«Είστε γελοίος και δειλός. Είστε ένας γελοίος δειλός. Μ’ άλλα λόγια είστε ένας Έλληνας κομμουνιστής». Με αυτήν την άθλια φράση απάντησε ο βουλευτής του «Ποταμιού» Γ.Αμυράς στον κοινοβουλευτικό εκπρόσωπο του ΚΚΕ Νίκο Καραθανασόπουλο. Ο ωμός αντικομμουνισμός του κ.Αμυρά δεν εκπλήσσει. Έρχεται κι’ αυτός να προστεθεί στην αλυσίδα του χυδαίου αντικομμουνισμού που χαρακτηρίζει το αστικό πολιτικό σύστημα, απ’ τη ναζιστική-εγκληματική Χρυσή Αυγή μέχρι το ΓΓ της κυβέρνησης Σαμαρά Μπαλτάκο («γεννήθηκα και θα πεθάνω αντικομμουνιστής») και από τους γραφικούς Τζήμερους μέχρι τον «σιχαίνομαι τους κομμουνιστές»-υποψήφιο πρόεδρο της ΝΔ Γεωργιάδη.
Μιας και όμως ο κ.Αμυράς είχε το θράσος να συνδέσει τη «γελοιότητα» και τη «δειλία» με τους έλληνες κομμουνιστές, αξίζει να ανατρέξουμε στην ιστορία των περασμένων δεκαετιών.
Να θυμηθούμε:
Τους φυλακισμένους, εξορισμένους, βασανισμένους και δολοφονημένους από τη φασιστική δικτατορία του Μεταξά έλληνες κομμουνιστές. Αυτούς που πέρασαν ατελείωτους μήνες και χρόνια στα μπουντρούμια της Κέρκυρας, της Ακροναυπλίας, της Αίγινας, του Γεντί Κουλέ, στην εξορία του Άη-Στράτη, στην Ανάφη, στη Φολέγανδρο, στην Πύλο και αλλού.
Κάποτε έφεραν μπροστά στο Μανιαδάκη ένα νεολαίο: “Γιατί δεν κάνεις δήλωση;” τον ρώτησε ο Μανιαδάκης. “Γιατί είμαι κομμουνιστής”, απάντησε. “Θα πας εξορία και ξέρεις πότε θα απολυθείς;” συνέχισε ο Μανιαδάκης. “Το ξέρω” απάντησε ο νεολαίος. “Πότε;”, τον ρώτησε ο Μανιαδάκης. “Όταν θα ανατραπείς εσύ”, απάντησε ο νεολαίος. [1]
Να θυμηθούμε:
Τους 106 αγωνιστές, κομμουνιστές στην πλειοψηφία τους, που εκτέλεσαν οι ιταλοί φασίστες στο Κούρνοβο τον Ιούλη του 1943.
Τους 200 εκτελεσμένους κομμουνιστές της Καισαριανής από τους γερμανούς κατακτητές, την πρωτομαγιά του 1944.
«Καλύτερα να πεθαίνει κανείς στον αγώνα για τη λευτεριά παρά να ζει σκλάβος». Αυτά ήταν τα λόγια ενός απ’ τους εκτελεσθέντες της Καισαριανής έλληνα κομμουνιστή, του Νίκου Μαριακάκη. Να τι έγραψε στην οικογένεια του λίγο πριν εκτελεσθεί ένας άλλος – δειλός σύμφωνα με τον Αμυρά- έλληνας κομμουνιστής, ο Μήτσος Ρεμπούτσικας: «Αγαπημένοι μου, ο θάνατός μου δε θα πρέπει να σας λυπήσει, αλλά να σας ατσαλώσει πιο πολύ για την πάλη που διεξάγετει. Σφίξτε τις καρδιές σας και βγείτε παλικάρια απ’ τη νέα δοκιμασία. Ετσι θα μας τιμήσετε καλύτερα. Οταν ο άνθρωπος δίνει τη ζωή του για ανώτερα ιδανικά δεν πεθαίνει ποτέ. Με πολλή αγάπη. Σας φιλώ».
Να θυμηθούμε:
Τους χιλιάδες ανώνυμους γενναίους κομμουνιστές, μαχητές του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ που πρωταγωνίστησαν στον αγώνα ενάντια στο φασισμό και τους γερμανούς κατακτητές. Τότε που οι πολιτικοί πρόγονοι των “Αμυράδων” και του Ποταμιού – φιλελεύθεροι, κεντρώοι, σοσιαλδημοκράτες – είτε συνεργάζονταν με τους κατακτητές, είτε έκαναν αντίσταση από το Κάϊρο.
