Του Κώστα Ράπτη
Οι πληροφορίες σχετικά με την τύχη του τέως προέδρου της Υεμένης Ali Abdullah Saleh, ο οποίος αναφέρεται ότι έχασε τη ζωή του σε βομβαρδισμό της οικίας του στη Σανάα από τους μέχρι πρότινος συμμάχους του αντάρτες Houthi, εικονογραφούν τις θεαματικές ανατροπές που σημειώνονται τα τελευταία 24ωρα στην αγνοημένη, αλλά κρίσιμη συνολικά για τις διεθνείς ισορροπίες ανθρωποσφαγή στην “Ευδαίμονα Αραβία”.
Ο Saleh υπήρξε πρωταθλητής της πολιτικής επιβίωσης. Αναδείχθηκε πρόεδρος της τότε Βόρειας Υεμένης το 1978 και πρόεδρος της επανενωμένης Υεμένης το 1990, όταν το φιλοσοβιετικό νοτιοϋεμενικό καθεστώς του Άντεν εξέιλιπε και απορροφήθηκε από τη Σανάα.
Η Αραβική Άνοιξη του 2011 γνώρισε θεαματικό ξέσπασμα στην Υεμένη, όπου τις μεγάλες διαδηλώσεις, με πρωταγωνιστές τους φοιτητές, διαδέχθηκε η ένοπλη εξέγερση: Ο Saleh τραυματίσθηκε σοβαρά σε επίθεση εναντίον του προεδρικού μεγάρου, μεταφέρθηκε για νοσηλεία στη Σαουδική Αραβία, υπέβαλε την παραίτησή του, μετά και από πιέσεις των οικοδεσποτών του, και είδε να τον διαδέχεται, ως μόνος υποψήφιος στις εκλογές που ακολούθησαν, ο αντιπρόεδρός του, Abd Rabbuh Mansour Hadi. Με τον Saleh μόνο εξιλαστήριο θύμα, η απειλή μιας πραγματικής ανατροπής στα θεμέλια του καθεστώτος αποτράπηκε, προς μεγάλη ανακούφιση του Ριάντ και της Ουάσιγκτον.
Ωστόσο, τα αδιέξοδα της φτωχότερης (και με τον νεανικότερο πληθυσμό) χώρας του αραβικού κόσμου παρέμειναν και η γενιά της εξέγερσης του 2011 βρέθηκε να παίρνει την οδό του θρησκευτικού σεκταρισμού. Στον Νότο, το κίνημα για την εκ νέου ανεξαρτητοποίηση της περιοχής, ενισχύθηκε, μολονότι ο Hadi έχει τη βάση της εξουσίας του στο Άντεν, ενώ τζιχαντιστές της “Αλ Κάιντα της Αραβικής Χερσονήσου” (και εσχάτως και του Ισλαμικού Κράτους) ελέγχουν μεγάλες εκτάσεις στις οποίες έχει καταλυθεί η κρατική εξουσία.
Στον Βορρά, οι εξελίξεις ευνόησαν την ανάδυση της Ansarullah, όπως είναι η επίσημη ονομασία του πολιτικοστρατιωτικού κινήματος, στο οποίο πρωτοστάτησαν οι αδελφοί Houthi και εκφράζει τα συμφέροντα της θρησκευτικής κοινότητας των Zaydi (που τοποθετείται μεταξύ σιιτικού και σουνιτικού Ισλάμ). Υπενθυμίζεται ότι η Βόρεια Υεμένη ήταν σε παλαιότερες εποχές ζαϊδικό ιμαμάτο.
Μετά την έξωσή του από την προεδρία, ο Saleh, ο οποίος διατηρούσε μεγάλη επιρροή στον στρατό, βρέθηκε να προσεγγίζει τους Houthi – μολονότι ήταν η δική του αυταρχική προεδρία που τους είχε αρχικά οδηγήσει να πάρουν τα όπλα.
Το φθινόπωρο του 2014, εν μέσω νέων διαδηλώσεων στην πρωτεύουσα, οι Houthi ξεκίνησαν να προωθούνται από τα προπύργιά τους στα βουνά του Βορρά προς τη Σανάα, την οποία και κατέλαβαν, με τη βοήθεια των οπαδών του Saleh. O Hadi κατέφυγε στο Άντεν και ζήτησε τη βοήθεια της Σαουδικής Αραβίας, η οποία από τον Μάρτιο του 2015 (ήτοι λίγο αφότου ο φιλόδοξος πρίγκηπας Mohammad bin Salman ανέλαβε το υπουργείο Άμυνας) εξαπέλυσε, επικεφαλής διεθνούς συνασπισμού, την στρατιωτική επιχείρηση που έχει καταστήσει την Υεμένη εστία μιας τεράστιας ανθρωπιστικής καταστροφής.
