Από τον Νίκο Νικήτογλου
Είχαν περάσει λίγες μόλις ώρες από το πραξικόπημα. Στην κεντρική πλατεία της Άγκυρας, την Kilizay, το πλήθος κρατάει πορτραίτα του Ερντογάν με τις λέξεις “Benim Baskanim”, “πρόεδρε μου”. Στις γέφυρες του Βοσπόρου, στη Fatih Sultan Mehmet και τη Boğaziçi, αλλά και στο αεροδρόμιο Atatürk, ο κόσμος που ξεχύθηκε στους δρόμους, αφοπλίζει, συλλαμβάνει και προπηλακίζει νεαρούς φαντάρους. Αξιωματικοί και δικαστικοί συλλαμβάνονται. Το πραξικόπημα έχει λάβει τέλος και στην Τουρκία ξημερώνει μια παράξενη ημέρα.
Αν ο πόλεμος του Βιετνάμ έμεινε στην ιστορία ως «ο πόλεμος της τηλεόρασης», με τους εκατοντάδες ανταποκριτές και τις χιλιάδες ώρες οπτικοακουστικού υλικού, τότε το πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου του 2016 στην Τουρκία θα μείνει στην ιστορία ως το «live streaming πραξικόπημα». Ο βομβαρδισμός της πληροφόρησης – αλλά και της παραπληροφόρησης – για τα γεγονότα στην Τουρκία, κατέκλυσε το διαδίκτυο, τα social media, τις τηλεοράσεις, με τους θεατές να συναντούν τον 21ο αιώνα, όπου οι φωτογραφίες και τα video κοινοποιούνται από χρήστες, τα πάντα μεταδίδονται live, ενώ τα τανκ, τα στρατιωτικά οχήματα και οι ένοπλοι φαντάροι, μοιάζουν με μουσειακά εκθέματα.
Με τους ιδιωτικούς σταθμούς να μην έχουν καταληφθεί από τους πραξικοπηματίες, ο Ερντογάν χρησιμοποίησε τα μέσα της τεχνολογίας για να κάνει το διάγγελμα του προς τον τουρκικό λαό. Τον κάλεσε να βγει στους δρόμους και να υπερασπισθεί τη δημοκρατία και τους θεσμούς. Ποια δημοκρατία όμως; Και ποιους θεσμούς;
Τα ερωτήματα που προκύπτουν είναι αρκετά αναφορικά με το πραξικόπημα. Ερωτήματα που έχουν να κάνουν με το μέγεθος των δυνάμεων που κινητοποιήθηκαν, ερωτήματα που έχουν να κάνουν με τη μη σύλληψη πολιτικών προσώπων, με τη μη διακοπή των τηλεπικοινωνιών, ερωτήματα που αφορούν κυρίως το σχέδιο δράσης. Προκύπτουν όμως και πολιτικά ερωτήματα. Ποιο ήταν το σχέδιο τους μετά την κατάλυση του καθεστώτος; Είχαν αναφορές στο πολιτικό επίπεδο; Είχαν έρθει σε επικοινωνία με πολιτικούς, κόμματα ή κινήματα που βρίσκονται «απέναντι» από το καθεστώς Ερντογάν; Η κατάληξη του εγχειρήματος λοιπόν μοιάζει με την επιτομή της προχειρότητας.
Το 1997, προλογίζοντας το βιβλίο του Selahattin Celik “Το κράτος – συμμορία», ο καθηγητής Χριστόδουλος Γιαλουρίδης ανέφερε:
«Το Κράτος – Συμμορία δεν διαθέτει την εσωτερική κρατική νομιμότητα αφού οι δημοκρατικές αρχές ισχύουν κατά τρόπο στρεβλό και παραμορφωτικό, υφίστανται δε για να μπορεί η Τουρκία να συμμετέχει ως δήθεν δημοκρατικό κράτος στους δυτικούς θεσμούς. Πρόκειται για ένα κράτος που δεν σέβεται τα ανθρώπινα και ατομικά δικαιώματα, δεν σέβεται τους ίδιους τους πολίτες του, ενώ η δικαιοσύνη και οι άλλοι κρατικοί θεσμοί κατευθύνονται και καθοδηγούνται από την ανεξέλεγκτη και αδιαφανή λειτουργία του στρατεύματος, του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας και την περίεργη διαπλοκή των συμμοριών του κράτους και του παρακράτους».
Αυτή λοιπόν είναι μια θεώρηση της «προερντογανικής» Τουρκίας. Μια θεώρηση που εστιάζει στη καθοριστική σχέση στρατού και κράτους, η οποία διαπότιζε το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας σε όλες τις διαστάσεις, πτυχές και παραμέτρους, κοινωνικές, πολιτικές ή πολιτειακές δομές και θεσμούς.
Η Τουρκία όμως, εδώ και πάρα πολλά χρόνια ζει στην εποχή «Ερντογάν» και πολλοί είναι εκείνοι που προσεγγίζουν την τουρκική υπόθεση μέσα από το δίπολο κεμαλισμός – Ισλάμ. Αυτές όμως οι προσεγγίσεις ανήκουν στο παρελθόν.
Ο Ερντογάν κατάφερε να εγκαθιδρύσει μια νέα τάξη στην Τουρκία. Και αυτή η προσπάθεια είχε διαφανεί ήδη από την πρώτη περίοδο της πρωθυπουργίας του, το σκάνδαλο Εργκένεκον, τις παρεμβάσεις σε στρατό και δικαιοσύνη, τις διώξεις ακαδημαϊκών, τις φυλακίσεις δημοσιογράφων, τις συλλήψεις στελεχών του HDP και του DBP, την οργάνωση ενός πολύ επικίνδυνου παρακράτους.
Η αλήθεια είναι λοιπόν πως τη νύχτα της 15ης Ιουλίου δεν έλαβε χώρα κάποιο πραξικόπημα. Το πραξικόπημα στην Τουρκία είναι διαρκές. Ένα πραξικόπημα απέναντι στην ελεύθερη έκφραση, τις ατομικές ελευθερίες, τις συλλογικές δράσεις, την οποιαδήποτε πολιτική διαδικασία. Και ο μεγάλος χαμένος μέχρι στιγμής είναι ο τουρκικός λαός.