Από την Ντίνα Ιωακειμίδου
Στον Σύλλογο Ελλήνων Αρχαιολόγων επικρατεί το αδιαχώρητο κατά την παρουσίαση του βιβλίου του ψυχίατρου Θόδωρου Μεγαλοοικονόμου «Λέρος – Μια ζωντανή αμφισβήτηση της κλασικής ψυχιατρικής».
Οι πρωταγωνιστές της αποϊδρυματοποίησης του ψυχιατρείου είναι εκεί για να συνομιλήσουν με το κοινό.
Η αναδρομή στην εμπειρία της Λέρου, αν και ανολοκλήρωτη, υπήρξε· ήταν δυνατή· έγινε.
Μια εμπειρία ριζικού μετασχηματισμού του ψυχιατρικού θεσμού καθώς και των κοινωνικών στάσεων.
Εκεί και τότε, αποκαταστάθηκαν τα ανθρώπινα δικαιώματα σε έναν πληθυσμό που αφού διαγνώστηκε, κρίθηκε επικίνδυνος προκειμένου να νομιμοποιηθεί ο εγκλεισμός του σε χώρους απομόνωσης και άσκησης βίας, σε χώρους κοινωνικού και φυσικού θανάτου για χιλιάδες συνανθρώπους μας: στα ψυχιατρεία.
Τον Δεκέμβριο του 1981, στο Ελληνογαλλικό Συμπόσιο Κοινωνικής Ψυχιατρικής, η ομάδα των γιατρών της Λέρου, όπως έμεινε στην ιστορία, καταγγέλλει την κατάσταση στο ψυχιατρείο του νησιού διεκδικώντας παράλληλα τη διακοπή των διακομιδών και την οριστική κατάργησή του.
Η ιδιότυπη ομερτά που είχε επιβληθεί σπάει και το πρόβλημα δημοσιοποιείται και διεθνοποιείται.
Η εφημερίδα Observer κυκλοφορεί με πρωτοσέλιδο τίτλο «Το ένοχο μυστικό της Ευρώπης».
Για πολλούς η Λέρος, όταν προέκυψε ως εθνική ντροπή, ταυτιζόταν με το αδύνατο της αλλαγής.
Κι όμως, όπως προφητικά σημείωνε ο ψυχίατρος της αποϊδρυματοποίησης Φράνκο Μπαζάλια, «το σημαντικό είναι ότι δείξαμε πώς το αδύνατο μπορεί να γίνει δυνατό. Δέκα, δεκαπέντε, είκοσι χρόνια πιο πριν ήταν αδιανόητο ότι το ψυχιατρείο θα μπορούσε να καταστραφεί. Αλλωστε μπορεί τα ψυχιατρεία να είναι και πάλι κλειστά και ακόμη πιο κλειστά από πριν. Δεν το ξέρω αυτό. Αλλά με όλους τους τρόπους αποδείξαμε ότι μπορούμε να αντιμετωπίσουν τον τρελό με διαφορετικό τρόπο, και αυτή η μαρτυρία είναι θεμελιακή».
Η Λέρος, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στο βιβλίο του ο ψυχίατρος Θοδωρής Μεγαλοοικονόμου, εκ των πρωταγωνιστών του θαύματος που συντελέστηκε στο νησί:
«… ήταν πραγματικά όχι ένας τόπος αλλά ένας τρόπος. Ενας τρόπος που επιβλήθηκε και εφαρμόστηκε σε έναν τόπο. Ο τρόπος δηλαδή λειτουργίας της κυρίαρχης ψυχιατρικής.
Μπορεί η κατάληξη στη Λέρο να ήταν η εγκατάλειψη, ο μαρασμός και η ερήμωση, μπορεί το κυρίαρχο ψυχιατρικό σύστημα σήμερα να οχυρώνεται πίσω από τις πιο κατασταλτικές πλευρές του, ωστόσο υπάρχουν ντοκιμαντέρ που αποτύπωσαν την εμπειρία της Λέρου, τα οποία δείχνουν πρόσωπα από το περίπτερο των “γυμνών”, το περίπτερο των απολύτως “ανίατων” να ζουν εν συνεχεία, ντυμένοι κανονικά, σε προστατευόμενο διαμέρισμα μέσα στην κοινότητα».
