Ένα είναι σίγουρο: Όταν η Λίζα Γκίμπσον αποφάσιζε να ληστέψει μια τράπεζα στις ΗΠΑ, δεν φανταζόταν ποτέ όσα θα ακολουθούσαν. Η Γκίπμσον συνελήφθη και οδηγήθηκε ενώπιον της δικαιοσύνης. Λίγο πριν την καταδίκη της, αποφάσισε να συντάξει μια επιστολή προς τον δικηγόρο της, αλλά και τον δικαστή που θα αποφαινόταν για την υπόθεσή της. Ήταν η πρώτη πράξη μιας γραφειοκρατικής παρωδίας που αμφισβήτησε εν τοις πράγμασι το δικαίωμα μιας γυναίκας να ορίζει το σώμα της όπως αυτή επιθυμεί.
- του Δημήτρη Κούλαλη, ΕΛΛΟΓΑ ΠΑΡΑΛΟΓΑ
Στην επιστολή της, η Γκίμπσον ενημέρωνε τους καθ’ ύλην αρμόδιους πως ήταν έγκυος και επιθυμούσε να προχωρήσει σε άμβλωση. Μάταια, ωστόσο, ανέμενε απάντηση. Κανείς δεν της έδωσε την παραμικρή σημασία. Έπειτα από την καταδίκη της κι αφού μεταφερόταν για αρκετές εβδομάδες από φυλακή σε φυλακή, η Λίζα κατέληξε στο Λέξινγκτον του Κεντάκι, όπου και την διαβεβαίωσαν ότι η επιθυμία της θα πραγματοποιηθεί. Κατά σατανική σύμπτωση, όμως, οι δεσμοφύλακες και η διοίκηση της φυλακής «ξέχασαν» να την ενημερώσουν για το προγραμματισμένο ραντεβού στην κλινική όπου, υποτίθεται, θα πραγματοποιούνταν η επέμβαση.
Μετά από νέα αιτήματα προς τη διοίκηση, η υπόθεση της Γκίμπσον απορρίφθηκε οριστικά από το ιατρικό προσωπικό της φυλακής. Εκείνη την περίοδο, η κρατούμενη βρισκόταν ήδη στην 23η-24η εβδομάδα της εγκυμοσύνης της. Η κατάληξη; Αναγκάστηκε να γεννήσει όντας κρατούμενη.
Η περίπτωση της Γκίμπσον δεν είναι η μόνη, σχολίαζε σε σχετική Έκθεσή της η νομική σχολή του Πανεπιστημίου της Μινεσότα. Για να σημειώσει μερικές γραμμές παρακάτω: «Οι κρατούμενες, όπως εκείνη, αντιμετωπίζουν – συχνά- γραφειοκρατικά εμπόδια όσον αφορά τα αιτήματά τους για άμβλωση, παρότι το δικαίωμα τους αυτό κατοχυρώνεται από το αμερικανικό Σύνταγμα».
Όταν η Λίζα μήνυσε τη φυλακή, το Εφετείο αποφάνθηκε κατά της, με το αιτιολογικό ότι, παρόλο που ήταν ολοφάνερο ότι είχε πέσει «θύμα της γραφειοκρατίας», κανένα μεμονωμένο μέλος του προσωπικού της φυλακής δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί υπεύθυνο, καθώς η ευθύνη της άμβλωσης βαραίνει αποκλειστικά τη φυλακισμένη, όχι τη διοίκηση των φυλακών. Βλέπεις, τότε δεν ίσχυε ο νόμος που σήμερα θα υποχρέωνε το προσωπικό της φυλακής να τη βοηθήσει, μιας και αυτός θεσπίστηκε μετά την υπόθεση της. Ωστόσο, παρά τη νομική κατοχύρωση, το ζήτημα των δικαιωμάτων των φυλακισμένων γυναικών αποτελεί ακόμη ανοιχτή πληγή για το σωφρονιστικό σύστημα των Ηνωμένων Πολιτειών.
