Λάβαμε επιστολή από τον Σάββα Ε. Ιωακειμίδη Δικηγόρο Αθηνών – Μ.Δ. Ποινικού Δικαιου –Υπ.Δ.Ν. στην οποία μας ενημερώνει για το νομικό πλαίσιο των περιπτώσεων αφαίρεσης άσκησης γονικής μέριμνας. και τις δυνατότητες που δίνει ο νόμος στον εισαγγελέα.
Τονίζει δε ότι χαρακτηριστικά
” ..Το ζήτημα της ακούσιας νοσηλείας ρυθμίζεται από έτερο νομοθέτημα (άρθρα 95 και 96 ν.2071/1992) υπόκειται σε πρόσθετες εγγύησεις ιδίως όσον αφορά ανηλίκους και απαιτεί σε κάθε περίπτωση τη σύμφωνη έγγραφη γνώμη δύο ψυχιάτρων άνευ της οποίας ο εισαγγελέας δεν δύναται να διατάξει τον εγκλεισμό . Ακόμη και η εισαγωγή για απλή εξέταση απαιτεί την ύπαρξη στοιχείων που να τεκμηριώνουν το ενδεχόμενο ψυχικής νόσου τα οποία συνήθως υποβάλλονται στον εισαγγελέα μαζί με τη σχετική αίτηση. Συμπερασματικώς η μεταχείριση που επεφυλάχθη στον ανήλικο είναι προδήλως παράνομη και δη αξιόποινη αφού αναμφιβόλως επάγεται ψυχική βλάβη ,ενώ συγχρόνως αποστερείται ο ανήλικος την προσωπική του ελευθερία και τις φροντίδες των οικείων του χωρίς νόμιμο λόγο ..” Και διατυπώνει την άποψη οτι : “.. Προδήλως εφόσον δεν έχει τηρηθεί η επιβαλλόμενη διαδικασία για την αφαίρεση της άσκησης της επιμέλειας έχει διαπραχθεί από μέρους του εκδόσαντος τη σχετική διάταξη παράβαση καθήκοντος (259ΠΚ), η δε τοποθέτηση του ανηλίκου στο ψυχιατρείο και η απομάκρυνση από τα πρόσωπα που δυνάμει του νόμου ασκούν την επιμελειά του αποτελεί το ποινικό αδίκημα της αρπαγής ανηλίκου (ΠΚ 324) .. “
Διαβάστε όλη την επιστολή
Επιστολή προς δημοσίευση-
Προς την ιστοσελίδα Κινηση Ενεργοι πολίτες
“Αναφορικώς προς το ζήτημα που ανέκυψε σχετικά με τον εγκλεισμό σε ψυχιατρικό τμήμα δημοσίου νοσοκομείου του εξαετούς ανηλίκου τέκνου της συλληφθείσης κυρίας Ρούπα επιτρέψατέ μου να σημειώσω τα εξής :
Η κίνηση του εθνικού ήρωος Μανώλη Γλέζου να επισκεφθεί το παιδί υπήρξε ασφαλώς συγκινητική αλλά και κοινωνικώς επωφελής αφού δι αυτής εκγυμνώθηκε ενώπιον του Λαού η σήμερον κρατούσα άνομη εξουσία ,που επιχείρησε για ακόμη μία φορά να παραπλανήσει τους πολίτες .
Το θέμα της μεταχείρισης του ανηλίκου έχει μία νομική και μία πολιτική πτυχή αλλά κυρίως είναι θεσμικά σπουδαίο διότι η Ελληνική πολιτεία έδειξε το αποτρόπαιο πρόσωπό της σε έναν ανήλικο και άρα ευάλωτο άνθρωπο έναντι του οποίου έπρεπε να επιδείξει ιδιαίτερη μέριμνα προς ελαχιστοποίηση των συνεπειών που αναμφιβόλως επιφέρει η σύλληψη της μητρός του .
Επισκοπών εν συντομία το ισχύον νομικό πλαίσιο σχετικώς με την αφαίρεση της άσκησης της γονικής μέριμνας με εισαγγελική πρωτοβουλία (1532 ΑΚ) αναφέρω προς ενημέρωση των αναγνωστών σας ότι ο εισαγγελέας μπορεί να λάβει σε περίπτωση άμεσου και σπουδαίου κινδύνου για την σωματική ακεραιότητα ή/και την ψυχική υγεία του τέκνου κάθε πρόσφορο μέτρο μέχρις ότου αποφανθεί για το ζήτημα το αρμόδιο Δικαστήριο στο οποίο εισάγει την υπόθεση .
Η απόφαση του εισαγγελέως πρέπει να καθοδηγείται αποκλειστικά και μόνον από το κριτήριο του αληθούς συμφέροντος του ανηλίκου που προδήλως επιτάσσει η όποια απόφαση να μην διαταράσσει τον βίο του και τη σχέση με τα οικεία αυτού πρόσωπα και να λαμβάνει υπόψη τον εύθραστο ψυχισμό του . Επειδή δε ο εισαγγελέας είναι δικαστικός λειτουργός αλλά όχι δικαστής , η όποια απόφαση θα πρέπει να μην προκαταλαμβάνει την κρίση του δικαστηρίου και να στοιχείται προς τη νομολογία .