Οι αζήτητοι
To 1965, η Αποικία Ψυχοπαθών, που λειτουργεί από το 1958, μετονομάζεται σε Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Λέρου.
Το υπουργείο Υγιεινής με έγγραφό του ζητά από τα ψυχιατρεία να ετοιμάσουν καταστάσεις ασθενών για άμεση μεταφορά στη Λέρο, για να αντιμετωπιστεί η υπερπληρότητά τους.
Βασικό κριτήριο για την επιλογή των προς μεταφορά ασθενών τίθεται η ύπαρξη ή όχι σχέσεων με το οικογενειακό περιβάλλον.
Ετσι, όσοι δεν έχουν επισκεπτήριο για πάνω από ένα χρόνο εντάσσονται στη λίστα των «αζήτητων».
Οι πρώτοι ασθενείς στοιβάζονται στο προαύλιο. Σαν ταυτότητά τους έχουν καρφιτσωμένο στο πέτο τον αριθμό τους από την ιματιοθήκη του νοσοκομείου.
Κανένας δεν ρωτήθηκε αν ήθελε να φύγει. Ελάχιστοι διαμαρτύρονται· οι περισσότεροι ακολουθούν παθητικά.
Τους φορτώνουν σε στρατιωτικά αυτοκίνητα και από τον Σκαραμαγκά τούς επιβιβάζουν σε οχηματαγωγά για τη Λέρο.
Καθ’ οδόν οι καρφιτσωμένοι αριθμοί χάνονται· όταν φτάνουν είναι μια ομάδα ανώνυμων, χωρίς καν την ονομαστική τους ταυτότητα.
Στο περίπτερο 16, το περίπτερο των «Γυμνών», συγκεντρώνονται τα πιο βαριά περιστατικά, «κυρίως διανοητικά καθυστερημένων, που βασικό τους χαρακτηριστικό είναι ότι αδυνατούν να αυτοεξυπηρετηθούν, με ακράτεια ούρων και κοπράνων, που σκίζουν τα ρούχα τους, αυτοτραυματίζονται και αλληλοτραυματίζονται, στοιβαγμένοι σε έναν περιορισμένο χώρο. Επιτηρούνται από τον φύλακα ή πίσω από μια κλειστή πόρτα, χωρίς αντικείμενα. Η ιδρυματική τους διαβίωση φτάνει στα τριάντα-σαράντα χρόνια, ενώ πολλοί έχουν περάσει τη ζωή τους σε διάφορα ιδρύματα από μικρά παιδιά».*
Η Εφη Σκλήρη, αγροτική γιατρός τότε στη Λέρο, από την ομάδα που προέβη στις δημόσιες καταγγελίες, περιγράφει για το περίπτερο 9 των επίσης βαριών περιστατικών:
«70 άνθρωποι γυμνοί μέσα στη βρωμιά. Σκοτάδι και πριονίδι στο πάτωμα. Αλλοι κάθονται ανακούρκουδα και τρώνε μέσα από τσίγκινα πιάτα… οι δεμένοι τρώνε έτσι όπως είναι δεμένοι…».
Επίσης:
«Ενα ποσοστό 60% αρρώστων ήσαν μονίμως ξυπόλητοι. Ολοι ήσαν κουρεμένοι με την ψιλή για να προστατεύονται από παράσιτα… Η σίτιση γινόταν σε τραπεζαρία με πάγκους, σε ορισμένα τμήματα χωρίς καν κουτάλια. Τα τρόφιμα χορηγούνταν στο ίδρυμα με ολιγοπωλιακούς όρους… Η ποιότητα ήταν κακή. Οι εγκαταστάσεις αποχέτευσης και καθαριότητας ήσαν ποσοτικά ανεπαρκείς και ποιοτικά άθλιες…
Ο κάθε εφημερεύων καλείται να διευθετήσει κάποια συμπλοκή και να περιθάλψει όσα προκύπτουν από αυτή, π.χ. συρραφή δαγκωμένου αυτιού ή ξυλοδαρμό με αλυσίδα αρρώστου από νοσοκόμο».
