#Πονάω
Τι θα κάνουμε σήμερα μαμά; Είναι Σάββατο, είναι Κυριακή, είναι γιορτή και σήμερα δε δουλεύετε. Είναι οι μέρες που πηγαίναμε σε πάρκα, σε πλατείες, σε ταβέρνες, σε θάλασσες, σε φίλους, σε θέατρα, σε πάρτυ. Σήμερα πού θα πάμε; Ξέρω μαμά, δεν γίνονται πια πάρτι, ούτε και σε φίλους πηγαίνουμε πια, ξέρω και τα θέατρα είναι κλειστά καιρό τώρα. Έχω ξεχάσει πώς μοιάζει το θέατρο. Ναι, και οι ταβέρνες κλειστές είναι, δε θυμάμαι καν τι κάνουν οι άνθρωποι στις ταβέρνες. Δεν πειράζει μαμά, έχουμε ακόμα τις πλατείες. Έχουμε ακόμα τα πατίνια μας και τις μπάλες μας, και τους φίλους μας. Και είναι πολύ ωραία στις πλατείες, όταν ο ήλιος είναι λαμπερός και τα μάτια σας αστράφτουν από χαρά κι αγάπη που μας βλέπετε να παίζουμε και να φωνάζουμε με όλη μας τη δύναμη και δεν χρειαζόμαστε τίποτε άλλο για να είμαστε ευτυχισμένα. Και είστε κι εσείς ευτυχισμένοι μαζί μας. Γιατί έχουμε τις πλατείες μαμά και είναι τόσο ωραία όταν γελάμε όλοι μαζί, και είναι τόσο ωραία όταν γελάτε κι εσείς και είναι σαν να λάμπει η γη όλη.
Όμως μαμά, δεν θέλω να πάω ξανά στην πλατεία. Τη φοβάμαι την πλατεία μαμά. Φοβάμαι μην ξανάρθουν. Αυτοί. Φοβάμαι μη μας φωνάξουν ξανά. Και μη σηκώσουν τα χέρια τους με εκείνο το μίσος και χτυπήσουν τα παιδιά που κάθονται και μιλάνε στο δίπλα παγκάκι. Φοβάμαι μην ακούσω ξανά κάποιον να πονάει. Δεν μπορώ να πονάνε μαμά. Γιατί τον χτυπούσαν μαμά; Γιατί τον μισούσαν μαμά; Τη φοβάμαι την πλατεία. Φοβάμαι για τον μπαμπά. Κι αν έρθουν πάλι αυτοί και ο μπαμπάς τους πει να φύγουν; Θα τους πει να φύγουν, μου το είπε εχθές που έκλαιγα γιατί τους φοβόμουν. Θα τους πει να φύγουν κι αυτοί θα τον χτυπήσουν. Και μετά θα πονάει κι αυτός. Να μην ξαναπάμε στην πλατεία μαμά. Θα κάτσω στο δωμάτιό μου, τι την θέλουμε την πλατεία; Θα κάτσω εδώ ήσυχα και θα παίξω μόνη μου.
Αλλά όταν μεγαλώσω μαμά θα φτιάξω μια άλλη πλατεία που θα είναι μόνο για παιδιά και μαμάδες και μπαμπάδες και γιαγιάδες και ζευγάρια που αγαπιούνται αλλά δεν το λένε ή το λένε κάποιες φορές σιγανά. Θα απαγορεύεται να έρχονται αυτοί. Για να μην φοβάται κανείς. Και να μην πονάει κανείς. Κι αν κάποιος πει πονάω, θα είναι από αυτά τα πονάω που περνάνε με το φιλί μια μαμάς και την αγκαλιά ενός μπαμπά. Και μόνο θα γελάμε και μόνο θα κλαίμε όταν θα είμαστε τόσο χαρούμενοι που δε θα μπορούμε πια να γελάμε.