Ο Κώστας Πελετίδης μοιράζει κόκκινα γαρύφαλλα στον κόσμο.
«Έστω ανάπηρος, κρίνε για να κριθείς», έγραφε στον Επίλογο του ο ποιητής, και κάπως έτσι πορεύομαι σε τούτη την αράδα. Θα μιλήσω, θα κρίνω και θα κριθώ. Με το εκκρεμές να ξεκινά στη μία του άκρη, από την παρακαταθήκη και την προτροπή του Μ. Αναγνωστάκη. Να παλινδρομεί, με άλλα λόγια, στο νέο, τότε, φοιτητή της ιατρικής – στον ισόβιο Δον Κιχώτη της προδομένης αριστεράς – που, σ’ εκείνα τα πέτρινα χρόνια, δεν αποκήρυξε ούτε κατά διάνοια, τα οράματά και την αφοσίωσή του στο Κ.Κ.Ε, ακόμη κι όταν το κόμμα στο οποίο στρατεύτηκε ολόψυχα τόν διέγραψε από τις «τάξεις» του, με τρόπο σχεδόν Καφκικό. Πρωτίστως, δε, στην κρίσιμη δοκιμασία, που ο κατηγορούμενος «αναρχικός» ούτε καν ενέδωσε στον πειρασμό της απαξίωσης όσων «συντρόφων» τόν απαρνήθηκαν, ακόμη και τη στιγμή που καταδικαζόταν από το στρατοδικείο της Θεσσαλονίκης σε θανατική καταδίκη, χαρακτηριζόμενος ως εθνοπροδότης!
Μόνο που, αυτή τη φορά, το εκκρεμές μου καταλήγει σε κάποιον άλλο, αμφιλεγόμενο Δον Κιχώτη της Αριστεράς, με μία, όμως, σημαντική διαφορά. Σε αντίθεση με τον ακτινολόγο και ποιητή Μ. Αναγνωστάκη που αποχώρησε στα χρόνια της ωριμότητας από το Κ.Κ.Ε, ο δήμαρχος Πατρέων Κώστας Πελετίδης – ο αποκαλούμενος και «γιατρός» από πολλούς συνδημότες, καρδιολόγος γαρ – παρέμεινε σ’ όλη του τη ζωή, αταλάντευτα προσηλωμένος εντός των «ορθόδοξων» συντεταγμένων του Κ.Κ.Ε, είτε αυτές επιδέχονταν έντονης αμφισβήτησης, είτε ο ίδιος προκαλούσε, με τις δράσεις ή τις ατομικές του τοποθετήσεις, ποικίλες κριτικές, σχετικά με το κατά πόσο παραμένει, όντως, εναρμονισμένος με επίσημες κομματικές νόρμες. Παρ’ όλα αυτά, ο ευθυτενής γιατρός της Πάτρας (μυστακοφόρος και αυτός), ποτέ του δεν απέκρυψε, ούτε καν στρογγύλεψε την προσήλωσή του στο κόμμα, στο οποίο, εξάλλου, στρατεύτηκε ψυχή τε και σώματι.
Βλέποντας το εκκρεμές, αναλογίζομαι τις δύο αντίθετες όψεις ενός διόλου αμελητέου πολιτικού κεφαλαίου για τον τόπο… Το αμφίσημο παρελθόν της καθημαγμένης Αριστεράς σε αντιδιαστολή με την ανάγκη επαναπροσδιορισμού του κόμματος στις σύγχρονες συγκυρίες, και μεταξύ τόσων αμφιταλαντεύσεων, οι δύο αγαπημένοι γιατροί. Ο πρώτος να με νουθετεί με την παρακαταθήκη του σαν ποιητής, ο δεύτερος να πρωταγωνιστεί σαν ο Κομμουνιστής δήμαρχος στην πόλη όπου κατοικώ, εδώ και καιρό. Δύο αντίθετοι κόσμοι – σκέφτηκα – το παρελθόν και το παρόν, και κάπου ανάμεσά τους, εγώ, να αιωρούμαι όπως μόνον η ζωή γνωρίζει διασταυρώνοντας – σχεδόν σημαδιακά – ανθρώπους, οράματα, διαψεύσεις και προσδοκίες.
«Έστω και ανάπηρος», έγραφε… Μόνο που στην περίπτωσή μου, δεν υπάρχουν μεταφορές ή αλληγορίες.
Αν η ζωή σού κλήρωσε το σώμα σου να φθίνει ώρα την ώρα, χρόνο το χρόνο, μαθαίνεις ή, τουλάχιστον, αναγκάζεσαι, παρά τη θέλησή σου, να μάθεις πώς να επιβιώνεις σε συνθήκες καθημερινής πολιορκίας. Κοντολογίς, να βρίσκεις λύσεις, στηρίγματα, διαφυγές, ώστε να διαχειρίζεσαι ένα βαρύ γραμμάτιο, εκτιμώντας ακόμη και τα ελάχιστα. Ένα βήμα, ένα χορό, μία βόλτα στο βουνό. Και τότε – μη χλευάσεις, ρήτορα, το αυτονόητο – ο γιατρός γίνεται ο αναντικατάστατος σύμμαχος, ιδίως αν είναι από σπάνια φουρνιά! Όπως ακριβώς συνέβη πριν πολλά χρόνια, με τον Κώστα Πελετίδη. Αυτόν τον γιατρό, που χωρίς να με γνωρίζει, εντούτοις, έβαλε πλάτη όχι μόνο για πάρτη μου, αλλά και για λογαριασμό μίας πληγωμένης καρδιάς που μαράζωνε από τον καημό της. Γιατί μού αρκούσε – αν με καταλαβαίνεις – να βλέπω και μόνο τη μάνα μου να βγαίνει δακρυσμένη από ανακούφιση, κάθε φορά που ο συγκεκριμένος καρδιολόγος την κούραρε με φροντίδα και τρυφερότητα.