Οπως σημειώνει ο κ. Μεγαλοοικονόμου, «στη Λέρο οι μάζες των ανθρώπων που ξεμπουκάρουν από τις μπουκαπόρτες των αρματαγωγών στα λιμάνια του νησιού, πέρασαν τις πύλες του ιδρύματος για να μείνουν εκεί και να βγουν μόνο νεκροί. Εμπειρία εξιτηρίων για επιστροφή ασθενών στις οικογένειές τους ή για επανένταξη, δεν υπήρξε».
Είναι όλοι αυτοί των οποίων οι ανάγκες έχουν εκμηδενιστεί, που δεν τους έχει απομείνει άλλη επιλογή από το να εκμηδενίσουν οι ίδιοι τον εαυτό τους, αποδεχόμενοι σαν φυσικό γεγονός τον αποκλεισμό τους και τη μετατροπή τους σε «πράγμα».
«Οι νοσηλευόμενοι στη Λέρο», τονίζει στο βιβλίο του ο κ. Μεγαλοοικονόμου, «έχοντας μια ιστορία ιδρυματικής διαβίωσης τριάντα-πενήντα χρόνων είχαν υποστεί μια τέτοια βία στο όλο της ύπαρξής τους, μια τέτοια εξορία στο σύνολο των αναγκών και των επιθυμιών τους, έτσι ώστε το πρώτο μέλημα να είναι η ανάγκη να τους δοθεί αυτή ακριβώς η δυνατότητα να εκφράσουν και πάλι ανάγκες και επιθυμίες».
«Ο ψυχικά πάσχων είναι πρώτα από όλα ένα πρόσωπο», τόνισε κατά την παρουσίαση του βιβλίου ο διευθυντής του Ψυχιατρείου Λέρου και εκ των πρωτεργατών της θεραπευτικής παρέμβασης στη Λέρο, Γιάννης Λουκάς.
«Αυτοί οι άνθρωποι στην πτέρυγα 16 είχαν αποανθρωποποιηθεί. Οταν τοποθετήσαμε καθρέφτες στην πτέρυγα, συνειδητοποιήσαμε ότι αυτοί οι άνθρωποι έβλεπαν για πρώτη φορά το πρόσωπό τους. Δεν είχαν εικόνα του εαυτού τους», πρόσθεσε από την πλευρά του ο έτερος εκ των πρωταγωνιστών της περιόδου, αναπλ. καθηγητής Ψυχιατρικής στο ΑΠΘ, Κώστας Μπαϊρακτάρης.
Η ελευθερία είναι θεραπευτική
Το νοσηλευτικό προσωπικό, το ανεκπαίδευτο προσωπικό που αποτελούνταν από ντόπιους ψαράδες, κτηνοτρόφους και γεωργούς «έγιναν αυτοί οι ίδιοι ακολούθως οι πρωταγωνιστές της αποϊδρυματοποίησης», συμπλήρωσε ο κ. Λουκάς.
Μία από τις βασικές δραστηριότητες ήταν οι καθημερινές έξοδοι των νοσηλευομένων συνοδεία του προσωπικού και σταδιακά μόνων τους.
«Στο πλαίσιο των εξόδων εκτός ψυχιατρείου έγιναν αρκετές διανυκτερεύσεις ασθενών σε σπίτια του προσωπικού – ενδεικτικό της ολοένα και πιο ριζικής αλλαγής του κλίματος ως προς τις σχέσεις ασθενών-προσωπικού. Πολύ σύντομα καταργήθηκε η μηχανική καθήλωση… Μια σημαντική θεραπευτική δραστηριότητα ήταν η οργάνωση διακοπών των ασθενών στην Πάτμο, το καλοκαίρι του 1991, ενώ το ίδιο καλοκαίρι περίπου 700 άτομα, κάτοικοι του νησιού, μπήκαν στο ψυχιατρείο και διασκέδασαν για πολλές ώρες από κοινού με τους νοσηλευόμενους».