Θυμήθηκα αυτή την ιστορία, έπειτα από την πρόσφατη τοποθέτηση του ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, κ. Κυμπουρόπουλου σχετικά με το ζήτημα των αμβλώσεων. Τι ειπώθηκε μετά αυτής είναι γνωστό και δεν χρήζει περαιτέρω ανάλυσης απ’ τη στήλη.
Ωστόσο, αν σε κάτι θέλω να σταθώ δεν είναι ούτε αυτή καθαυτή η θέση του κ. Κυμπουρόπουλου, ούτε η θέση του κόμματός του, μη σου πω ούτε καν το ακροδεξιό γκρουπούσκουλο που συστρατεύεται κάθε λίγο και λιγάκι πίσω από αντιδραστικά ψηφίσματα επί κοινωνικών ζητημάτων, ολότελα τελειωμένων για τις κοινωνίες. Εκείνο που πραγματικά με απασχολεί είναι η διττή εργαλειοποίηση του δικαιώματος στην άμβλωση ως μέσο κοινωνικού ελέγχου και επιβολής του δικαίου του ισχυρότερου.
Τι εννοώ; Για να απαντήσω, θα μου επιτρέψετε μία ματιά στο παρελθόν της ύστερης νεωτερικότητας.
Στα τέλη του 16ου αιώνα, όποια γυναίκα τολμούσε να προχωρήσει σε άμβλωση βρισκόταν αυτόματα αντιμέτωπη με την εσχάτη των ποινών. Ήταν η εποχή που οι άνθρωποι ξόρκιζαν ακόμη το μιαρό σκιάχτρο των μαγισσών, με την άμβλωση και τις μεθόδους αντισύλληψης να είναι απόλυτα ταυτισμένες στο συλλογικό υποσυνείδητο με δυνάμεις που στόχευαν στη διάλυση της αναπαραγωγικής δύναμης των ανθρώπων. Δεισιδαιμονίες θα πείτε. Σωστά. Δεισιδαιμονίες που δεν συναντώταν στον αρχαίο κόσμο, μιας και, τόσο για το αρχαίο ελληνικό, όσο και για το ρωμαϊκό δίκαιο: «ουδέν σχεδόν απαντά ίχνος ποινικής διατάξεως τιμωρούσης την άμβλωσιν⋅ τούτον δέον ν’ αποδοθή κυρίως εις την εποχής εκείνης τας ιδέας, κατά τας οποίας το έμβρυον αποτελεί μέρος της γαστρός».
Το ποιοτικό άλμα συντελείται τον 19ο αιώνα όταν η άμβλωση περιέρχεται αποκλειστικά στη δικαιοδοσία του κρατικού μηχανισμού σε αντίθεση με τους αρχαιοελληνικούς και τους ρωμαϊκούς χρόνους που αποτελούσε ιδιωτική υπόθεση. Όπως σημειώνει σε σχετικό άρθρο της η κ. Δήμητρα Τζανάκη, δρ. Ιστορίας και μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο τμήμα ΠΕΔΔ (ΕΚΠΑ): η «ρητορική ενοχής- κατά των αμβλώσεων- κρύβει επίσης μια άλλη πρακτική διαχείρισης των κατώτερων στρωμάτων, η οποία δεν είναι άλλη από την ανάγκη της αστικής τάξης να τιθασεύσει τον κόσμο των φτωχών που αποδεικνυόταν όλο και πιο επικίνδυνος».
