Πιάνει το τρένο από τ’ αυτί, μην την περνάς τη Γευγελή…
“Τι έγινε εκεί το τρένο που έβλεπε τα άλλα τρένα να περνούν…” – Το τρένο
Ξέρεις; Νομίζω όσα χρόνια κι αν περάσουν ποτέ δε θα μάθω τελικά τι απέγινε εκείνο το τρένο. Θα μείνω, απλώς, να το τραγουδάω. Ένας γνωστός μου έλεγε πως στον κόσμο των τραγουδιών που μου αρέσουν δεν υπάρχουν ταξίδια με άλλα μέσα. Δεν υπάρχουν ταξίδια με αεροπλάνα. Μόνο ταξίδια με τρένα. Αν και έχω στο μυαλό μου ένα δυο παραδείγματα που αποδεικνύουν το αντίθετο, τελικά θα συμφωνήσω. Ναι, στον κόσμο μου υπάρχουν μόνο τρένα. Ίσως γιατί δεν μπορώ να κινηθώ πάνω σε ράγες εύκολα. Ίσως γιατί για να μπω σε μια σταθερή τροχιά χρειάζεται να με βοηθήσει κάποιος. Να έχω ένα μέσο βρε παιδί μου. Ενώ στον ουρανό ανοίγεις απλώς τα χέρια και πετάς.
“Θέλω να `ρθεις, και να πάμε όπου πάει το επόμενο τρένο…” – Το τέλος του κόσμου
Πάντα μου άρεσαν τα ταξίδια με τρένο. Από μικρό παιδάκι ακόμα το έβρισκα παιχνίδι. Διαδρομή Αθήνα – Πάτρα σχεδόν μια φορά την εβδομάδα με τη μάνα μου να με κυνηγάει από πίσω στους διαδρόμους. Εκεί, νομίζω, κατάλαβα τι σημαίνει να ισορροπείς σε κάτι που κινείται με την όποια ταχύτητα (που πήγε, αλήθεια, μεγαλώνοντας αυτή η γνώση;) Μετά, στο πρώτο ταξίδι μόνη μου στο ενδιάμεσο των βαγονιών για ένα τσιγάρο στα κλεφτά. Πάλι εκτός θέσης. Κι αργότερα ταξίδι βραδινό με παρέα. Να χαίρεσαι που ο άλλος ταξιδεύει μαζί σου και να τυλίγεις τα πόδια σου πάνω του όσο πιο σφιχτά μπορείς και να δένεσαι κόμπος και να λες ψιθυριστά όσα δεν τολμάς να πεις, για να θα σε καλύψει ο ήχος από τις ράγες. Και να έχεις βρει – έστω για εκείνη τη στιγμή – τη θέση σου.
“Πιάνει το τρένο από τ’ αυτί, μην την περνάς τη Γευγελή…” – Στην Κοιλάδα των Τεμπών
“Μα η σιδηροδρομική γραμμή πρέπει να ανοίξει”. Όλο και περισσότερο το ακούω αυτό τις τελευταίες ημέρες κι αδυνατώ να καταλάβω. Και οι άνθρωποι που είναι εκεί; Τι θα γίνουν; Πού θα πάνε; Πώς θα τους πείσεις πως δεν υπάρχει τρόπος να φύγουν; Πώς δεν υπάρχει τρόπος να ζήσουν όπως ζουν και οι υπόλοιποι; “Ναι αλλά και αυτοί πρέπει να καταλάβουν πως πρέπει να περάσουν τα εμπορεύματα επιτέλους. Πως χάνουνται χρήματα.” Ε, αυτό είναι που δε χωράει στο μυαλό μου με τίποτα. Δηλαδή τα εμπορεύματα μπορούν να περάσουν οι άνθρωποι όχι. Τα προϊόντα μπορούν να μετακινούνται και οι ζωές να περιορίζονται; “Ναι αλλά η οικονομία;” Και από ποιον φτιάχτηκε η οικονομία και τα εμπορεύματα; Και για ποιους; Πως να εξηγήσεις σε ένα πιτσιρίκι, που παρά τις συνθήκες στην Ειδομένη, παίζει ακόμα με τα άλλα πιτσιρίκια, πως έχει λιγότερα δικαιώματα από ένα εμπόρευμα; Πώς να εξηγήσεις στους μεγαλύτερους πως δεν υπάρχουν μόνο βαγόνια – ελπίδες αλλά βαγόνια που μπορούν να σταματήσουν ένα ταξίδι;
“Αχ παλληκάρι μου τα τρένα φύγαν, δεν έχει δρόμο για μισεμό, κι όσοι μιλούσαν για λυτρωμό, πες μου πού πήγαν…” – Αχ χελιδόνι μου
Κυριακή απόγευμα. Μπαίνω στο ίντερνετ να κοιτάξω για εισιτήριο. Αγαπημένο πρόσωπο που τα μάζεψε και έφυγε πριν κάποιο καιρό είναι στο νοσοκομείο, στα βόρεια. Αν τον ρωτήσεις υποστηρίζει με σθένος πως εδώ δεν υπάρχει τίποτα καλό. Στο εξωτερικό όλα είναι αλλιώς, καλύτερα. Δουλειές, άνθρωποι, υγεία. Πως έχει ρίξει μαύρη πέτρα πίσω του και πως αποκλείεται να επιστρέψει. Με την πρώτη στραβή, όμως, παίρνει το πρώτο αεροπλάνο και έρχεται έστω για λίγο. “Ε, ήταν μια καλή ευκαιρία να κάνω μία βόλτα” θα σου πει μέσα από το… νοσοκομείο. “Μην έρθεις όμως. Μάλλον είμαι καλύτερα”. Πόσο δύσκολες τελικά οι παραδοχές στους γύρω μας. Πόσο πιο δύσκολες στο μέσα μας. Το ταξίδι αναβάλλεται…
“Τα τρένα που φύγαν αγάπες μου πήρανε…” – Τα τρένα που φύγαν
Πάντα μου άρεσαν τα ταξίδια με τρένα. Τα ίδια τα τρένα τα αγαπώ. Για όλους τους σταθμούς που με πήγαν και για κάποιους τους ανθρώπους που συνάντησα. Και τα φοβάμαι. Για όλα τα ταξίδια κάποιων ανθρώπων που ακυρώθηκαν προς μια καλύτερη ζωή και για κάποιους ανθρώπους που πήραν μαζί τους. Και τα μισώ για κάποια ταξίδια που δεν έκανα…
“Αντίο Λιλιπούπολη, αντίο, αντίο, παίρνω το πατίνι μου, το άλογο, το πλοίο, παίρνω το τρένο της γραμμής, παίρνω τ’ αεροπλάνο και φεύγω Λιλιπούπολη, φεύγω μακριά, σε χάνω…” – Αντίο Λιλιπούπολη