Από τον Παναγιώτη Μαρνελή
Στη Χώρα των Βάσκων, λίγα χιλιόμετρα νότια από το κέντρο της Βιτόρια – Γκαστέις, βρίσκεται μια επαρχία. Μια μικρή κωμόπολη, ασήμαντη τόσο ιστορικά όσο και γεωγραφικά. Αποτελείται από μερικές δεκάδες κακόγουστα χαμηλά σπίτια, χτισμένα άναρχα πάνω σε μιαν αχανή πεδιάδα και περιτριγυρισμένα από βαλτότοπους.
Αν ποτέ εγκλωβιστείς σε αυτόν τον καταραμένο τόπο για οποιοδήποτε λόγο, για να καταπολεμίσεις τη θλίψη που προκαλεί ο περιβάλλοντας χώρος, μια δραστηριότητα μονάχα υπάρχει: Το άγαλμα. Πρόκειται περί ενός ψυχο-κοινωνικού πειράματος, το οποίο λαμβάνει χώρα όλες τις ημέρες του χρόνου στο κεντρικό (και μοναδικό) κοινωτικό κτίριο της περιοχής.
Το μεσαιωνικό κτίριο έχει πρόσβαση από δυο μεγάλες ξύλινες πόρτες, αντικριστές, οι οποίες οδηγούν σε ένα δωμάτιο με κακό φωτισμό και πολλή υγρασία. Το πείραμα προστάζει να υπάρχουν δυο εθελοντές τη φορά, η πλοκή δε είναι πολύ απλή: οι δυο εθελοντές πρέπει να διαλέξουν από ποιά πλευρά θα μπει ο καθένας. Μόλις περάσουν στο δωμάτιο θα βρεθούν απέναντι ο ένας με τον άλλον, με ένα χάλκινο άγαλμα ανάμεσά τους. Ο σκοπός είναι να παρατηρήσουν το άγαλμα, ο καθένας μονάχα από την πλευρά του και να καταλήξουν μέσω του διαλόγου στο τί αυτό παριστάνει.
Πόσο απλό φαίνεται;! Παρόλα ταύτα, αστικοί θρύλοι που έχουν εξαπλωθεί μέχρι και την Πρωτεύουσα, μιλούν για δαίμονες και αιματοχυσίες μέσα σ’ αυτό το χώρο.
Λένε πιο συγκεκριμένα πως μπαίνουν μέσα οι εθελοντές κι αρχίζουν και παρατηρούν με στόμφο. Με μια πρώτη ματιά συμφωνούν πως έχουν έναν άνδρα ανάμεσά τους. Κι ως εδώ καλά.
Μετά ο ένας βλέπει μια πλάτη γερτή, σαν καμπουριασμένη. Και βγάζει το συμπέρασμά του πως μάλλον είναι γέροντας το άγαλμα. Κι ο άλλος του απαντά με καχυποψία πως στο πρόσωπο είναι νέος και σκυφτός σε θέση μάχης.
Αλλά ο πρώτος ανταπαντά πιο σίγουρος από πριν πως βλέπει δυο πόδια στραβά, λυγισμένα. Μα ο έταιρος φωνάζει πια πως είναι το άγαλμα γονατιστό για να μπορεί να αμύνεται. Και πριν προλάβει να τελειώσει, ο πρώτος ορίεται πως βλέπει να εξέχει ένα ραβδί πάνω από το χάλκινο ώμο άρα είναι γέρος, όχι δεν είναι γέρος, διότι αυτό που κρατά είναι δόρυ, μα τίποτα πια δεν έχει σημασία. Οι δυο παρατηρητές έχουν αφήσει το άγαλμα και χτυπούν ο ένας τον άλλον φωνάζωντας, μέχρι που οι φωνές γίνονται ένα και μετά σταματούν. Κάποιος φεύγει έχοντας κερδίσει, όχι όμως ως νικητής αλλά σαν κλέφτης. Ο χαμένος δεν βγαίνει ποτέ.
Ακούγεται ακραίο; Πριν το κρίνεις, σκέψου την άποψη που έχεις για τα περισσότερα ζητήματα, και σκέψου αν έχεις παρατηρήσει όλες τις πλευρές, ή μονάχα αυτή που μπορούσες να δεις. Σκέψου επίσης σε ποιό βαθμό έχεις υπερασπιστεί την άποψή σου για κάποιο ζήτημα ακόμα κι αν δεν είσαι σίγουρος πως αυτή είναι η σωστή. Κι αν ο δρόμος σου περάσει ποτέ από την επαρχία της Βιτόρια – Γκαστέις, μπορείς πάντα να δοκιμάσεις το πείραμα με το άγαλμα.