Το πέρασμα του δικαιώματος στην άμβλωση από τον ιδιώτη στο κράτος έγινε παράλληλα με επιστημονικές θεωρήσεις που στοχοποιούσαν τις γυναίκες των οικονομικά υποτελών τάξεων, κολλώντας τους τη ρετσινιά της οκνηρίας, της πορνείας, της υπέρμετρης σεξουαλικότητας, του εγκλήματος, της παράνοιας και μια σειρά άλλα προτερήματα με τα οποία μέρος της επιστημονικής κοινότητας της εποχής στόλιζε τις φτωχές γυναίκες που παράκουγαν τις επιταγές του κώδικα ηθικής νομιμοφροσύνης της δεσπόζουσας τάξης. Αυτό όμως που πρέπει να γίνει κατανοητό, εξηγεί η κυρία Τζανάκη, είναι ότι στην πραγματικότητα δεν διωκόταν η άμβλωση ως πράξη, αλλά το υποκείμενο που είχε την τόλμη να ασκήσει αυτή την εξουσία, μια εξουσία που ασκούνταν πλέον κατ’ αποκλειστικότητα από το νεωτερικό κράτος, επιβάλλοντας την ισχύ του πάνω στην ανθρώπινη επιθυμία έναντι εκείνων που θεωρούσε περιττούς.
Έτσι φτάσαμε το 1883, μα και το 1927, στην υιοθέτηση μέτρων ευγονικής στις ΗΠΑ, που προέβλεπαν την τεχνητή στείρωση των «φτωχών τω πνεύματι», των «φυλετικά διεστραμμένων» και των ανίατων συφιλιδικών. Ήταν τέτοια η απήχηση που είχαν στα αντίστοιχα γερμανικά πολιτικά ρεύματα τα… επιστημονικά δόγματα, οι ρατσιστικές πολιτικές και οι νομοθετικές πρακτικές των ΗΠΑ που, όπως σημείωνε πριν μερικά χρόνια η γαλλική Monde:
«Τη στιγμή που στη Δημοκρατία της Βαϊμάρης το κράτος ενδιαφερόταν για τον περιορισμό του κόστους της κοινωνικής προστασίας, οι ειδικοί της φυλετικής υγιεινής είχαν στραμμένο το βλέμμα τους στα μέτρα αναγκαστικής στείρωσης που εφαρμόζονταν σε αρκετές Πολιτείες των ΗΠΑ για τον περιορισμό του κόστους των “αναπήρων’’».
Ο ίδιος ο Χίτλερ, μάλιστα, έγραφε:
«Υπάρχει σήμερα μια χώρα -σ.σ. η Αμερική- όπου μπορεί κανείς να παρατηρήσει τα πρώτα βήματα προς μια καλύτερη αντίληψη της έννοιας του πολίτη», αναφερόμενος στον τρόπο με τον οποίο οι ΗΠΑ αντιμετώπιζαν και τη μετανάστευση- πολιτογράφηση των φτωχών αλλοδαπών.
Δεν αποτελεί έκπληξη, λοιπόν, το γεγονός ότι το πρόγραμμα «φυλετικής υγιεινής» που ανέπτυξε με περίσσια γλαφυρότητα στο «Mein Kampf» εμπνεόταν από τον Immigration Restriction Act του 1924.
Για την ιστορία, ας σημειωθεί ότι μέχρι και το τέλος της δεκαετίας του 1940, 49 χιλιάδες άνθρωποι είχαν στειρωθεί στις ΗΠΑ, αποδεικνύοντας ότι η ευγονική δεν αποτελούσε αποκλειστικά ναζιστική διαστροφή.
Για να μην πούμε για τον πολιτισμένο Καναδά που ενέταξε το όπλο των στειρώσεων στη γενοκτονία που συντελείται έναντι των ιθαγενικών πληθυσμών της Βόρειας, Νότιας και Κεντρικής Αμερικής τους τελευταίους πέντε αιώνες. Αφήστε, δεν είναι ώρα να θυμίσουμε ότι μέχρι και το 2017 υποχρέωναν τις γυναίκες ιθαγενείς της επαρχίας του Σασκατούν σε στείρωση, όπως κατήγγειλε προ τριετίας το πρώτο στη χώρα δικηγορικό γραφείο Ινδιάνων δικηγόρων. Βάσει των καταγγελιών: «την ώρα που τις έπιαναν οι πόνοι εύρισκαν την ευκαιρία να τις πιέσουν, ενοχλήσουν, υποχρεώσουν να υπογράψουν δίνοντας τη συγκατάθεσή τους». Αν αρνούνταν να υπογράψουν, τότε κρατούνταν, χωρίς να έχουν δικαίωμα να έρθουν σε επαφή με τα νεογέννητα παιδιά τους, μέχρι να υποκύψουν. Κι όταν αυτό επιτέλους(!) συνέβαινε, οι πολιτικοί πρόγονοι της σημερινής προοδευτικής χώρας της Βόρειας Αμερικής προχωρούσαν στον καυτηριασμό των γυναικών, καταγγέλλει η δικηγόρος Αλίσα Λόμπαρντ.