Να θυμηθούμε:
Την απαράμιλλη γεναιότητα με την οποία αντιμετώπισε το εκτελεστικό απόσπασμα ένας έλληνας κομμουνιστής, ο ήρωας Νίκος Μπελογιάννης. Όταν, μπροστά στους δήμιους του έκτακτου στρατοδικείου, έλεγε: «Εάν έκανα δήλωση αποκήρυξης θα αθωωνόμουνα κατά πάσα πιθανότητα μετά μεγάλων τιμών… Αλλά η ζωή μου συνδέεται με την ιστορία του ΚΚΕ και τη δράση του… Δεκάδες φορές μπήκε μπροστά μου το δίλημμα: Να ζω προδίδοντας τις πεποιθήσεις μου, την ιδεολογία μου, είτε να πεθάνω, παραμένοντας πιστός σ’ αυτές. Πάντοτε προτίμησα το δεύτερο δρόμο και σήμερα τον ξαναδιαλέγω». [2]
Να θυμηθούμε επίσης έναν άλλο έλληνα κομμουνιστή, το Νίκο Πλουμπίδη τον οποίο, όπως το Μπελογιάννη, το μετεμφυλιακό αστικό κράτος έστειλε στο εκτελεστικό απόσπασμα. «Εξετελέσθη ζητωκραυγάζων υπέρ του ΚΚΕ, αντιμετώπισε με απόλυτον ψυχραιμίαν τας σφαίρας του αποσπάσματος (…) δεν εδέχθη ούτε να κοινωνήση, ούτε να του δέσουν τους οφθαλμούς του» έγραφαν την επομένη της εκτέλεσης του οι εφημερίδες των Αθηνών.
Να, λοιπόν, η «δειλία» που επέδειξαν στο διάβα της ιστορίας οι κομμουνιστές κ.Αμυρά…
Κι’ αν τα παραπάνω δεν έφτασαν, να θυμηθούμε και τον σπουδαίο Μάνο Κατράκη. Αντιγράφουμε από σχετικό αφιέρωμα του Ριζοσπάστη: Χαρακτηριστικό είναι ένα επεισόδιο που έχουν διηγηθεί, τόσο ο Γιάννης Ρίτσος, όσο και η Ρούλα Κουκούλου, όταν οι Αλφαμίτες τον βασάνιζαν: «Γονάτισε Κατράκη» – του έλεγαν – «αλλιώς θα πεθάνεις». «Οχι, ρε παιδιά, τέτοια χάρη δε σας την κάνω». «Τι παριστάνεις, ρε;» – συνέχιζαν – «Τον Μαρίνο Κοντάρα;» (τον ήρωα της ομώνυμης ταινίας που είχε ενσαρκώσει τον ατρόμητο ήρωα). Κι ο Κατράκης αποκρίθηκε «…όχι ρε παιδιά, δεν παριστάνω τον Μαρίνο Κοντάρα, απλά τον άνθρωπο». [3]
Θα μπορούσαμε να θυμηθούμε δεκάδες περιπτώσεις για να περιγράψουμε τη «δειλία» και τη «γελοιότητα» (κατά τον κ.Αμυρά) των ελλήνων κομμουνιστών. Θα μπορούσαμε να θυμηθούμε την Ηλέκτρα Αποστόλου, το Βελουχιώτη, το Βάρναλη, το Ρίτσο, το Χαρίλαο και άλλους.
Δεν χρειάζεται. Την απάντηση τους οι αντικομμουνιστές την παίρνουν τόσο από την ίδια την ιστορία, όσο και από τη ζώσα πραγματικότητα: εκεί που φαίνεται πραγματικά ποιοί είναι οι «δειλοί» και οι «γελοίοι».
Σημειώσεις:
(1) Το ΚΚΕ στον Ιταλοελληνικό πόλεμο 1940-41, Σύγχρονη Εποχή, 2015, σελ.57.
(2) Από την απολογία του Νίκου Μπελογιάννη στην πρώτη δίκη (19/10/1951). “Έτσι αγαπάμε την Ελλάδα και το λαό της με την καρδιά μας και με το αίμα μας”, Ριζοσπάστης, 31/3/2013: https://www.rizospastis.gr/story.do?id=7357239.
(3) Ριζοσπάστης, 26/10/2012: https://www.rizospastis.gr/story.do?id=6999107.