτυχών της ανθρώπινης ύπαρξης, οι οποίες μέχρι τη δεκαετία του 1980 τεκμαίρονταν αμάχητα ότι ευρίσκονται εκτός του εμπορευματικού κύκλου συναλλαγών. Η fast track παράκαμψη της ουράς, η παρένθετη μητρότητα με εξαγορασμένη κύηση από μητέρες του υπανάπτυκτου ή αναπτυσσόμενου κόσμου, θεσμοθετημένα χρηματικά κίνητρα σε μαθητές που διαβάζουν βιβλία ή παίρνουν καλούς βαθμούς, το κυνήγι προστατευόμενων ειδών του ζωικού βασιλείου έναντι πληρωμής, η νομισματοποίηση των δώρων, η εμπορευματοποίηση της ονοματοδοσίας και, το πιο εξωφρενικό, η μεταπώληση ασφαλιστηρίων ζωής με αποτέλεσμα κάποιος «επενδυτής» να έχει συμφέρον στον «έγκαιρο» θάνατο ενός αγνώστου (και μάλιστα εν αγνοία του τελευταίου).

Ορθά επισημαίνει ο Sandel ότι οι προαναφερόμενες στρεβλώσεις της ηθικής στο βωμό της οικονομικής αποτελεσματικότητας επικυρώνουν μια κοσμογονική μετεξέλιξη του καπιταλισμού (από τη Συναίνεση της Ουάσινγκτον και πέρα): το πέρασμα από την οικονομία της αγοράς στην κοινωνία της αγοράς. Με άλλα λόγια, η αγοραία λογική του κέρδους, του ανταγωνισμού και της διάχυσης της ευημερίας προς τα κάτω (trickle down effect) δεν επηρεάζει καταλυτικά μόνο τις σχέσεις παραγωγής και ανταλλαγής στην υποδομή (οικονομία), αλλά επεκτείνεται ηγεμονικά και στο εποικοδόμημα (ιδεολογικοί μηχανισμοί του κράτους).

Ο Sandel κατηγοριοποιεί τις ενστάσεις που διατυπώνονται κατά της εμπορευματοποίσης βασικών αρχών-αυταξιών της κοινωνικής συμβίωσης σε δυο πόλους:

α) Δικαιοσύνη: Το εξισωτικό πρόταγμα της κοινωνικής δικαιοσύνης αμφισβητεί έντονα τη δήθεν ελευθερία επιλογής των υποκειμένων που δέχονται π.χ. να μετατρέψουν το σώμα τους σε κινητή διαφήμιση ή να πουλήσουν το νεφρό τους, προβάλλοντας τις εξόφθαλμες κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, οι οποίες υπονομεύουν εξ αρχής τη συμβατική ελευθερία στην «πρωταρχική θέση». Επιπλέον, η διάχυση των αγορών σε πλείστα κοινωνικά πεδία θεσμοποιεί την «τυραννία των πλουσίων», χωρίζοντας τους ανθρώπους σε ορατές, αν και αόριστες, κάστες ανάλογα με τη δυνατότητα διακριτής πρόσβασης σε πτυχές του κοινού μας βίου (π.χ. στο γήπεδο, στο μουσείο, στο αεροδρόμιο, στις συναλλαγές, στις προτιμήσεις).

β) Διαφθορά: Η εμπορευματοποίηση των πάντων, ανεξαρτήτως αν γίνεται με όρους ισότητας ή ανισότητας, ενέχει τον θανάσιμο κίνδυνο διαστρέβλωσης της εγγενούς ηθικής ποιότητας αγαθών του ατομικού, διατομικού ή κοινού μας βίου. Για παράδειγμα, η αξία της ζωής, της ανθρώπινης αξιοπρέπειας της εκπαίδευσης, της συμμετοχής στις κοινωνικές, πολιτικές, οικονομικές και πολιτισμικές «στιγμές» της ύπαρξής μας σχετικοποιείται και διαστρέφεται όταν εξετάζεται αποκλειστικά και μόνο υπό το πρίσμα της οικονομικής αποτελεσματικότητας, όταν η πολιτική κοινότητα αντιμετωπίζεται ως (μαθηματικού τύπου) άθροισμα των ατομικών ωφελειών.

Σε ακόμα ένα βιβλίο του ο Sandel καταπιάνεται με ένα εξαιρετικά επίκαιρο και διαχρονικό ζήτημα (τη σχέση δικαιοσύνης-αγοράς), παραθέτει ζωηρά και εύστοχα παραδείγματα, μερικά εκ των οποίων αποτελούν γροθιά στο στομάχι (π.χ. μεταπώληση ασφαλιστηρίων ζωής, πώληση οργάνων του ανθρώπινου σώματος), και προβαίνει σε αξιόλογες κατηγοριοποιήσεις-αναγνώσεις των ηθικών αξιών που κλονίζονται συθέμελα από την επέλαση της νεοφιλελεύθερης (ατομικιστικής, οικονομικίστικης, τεχνοκρατικής) λογικής. Ωστόσο, ο ηθικός-πολιτισμικός σχετικισμός τον περιορίζει σε διασθητικές προσλήψεις της ηθικής και σε μια εμπειρική (και όχι κανονιστική) αποδοκιμασία της παντοκρατορίας των αγορών στην οργανωμένη κοινωνική συμβίωση. Παράλληλα, ο (εν πολλοίς ασύμβατος με τον πολιτικό φιλελευθερισμό) κοινοτισμός του συγγραφέα τον ωθεί στο να προσλαμβάνει τη δημοκρατία απλώς ως κοινή ζωή (αποδεχόμενος έτσι τον κίνδυνο «τυραννίας της πλειοψηφίας», κομφορμιστικής επιβολής του «κοινού περί δικαίου αισθήματος»), χωρίς να προσεγγίζει τη δημοκρατία ως έμπρακτη διαβουλευτική άσκηση προσωπικής και συλλογικής αυτονομίας.

Συνοψίζοντας, το πολύ παραστατικό βιβλίο του Sandel «Τι δεν μπορεί να αγοράσει το χρήμα» μας δίνει το κατάλληλο ερέθισμα (χωρίς πάντως να απαντά ικανοποιητικά), προκειμένου να ανιχνεύσουμε την άρρηκτη σχέση μεταξύ (αυτόνομης) ηθικής, διαβουλευτικής δημοκρατίας, κοινωνικού κράτους, διανεμητικής δικαιοσύνης και ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Η διαλεκτική συμπόρευση των παραπάνω αρχών μας παρέχει το κανονιστικό υλικό, ώστε να αρθρώσουμε μια συνεπή (καθολικεύσιμη) θεωρία δικαιοσύνης-ασπίδα προστασίας έναντι της (οιονεί μεταφυσικής) αποθέωσης του τεχνοκρατικού ορθολογισμού (ο Ορθός Λόγος ως υπολογιστική μηχανή κόστους-οφέλους).

Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, την Παρασκευή 30.12.2016

Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.