Αλλά και η Σουηδία, άλλο εξέχον μέλος της διεθνούς της…προόδου, το 1939 προχώρησε στην ψήφιση νόμων που προέβλεπαν άμβλωση σε περίπτωση που το νεογνό παρουσίαζε ανωμαλία διαπλάσεως ή ψυχική νόσο. Από κοντά και η Δανία, η οποία την ίδια περίοδο κατοχύρωνε την άμβλωση ως μέτρο πρόληψης από «επιληψίαν, ψυχοπάθειαν, τύφλωσιν, κωφαλαλίαν, αλκοολισμόν, εγκληματικότητα» [Κ. Κωσταντινίδου, «Ευγονική και κληρονομικότης των ψυχικών νοσημάτων», Αστυνομικά Χρονικά, 91 (1957), σ. 4417-4419]. Κι αν ακόμη βρίσκεστε γαντζωμένοι στην λευκή χλόη του σύννεφού σας, μην ανησυχείτε, η περίπτωση της Ελβετίας και συγκεκριμένα του Καντονιού Βο που το 1922 πέρασε με νόμο την ευγονική έκτρωση σε άτομα που είχαν προσβληθεί «υπό φρενίτιδος νόσου ή πασχον εκ ψυχικής ατελείας ή τοξικομανίας» θα σας ξεγαντζώσει μια και καλή.
Ωστόσο, δε θα είμαι άδικος, την τιμητική του στο παρόν σημείωμα δεν έχει μόνο ο «καθωσπρέπει» ευρωπαϊκός βορράς. Που να δείτε τι έγραφαν σε τούτη τη μικρή γωνιά της Μεσογείου τα καλόπαιδα της ΕΟΝ, αλλά και ειδικοί που έψαχναν εναγωνίως μέτρα ενίσχυσης της φυλής…
Σου λέει, υπήρχε μέγας κίνδυνος, καθότι «η αυξημένη γονιμότητα των εργατών και των αγροτών σε σχέση με “τας ανωτέρας τάξεις”» δημιουργούσε «“μια αρνητική επιλογή, καθ’ όσον τα ικανώτερα άτομα ολιγωστεύουν” και “πληθύνονται οι οργανισμοί εκείνοι οι οποίοι υστερούν σωματικώς και ψυχικώς”. Το κράτος, υποστήριζε τότε η ακραία πτέρυγα των αρίστων, έπρεπε να ρυθμίσει τα ένστικτα των πολιτών, ιδίως εκείνων που η εσωτερική τσέπη του σακακιού τους δεν φούσκωνε από την χάρτινη μάζα των χιλιάρικων. Πώς θα το πετύχαιναν αυτό; Μα φυσικά, μέσα από μαθήματα γενετήσιας διαπαιδαγώγησης, αλλά και με την κατήχηση στα σχολεία επίδοξων φυρερίσκων της μεταξικής ΕΟΝ (δείτε εδώ κι εδώ).