Βαθμιαία σημειώνεται εντυπωσιακή μεταστροφή της τοπικής κοινωνίας.
Από το αρχικά εχθρικό κλίμα και καθόλου τυχαία καθώς, όπως τονίζει στην «Εφ.Συν.» ο κ. Μεγαλοοικονόμου «άνω του 61% του ντόπιου πληθυσμού απασχολείτο στο ψυχιατρείο και όλες σχεδόν οι οικογένειες είχαν μια άμεση ή έμμεση σχέση, οικονομική σχέση, με αυτό είτε ως εργαζόμενοι είτε ως προμηθευτές. Κάπως έτσι την αποκαλέσαμε αυτήν την οικονομία ιδρυματική».
Ομως, ύστερα από «δύο χρόνια κοπιώδους και διαρκώς ναρκοθετούμενης προσπάθειας, έγινε δυνατό είκοσι επτά από τους οκτακόσιους εγκλείστους του ΚΘΛ να ζήσουν με ανθρώπινη αξιοπρέπεια μέσα στην κοινωνία της Λέρου· μια κοινωνία που τους υποδέχτηκε μ’ έναν συγκινητικό πολλές φορές τρόπο. Για πρώτη φορά αυτοί οι άνθρωποι, που σε ολόκληρη τη ζωή τους είχαν στερηθεί τα πάντα, άρχισαν να νιώθουν τι είναι να έχεις τα δικά σου ρούχα και παπούτσια, τον δικό σου προσωπικό χώρο, να μπορείς να κατέχεις τα δικά σου προσωπικά αντικείμενα και να κινείσαι μέσα στο σπίτι σου ελεύθερα, ένα σπίτι που ποτέ δεν είχες ή από το οποίο σε είχαν κάποτε διώξει».*
Παράλληλα συστήνεται Κοινωνικός Συνεταιρισμός Περιορισμένης Ευθύνης, στον οποίο οι νοσηλευόμενοι συμμετέχουν σε εργασιακές, παραγωγικές δραστηριότητες.
Βέβαια η σύγκρουση με την ηγεσία της εποχής δεν άργησε να επέλθει.
Το 1993 οι Θ. Μεγαλοοικονόμου και Γ. Λουκάς εξαναγκάζονται σε παραίτηση από την επιστημονική ευθύνη του συγχρηματοδοτούμενου από την ΕΟΚ προγράμματος, κάνοντας λόγο για διαρκή και σκόπιμη υπονόμευση.
«Δεν θα πάψουμε όμως να ενδιαφερόμαστε για την τύχη των ενοίκων που έλπισαν, που μαζί μας χαμογέλασαν για πρώτη φορά στη ζωή. Δεν παύουμε να ενδιαφερόμαστε για τη σωτηρία αυτής της μικρής νησίδας ελευθερίας και ουσιαστικής αλλαγής…» αναφέρουν στο κείμενο παραίτησής τους.
Μετά τις εκλογές του 1993 η νέα διοίκηση επαναφέρει τους επιστημονικά υπεύθυνους, για να λήξει όμως αιφνίδια το πρόγραμμα, το 1995, με τον τερματισμό των κοινοτικών χρηματοδοτήσεων.
Το όλο εγχείρημα μένει ανολοκλήρωτο.