Η Σαουδική Αραβία, εμφανίζει τη σύγκρουση στην Υεμένη, ως ένα ακόμη επεισόδιο του ανταγωνισμού της με το Ιράν και παρουσιάζει τους Houthi, λόγω της θρησκευτικής ιδιαιτερότητάς τους, ως απλά ενεργούμενα της Τεχεράνης. Το αφήγημα αυτό βοηθά πάντως τη σύμπραξη των δυτικών κρατών, που διευκολύνουν τη δράση του Ριάντ με πωλήσεις οπλισμού, παροχή πληροφοριών, κ.ο.κ.
Ωστόσο, παρά τα αλλεπάλληλα πλήγματα των πολεμικών αεροποριών της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, παρά την αξιοποίηση μισθοφόρων από πολλές διαφορετικές περιοχές του κόσμου και, κυρίως, παρά τον ναυτικό αποκλεισμό που έχει προκαλέσει τεράστιο λιμό καθώς και μία πρωτοφανή επιδημία χολέρας, οι σκληροτράχηλοι Houthi και οι σύμμαχοί τους δεν κάμφθηκαν. Αντίθετα, κατάφεραν να μεταφέρουν μέρος των εχθροπραξιών στη σαουδαραβική πλευρά των συνόρων, με αποτέλεσμα οι φιλοδοξίες του Σαουδάραβα διαδόχου να βυθιστούν σε έναν πολιτικο-επιχειρησιακό βάλτο με κόστος περίπου 10 δισ. δολαρίων ετησίως.
Σε αυτό το φόντο, φαίνεται πως το τελευταίο διάστημα δοκιμάστηκε το κλείσιμο του “φακέλου Υεμένη”, με τον εκ νέου προσεταιρισμό του Saleh από το Ριάντ, την απομόνωση και απώθηση των Houthi εκτός της πρωτεύουσας και τον τερματισμό των επιχειρήσεων του διεθνούς συνασπισμού.
Δεν είναι διόλου απίθανο, να προσέφερε τις υπηρεσίες της προς αυτή την κατεύθυνση και η Ρωσία, η οποία διατήρησε πάντοτε ανοικτή την πρεσβεία της στη Σανάα. Ο βασιλιάς Salman, άλλωστε, έγινε τον Οκτώβριο ο πρώτος Σαουδάραβας μονάρχης, ο οποίος επισκέφθηκε τη Μόσχα.
Επιπλέον, από τις αρχές Νοεμβρίου, έχουν πραγματοποιηθεί δύο εκτοξεύσεις πυραύλων από την υεμενική επικράτεια προς σαουδαραβικούς στόχους (αρχής γενομένης από το αεροδρόμιο του Ριάντ). Μολονότι αναχαιτίσθηκαν, οι πύραυλοι αυτοί αποτέλεσαν ισχυρό μήνυμα. Οι αντίπαλοι του Ιράν (συμπεριλαμβανομένης της αντιπροσώπου των ΗΠΑ στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ Nikki Haley) ισχυρίσθηκαν ότι οι πύραυλοι αυτοί ήταν ιρανικής προέλευσης. Ωστόσο, δεδομένου και του ναυτικού αποκλεισμού, είναι περισσότερο εύλογο να υποθέσουμε ότι προέρχονται από το παρόμοιων προδιαγραφών οπλοστάσιο του υεμενικού στρατού και ότι η εκτόξευσή τους συνιστούσε την ιδιόμορφη προσπάθεια του Saleh να αναβαθμίσει τη θέση του στην διεξαγόμενη υπόγεια διαπραγμάτευση με τους Σαούντ και όπιους άλλους. Πράγματι, το Σάββατο ο υπό τη Σαουδική Αραβία διεθνής συνασπισμός εξέδωσε ανακοίνωση συμφιλίωσης με το Υεμενικό Γενικό Λαϊκό Κογκρέσο του Saleh.
Ήδη από την περασμένη εβδομάδα είχε γίνει εμφανής η διάρρηξη της συμμαχίας Saleh-Houthi, με ένοπλες συγκρούσεις των δύο πλευρών εντός της Σανάα.
Οι τελευταίες πληροφορίες θέλουν τον 75χρονο Saleh να έχει χάσει τη ζωή του, προτού καταφέρει να εγκαταλείψει την πρωτεύουσα. Την θέση του στο Γενικό Λαϊκό Κογκρέσο αναμένεται να καταλάβει ο ανιψιός του, Mohammed Abdullah Saleh. Όμως, ερωτήματα γεννά το γεγονός ότι τα δίκτυα υποστήριξης που έλεγχε ο πρώην πρόεδρος και οι συνδεόμενες με αυτόν φυλές δεν λειτούργησαν και στην πρωτεύουσα δεν συνέρρευσαν ενισχύσεις. Η ξαφνική αλλαγή συμμαχιών ενδέχεται να μούδιασε τους υποστηρικτές του Saleh.
Σε κάθε περίπτωση, τα σχέδια τερματισμού της σύγκρουσης, ανακούφισης της πολύπαθης χώρας, αλλά και διάσωσης του κύρους των Σαούντ, δείχνουν προς το παρόν να μπαίνουν και πάλι στο ράφι.