Αλλά και στα 1960’s, κι ενώ είχε προηγηθεί η ίδρυση της Ελληνικής Εταιρείας Ευγονικής, το 1953, δεν ήταν λίγες οι εγκληματολογικές και ψυχιατρικές μελέτες που φόρτωναν στα “μπάσταρδα” τέκνα των κομμουνιστών, των αναρχικών κι άλλων περιθωριακών ομάδων τη δημιουργία ενός πληθυσμού με ροπή προς την εγκληματικότητα, την οκνηρία, την ασθένεια και τη φτώχεια, καταλήγοντας έτσι να προτείνουν την «προγαμιαία ιατρική εξέταση, τη χρήση των αντισυλληπτικών, την τεχνητή στείρωση και την προληπτική άμβλωση, ως την τερατολογίαν της (θετικής) ευγονικής που και η Ελλάδα, με τη βοήθεια της αστυνομίας, ως προηγμένο κράτος, έπρεπε να εφαρμόσει» [Κ. Δ. Κωσταντινίδου, «Ευγονική και κληρονομικότης των ψυχικών νοσημάτων», Αστυνομικά Χρονικά, 1957 (91), σ. 4417].
Νιώθετε κι εσείς ότι βρίσκεστε μπροστά σε ένα υγειονομικό πολυεργαλείο στα χέρια του αστικού κράτους που διαχρονικά επιχείρησε αφενός να επιβάλλει από τα πάνω μέτρα κοινωνικής υγιεινής, αφετέρου να κρύψει κάτω απ’ το χαλί το γεγονός ότι, ακόμη και στις « χρυσές εποχές » του καπιταλισμού, η φτώχεια και η ανημποριά αποτελούν τη μόνη σταθερά; Πείτε ναι, ρε παιδιά…
Μπορεί πάλι να κάνω λάθος. Ξέρω όμως ότι θα συμφωνούσαν μαζί μου οι σοσιαλίστριες φεμινίστριες του Μεσοπολέμου που κατήγγειλαν τότε το γεγονός ότι οι φτωχές γυναίκες αναγκάζονταν να βάλουν σε κίνδυνο ακόμη και τη ζωή τους με αμβλώσεις που γίνονταν παντοιοτρόπως, αφού η πείνα θέριζε και δεν μπορούσαν να θρέψουν ούτε τις ίδιες. Πολλώ δε μάλλον, με τη δαμόκλειο σπάθα της πατριαρχίας και του κοινωνικού στιγματισμού συνεχώς πάνω απ’ το κεφάλι τους.
Θα μου πεις: αυτά ανήκουν το παρελθόν. Ο κόσμος προχωρά. Ίσως· ναι· εντάξει, βρε αδελφέ. Ισχύει όμως το ίδιο για την εξουσία των παχυλών πορτοφολιών και των πολιτικών τους παρακούμπαρων; Ξέρετε για ποια εξουσία μιλώ. Για εκείνη που κόπτεται για τα «δικαιώματα του αγέννητου παιδιού», αλλά είναι η ίδια που έχει καταστήσει ολόκληρη τη Μεσόγειο υγρό τάφο χιλιάδων παιδιών· προσφύγων που ξεριζώθηκαν από τις χώρες τους, χάριν στις επιχειρήσεις «ειρήνης» που εξαπέλυσε το ΝΑΤΟ τους, η ΕΕ τους και άλλοι διεθνείς παίκτες, στη ρουλέτα του κράτους των μονοπωλιακών ανταγωνισμών.
Είναι η ίδια εξουσία που υπολογίζει την υγειά μας με όρους κόστους- κέρδους. Που πετά στον σκουπιδοτενεκέ της μονεταριστικής της αμβλυωπίας τους αποσυνάγωγους της νεοφιλελεύθερης ζούγκλας. Εσένα, εμένα, τους δικούς σου ανθρώπους, τους δικούς μου…
Ιρίσθω εν παρόδω, να θυμίσω ότι κάπως έτσι εισήχθη στον δημόσιο λόγο της ναζιστικής Γερμανίας η ιδέα περί ευγονικής. Κάτω από την ομπρέλα του αφηγήματος: για να δούμε τι γίνεται με τα δημόσια οικονομικά των νοσοκομείων (δείτε εδώ). Προφανώς, δεν ισχυρίζομαι ότι βρισκόμαστε εκεί, αλλά ειδήσεις όπως αυτή του περασμένου Φεβρουαρίου από τη Μ. Βρετανία δεν αφήνουν περιθώρια αισιοδοξίας. Σύμφωνα με δημοσίευμα του Guardian: κατά τη διάρκεια του δεύτερου κύματος της πανδημίας, το νοσηλευτικό προσωπικό τη χώρας δέχθηκε οδηγίες ώστε να μην επιχειρεί ανάνηψη σε άτομα με μαθησιακές αναπηρίες. Όπως κατήγγειλε εκείνες τις ημέρες η Edel Harris, διευθύνουσα σύμβουλος της φιλανθρωπικής οργάνωσης Mencap:
«Καθ ‘όλη τη διάρκεια της πανδημίας, πολλοί άνθρωποι με μαθησιακή αναπηρία αντιμετώπισαν συγκλονιστικές διακρίσεις και εμπόδια στην πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, με ακατάλληλες ειδοποιήσεις όπως «μην επιχειρήσετε καρδιοπνευμονική ανάνηψη» (DNACPR) να μπαίνουν στους φακέλους τους».