Η όποια παρέμβαση θα πρέπει να είναι πρόσφορη και συγχρόνως απολύτως αναγκαία για την προστασία του ανηλίκου, οι τυχόν δε επιβαλλόμενοι περιορισμοί θα πρέπει να τελούν σε εύλογη σχέση αναλογίας προς τον κίνδυνο τον οποίο επιδιώκουν να περιστείλουν ή να αποτρέψουν .
Η ανάθεση της προσωρινής επιμέλειας σε δημόσια αρχή έχει ως προαπαιτούμενον ότι ουδείς από το συγγενικό περιβάλλον εκδηλώνει ενδιαφέρον ή ότι οι πάντες κρίνονται ως πηγή κινδύνου για το παιδί ,έτσι ώστε ως έσχατη λύση απομένει η εισαγωγή σε κατάλληλη δημόσια δομή ,ώστε να μην απομείνει στο δρόμο και στο έλεος του Θεού.
Μάλιστα ενόψει του προσωρινού και επείγοντος χαρακτήρα της εκφερόμενης κρίσης που δεν επιτρέπει έρευνα σε βάθος η ακαταλληλότητα των οικείων πρέπει να είναι εμφανής δια γυμνού οφθαλμού διότι άλλως δε δύναται να δικαιολογηθεί η εισαγωγή του ανηλίκου σε κάποιο ίδρυμα που αναμφιβόλως συνιστά ψυχική δοκιμασία .
Προδήλως μεταξύ των μέτρων που δύναται να διατάξει ο εισαγγελέας στο πλαίσιο άσκησης της ανατεθειμένης σε αυτόν εξουσίας δεν ανήκει η εισαγωγή στο ψυχιατρείο .
Το ζήτημα της ακούσιας νοσηλείας ρυθμίζεται από έτερο νομοθέτημα (άρθρα 95 και 96 ν.2071/1992) υπόκειται σε πρόσθετες εγγύησεις ιδίως όσον αφορά ανηλίκους και απαιτεί σε κάθε περίπτωση τη σύμφωνη έγγραφη γνώμη δύο ψυχιάτρων άνευ της οποίας ο εισαγγελέας δεν δύναται να διατάξει τον εγκλεισμό .
Ακόμη και η εισαγωγή για απλή εξέταση απαιτεί την ύπαρξη στοιχείων που να τεκμηριώνουν το ενδεχόμενο ψυχικής νόσου τα οποία συνήθως υποβάλλονται στον εισαγγελέα μαζί με τη σχετική αίτηση.
Συμπερασματικώς η μεταχείριση που επεφυλάχθη στον ανήλικο είναι προδήλως παράνομη και δη αξιόποινη αφού αναμφιβόλως επάγεται ψυχική βλάβη ,ενώ συγχρόνως αποστερείται ο ανήλικος την προσωπική του ελευθερία και τις φροντίδες των οικείων του χωρίς νόμιμο λόγο .
Έτσι επιβάλλεται η διερεύνηση της υπόθεσης αφού έχουν αναμφιβόλως διαπραχθεί τα αδικήματα της σωματικής βλάβης ανηλίκου (312 ΠΚ) ,της κατακράτησης παρά το Σύνταγμα (326 ΠΚ) ενώ συγχρόνως στο βαθμό που είναι πιθανό η σχετική μεθόδευση να αποβλέπει στην απόσπαση ομολογίας της μητρός ή στην τιμωρία ή /και τον εκφοβισμό της δέον να ερευνηθεί το ενδεχόμενο παραβίασης της ποινικής νομοθεσίας περί βασανιστηρίων (ΠΚ 137Α)
Προδήλως εφόσον δεν έχει τηρηθεί η επιβαλλόμενη διαδικασία για την αφαίρεση της άσκησης της επιμέλειας έχει διαπραχθεί από μέρους του εκδόσαντος τη σχετική διάταξη παράβαση καθήκοντος (259ΠΚ), η δε τοποθέτηση του ανηλίκου στο ψυχιατρείο και η απομάκρυνση από τα πρόσωπα που δυνάμει του νόμου ασκούν την επιμελειά του αποτελεί το ποινικό αδίκημα της αρπαγής ανηλίκου (ΠΚ 324) και τούτο ανεξαρτήτως της συνδρομής σε μία τέτοια περίπτωση ,όπως η εδώ ερευνώμενη πραγματικής αδυναμίας άσκησης λόγω σύλληψης ή κράτησης και τούτο διότι ο ποινικός νόμος είναι σαφής και ομιλεί περί δικαιουμένων να ασκούν την επιμέλεια του προσώπου του ανηλίκου δυνάμει νόμου ή δικαστικής απόφασης και όχι περί ασκούντων ή δυναμένων να ασκήσουν αυτή .