65% ακούσιοι εγκλεισμοί
Το ψυχιατρείο της Λέρου οδηγείται πλέον σε βαθμιαίο μαρασμό, στην αποστράγγιση του προσωπικού του, «στην εδώ και 25 χρόνια πορεία αργού θανάτου, μέσα από θάνατο, λόγω γήρατος, των ασθενών… Από τα είκοσι έξι κοινοτικά προγράμματα που δημιουργήθηκαν τη δεκαετία του ’90 λειτουργούν μόνο τα δώδεκα… Τα κτίρια, οι πρώην ιταλικοί στρατώνες, όπου πριν νοσηλεύονταν οι ψυχικά πάσχοντες και τα οποία είναι σημαντικής αρχιτεκτονικής αξίας, αφέθηκαν να ερειπωθούν. Κι όμως, σε όλα αυτά τα κτίρια θα μπορούσε να αποτυπωθεί όλη η πολύπαθη ιστορία της Λέρου, που συμπυκνώνει την ιστορία της χώρας, από την “εθνική αναμόρφωση” των ανταρτόπαιδων επί Φρειδερίκης, μέχρι τα στρατόπεδα εξορίας των πολιτικών κρατουμένων επί χούντας και τον ψυχιατρικό εγκλεισμό, με μουσείο Ιστορίας των πολιτικών εξόριστων, μουσείο ψυχιατρικής ιστορίας, συνεδριακούς χώρους».*
Και τι γίνεται στον τομέα της ψυχιατρικής;
Η κυρίαρχη ψυχιατρική κοινότητα εξακολουθεί να λειτουργεί ως εάν η Λέρος να μην υπήρξε ποτέ, επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους ο κ. Μεγαλοοικονόμου.
Οι μηχανικές καθηλώσεις εξακολουθούν όπως και οι θάνατοι που προκαλούνται από αυτούς καθώς και τα βίαια εξιτήρια, με την εγκατάλειψη των ασθενών χωρίς φροντίδα, χωρίς στήριξη και με την ηγεμονία του ψυχοφαρμάκου.
Απομένει, για να ολοκληρωθεί το έργο της καταστροφής, το βίαιο κλείσιμο των ψυχιατρείων, δίχως καμία μέριμνα για ένα ολοκληρωμένο δίκτυο κοινοτικών υπηρεσιών.
Η θέση της επίσημης ψυχιατρικής αποτυπώνεται με ενάργεια στη φράση ψυχιατρικού διευθυντή, που σε ημερίδα, όπως ανέφερε κατά την παρουσίαση του βιβλίου η ψυχίατρος Κατερίνα Μάτσα, τέως επιστημονική υπεύθυνη της μονάδας απεξάρτησης των τοξικομανών 18 Ανω, είπε: «Οπως οι ποντικοί θέλουν το ποντικοφάρμακό τους, έτσι και οι ψυχικά πάσχοντες θέλουν το ψυχοφάρμακό τους».
Και δεν είναι μόνο αυτό. Στην Ελλάδα το 65% των εισαγωγών στα ψυχιατρεία είναι ακούσιες νοσηλείες και διενεργούνται με εντολή εισαγγελέα, απότοκο της κατάρρευσης της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.
Παράλληλα με το κλείσιμο των ψυχιατρείων σημειώνεται άνοδος του αριθμού των εγκλείστων σε αμιγώς ιδιωτικές ψυχιατρικές κλινικές, με αποτέλεσμα σε συνολικά 40 ιδιωτικές κλινικές να είναι έγκλειστα περί τα 4.500 άτομα.
Η εμπειρία της Λέρου είναι πολύτιμη «απέναντι στις αγκυλώσεις της ψυχιατρικής αλλά και των πρακτικών της κυρίαρχης εξουσίας απέναντι σε όλους αυτούς, όλο και περισσότερους, που το κυρίαρχο σύστημα παράγει ως περιττούς, απόβλητους και επικίνδυνους, οι οποίοι αν διασωθούν από τους πνιγμούς στο Αιγαίο, η μόνη εναλλακτική που τους επιφυλάσσεται είναι τα στρατόπεδα συγκέντρωσης».*
*Από το βιβλίο του Θ. Μεγαλοοικονόμου.
Oι φωτό από τη Λέρο είναι της Antonella Pizzamiglio
efsyn.gr