Δεν εξεπλάγην, τ’ ομολογώ. Άλλωστε, το βρετανικό κράτος είχε δώσει δείγματα γραφής ήδη από το 2019 όταν ανάγκαζε σε άμβλωση μία εικοσάχρονη γυναίκα με μαθησιακές δυσκολίες. Το αιτιολογικό πλαίσιο της δικαστικής απόφασης έκανε λόγο για την «καλύτερη δυνατή λύση, μιας και η συνέχεια της κύησης ίσως αποτελούσε ρίσκο για την ψυχιατρική υγεία της γυναίκας».
Θα πει κάποιος: πρόκειται για δύο φαινομενικά άσχετες ειδήσεις που κακώς τις συνταιριάζω. Πιθανότατα, έχει δίκιο. Ωστόσο, θυμάμαι ακόμη όσα έλεγε προ δεκαετίας ο καθηγητής Aντρέ Γκριμάλντι, σύμφωνα με τον οποίο: έχουμε να κάνουμε με ένα τέχνασμα μακράς διάρκειας, διαμέσου του οποίου δημιουργείται η «ιδέα ότι υπάρχουν ασθενείς συμφέροντες από οικονομική άποψη και ασθενείς μη συμφέροντες». Τι δεν συμφέρει; «Ο,τι θεωρείται πολύπλοκο: οι χρόνιες παθήσεις, οι ηλικιωμένοι ασθενείς, οι ψυχικά και κοινωνικά πάσχοντες» («Ελευθεροτυπία», 21/2/2010). Περισσότερα εδώ.
Ακόμη και ο φυλακισμένοι, θα πρόσθετα εδώ. Ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι μέχρι και πριν δέκα χρόνια, οι γιατροί των γυναικείων φυλακών της Καλιφόρνια εξανάγκαζαν τις κρατούμενες σε υποχρεωτική στείρωση, πιστεύοντας πως απλώς έπρατταν το καθήκον απέναντι στην οικονομία του κράτους; Ποιος ξεχνά τα σχόλια του Russell Pearce, του κορυφαίου νομοθέτη της Αριζόνα, ο οποίος εν έτει 2014 μιλούσε ανοιχτά για στείρωση φτωχών γυναικών, οι οποίες έπαιρναν προνοιακά επιδόματα; (δείτε εδώ)
Και πολλά, πολλά άλλα. Ινδία, Νότια Αφρική, Γαλλία, Βέλγιο, Κίνα. Αλλά και Πολωνία, Σλοβακία και Τσεχία· σήμερα, τώρα· όχι το 1950, ούτε το 1960· το δικαίωμα στην επιλογή, στα χέρια ατόμων ή φορέων με εξουσία. Ατόμων ή φορέων με τα δικά τους κίνητρα πίσω από τη διττή ποινικοποίηση του γυναικείου σώματος.
Τελικά, πόσο μακριά βρίσκεται η γυναικεία αυτοδιάθεση με τη χειραφέτηση των κοινωνιών;
Ερώτημα προς απάντηση. Διόλου ρητορικό.