Πρέπει να τονιστεί – με την επιφύλαξη ότι το περιεχόμενο της διατάξεως είναι αυτό που δημοσιοποίηθηκε- ότι εδώ πλέον ομιλούμε όχι απλώς για υπέρβαση των άκρων ορίων της διακριτικής ευχέρειας εκ μέρους του εκδόσαντος αλλά για καταστρατήγηση του νόμου και παραγνώριση της λογικής και της κοινής πείρας.
Είναι δε αμφίβολο αν η σχετική εντολή δύναται να δεσμεύσει νομικώς και άρα να απαλλάξει από τυχόν ευθύνες τους εκτελέσαντες αυτήν ιατρούς ενόψει του προδήλως παράνομου χαρακτήρα της ακόμη και για έναν αποδέκτη με γνώσεις δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης , πολλώ δε μάλλον έναν ιατρό , ο οποίος ως προς την άσκηση των καθηκόντων του οφείλει πρωτίστως και υπεράνω πάντων υπακοή και συμμόρφωση στα διδάγματα της επιστήμης και της ιατρικής δεοντολογίας .
Ο Εισαγγελέας και το Δικαστηριο μπορούν να ελέγξουν εντός του πλαισίου του νόμου τον τρόπο άσκησης των καθηκόντων αυτών αλλά δεν μπορούν εκ των προτέρων κατά περιεχόμενο να τον υπαγορεύσουν διότι τότε οικειοπούνται αλλότρια έργα . Επομένως η μόνη κατά νόμον αποδεκτή χρήση της σχετικής διατάξεως είναι ως τεκμήριο για τον καταλογισμό ποινικών και πειθαρχικών ευθυνών του συντάξαντος αυτή λειτουργού .
Έχω την ελπίδα ότι η ιδιαίτερη γνώση ευαισθησία και ενασχόληση της κ. Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου με θέματα μεταχείρισης των ανηλίκων στο πεδίο όχι μόνον της ποινικής πράξης αλλά και της θεωρητικής αναζήτησης θα συμβάλει στην ταχεία ποινική και πειθαρχική διευρεύνηση της προκειμένης υποθέσεως , διότι η ατιμωρησία φέρνει στην επιφάνεια το ερώτημα ποιός θα μας φυλαττει από τους (τυχόν ανεπαρκείς ή/ και φαύλους )νομοφύλακες.
Στο πολιτικό πεδίο το αβίαστο συμπέρασμα είναι ότι η πλέον φαύλη κυβέρνηση του μεταπολιτευτικού κύκλου δεν ορρώδει προ ουδενός .
Δρα δε με γνώμονα το ψεύδος τη συκοφαντία και τον αυταρχισμό φτάνοντας μέχρι του σημείου να λοιδωρεί και να χλευάζει όσους παρέμειναν συνεπείς προς όσα η ίδια διεκήρυττε .
Στοιχειώδης ευθυξία επειδή η πολιτική ευθύνη είναι συλλογική και ιδίως αντικειμενική θα επέβαλε την άμεση παραίτηση του Υπουργού Δικαιοσύνης .
Η κυβέρνηση λογοδοτεί έναντι των πολιτών και για τον τρόπο λειτουργίας της Δικαιοσύνης , τοιουτοτρόπως άλλωστε δύναται να δικαιολογηθεί και η σχετική συνταγματική ευχέρεια του Υπουργού να ασκεί την πειθαρχική δίωξη σε βάρος δικαστικού λειτουργού οιουδήποτε βαθμού (άρθρο 91 Σ) . Αυτά βεβαίως είναι ψιλά γράμματα όταν απολεσθεί το φιλότιμο και αναδειχθεί σε μοναδικό γνώμονα πολιτικής δράσης και συμπεριφοράς η παντί τρόπω διατήρηση της εξουσίας.
Στο πεδίο της θεσμικής ωριμότητας τέλος μίας πολιτείας πρώτιστο κριτήριο είναι η μεταχειριση των ευαλώτων ατόμων ,ιδίως δε των παιδιών που αποτελούν το αύριο και την ελπίδα του έθνους . Σύγχρόνως ο χρόνος , ο τρόπος και η μαζικότητα της αντίδρασης σε τυχόν εκτροπές στον κρίσιμο τούτο τόμεα ,συνιστούν δείκτη του βαθμού δημοκρατικής εγρήγορσης ενός λαού .
ΥΓ:Καθώς σας έγραφα την παρόν σημείωμα αναρτήσατε δημοσίευση ότι ελήφθη σχετική απόφαση για ανάθεση προσωρινής επιμέλειας στην γιαγιά του ανηλίκου . Όπως όμως προκύπτει και από το περιεχόμενο του κειμένου πρόκειται απλά περί ανακλήσεως της εισαγγελικής διατάξεως ,υπό το βάρος της κατακραυγής , και εκδόσεως νέας τοιαύτης .
Τα δικαστήρια αποφαίνονται – δικαιοδοτούν και όχι οι εισαγγελείς .
Μετά τιμής
Σάββας Ε. Ιωακειμίδης,Δικηγόρος Αθηνών – Μ.Δ. Ποινικού Δικαιου –Υπ.Δ.Ν.