Σε νιώθω, πάντως ∙ είσαι έτοιμος να σαρκάσεις το προβλέψιμο μελό, να ξεκαθαρίσεις πως δεν σε αφορούν προσωπικές ιστορίες πονεμένων, αλλά μη βιάζεσαι να κρίνεις τη φωνή που μόλις μίλησε. Γιατί, στο βάθος, άκουσες – σεβαστέ μου ρήτορα – όχι τη δική μου ιστορία, αλλά μία από τις πάμπολλες ιστορίες Πατρινών που ευεργετήθηκαν από τον κομμουνιστή γιατρό – αν, βέβαια, σε αφορά τούτη η πολυτέλεια! Επειδή, όμως, διαισθάνομαι τις ενστάσεις να θεριεύουν στις συνάψεις του μυαλού, απλά σού αναφέρω πως στην περίπτωση του κόκκινου δήμαρχου, θεωρία, ζωή, εργασία είναι άρρηκτα συνδεδεμένες, ανεξάρτητα αν εσύ το παραβλέπεις, εσκεμμένα ή άθελά σου. Και όλα αυτά έχοντας πάντα σαν κοινό παρανομαστή τον άνθρωπο, ιδίως αυτόν που πυρακτώνεται στις μέρες μας από σοβαρές δοκιμασίες.
Το ξέρω βέβαια, σε συμμερίζομαι ∙ έχεις πια κουραστεί με τόσες γραφικότητες για το κόκκινο «πρόβατο» του γιατρού! Εξάλλου – σαν γνήσιος άνθρωπος των έργων – ζητάς πράξεις, δεν αστειεύεσαι με τα κοινά! Προφανώς, λοιπόν, δε γνωρίζω αν σε ικανοποιούν όσα διάλεξα, αλλά σταχυολογώ ενδεικτικά κάποιες από τις δράσεις του επίμονου Πόντιου:
▪ Επί δημαρχίας του όλες οι ευπαθείς κοινωνικές ομάδες (άνεργοι, άστεγοι, πολύτεκνοι, πάσης φύσεως ανάπηροι) απαλλάχθηκαν ολικώς ή μερικώς από τα δημοτικά τέλη της ΔΕΗ. Ανάλογη πρόνοια δρομολογείται και στην ΕΥΔΑΠ.
▪ Εκδόθηκαν τέσσερα ψηφίσματα κοινωνικής παρέμβασης.
-Ψήφισμα για τα ανοιχτά εμπορικά κέντρα.
-Ψήφισμα για την απαράδεκτη απόφαση του μεικτού ορκωτού δικαστηρίου για τους εργάτες της Μανωλάδας.
-Ψήφισμα για την “ελληνογερμανική συνεργασία”.
-Ψήφισμα για τον Παύλο Φύσσα και την Χρυσή Αυγή.
▪ Ο Πελετίδης πρωτοστατεί για να μην απολυθεί κανένας εργαζόμενος, και υποστηρίζει τη διεκδίκηση των οικονομικών διεκδικήσεων εργαζομένων στα δικαστήρια. Να σημειωθεί ότι επιστρέφει ως ανεπίδοτη την αξίωση της Τρόικας και των εντολοδόχων της για απολύσεις δημοτικών υπαλλήλων, οι οποίοι προστατεύονται πλήρως και παρά τις επανειλημμένες πιέσεις.
▪ Επέτρεψε σε άπορους να συλλέξουν το λάδι από ελιές δημοτικών εκτάσεων. Το κωμικοτραγικό ήταν ότι πρώτα οι αστυνομικοί (μάζευαν το λάδι για την πορτοφόλα τους), αλλά και κάποιοι ευνοημένοι περίοικοι (μάζευαν το λάδι για τα καντήλια της Εκκλησίας) αποπειράθηκαν να σταματήσουν τους άπορους ελαιοσυλλέκτες, αλλά ο γιατρός τελικά τούς κούνησε τα καντήλια.
▪ Με συνεργεία του Δήμου και όχι με στημένες εργολαβίες αποκατέστησε περίπου 800 μέτρα στον παραθαλάσσιο δρόμο της Πλαζ, (ένας συμβατικός προϋπολογισμός θα απαιτούσε περίπου 300.000 ευρώ, ενώ τελικά ολοκληρώθηκε με μόλις… 1000 ευρώ!)
▪ αποκατάστησε και επαναλειτούργησε πλήρως την αχανή έκταση του δημόσιου κάμπινγκ της Πλαζ, σε φιλόξενο και λειτουργικό χώρο που επιτρέπει να φιλοξενούνται όσο το δυνατόν περισσότεροι λουόμενοι και μη. Να επισημανθεί, επίσης, πως στον πλήρως αναμορφωμένο χώρο λειτούργησε πέρυσι κατασκήνωση για φτωχά παιδιά (600), με προοπτική να πάνε φέτος στα 1000!
▪ Τελείωσε με ελάχιστο κόστος τη διαμόρφωση του παραθαλάσσιου πάρκου αναψυχής του Α. Ανδρέα, με ποδηλατόδρομο, προσβάσιμες διαδρομές και πίστα pump truck για τη νεολαία. Σχετικά, τώρα, με τον αθλητισμό, εξασφάλισε και απόδωσε στους δημότες το Παμπελοποννησιακό στάδιο (πρώην Ολυμπιακό ακίνητο), παράλληλα με την απρόσκοπτη λειτουργία άλλων δέκα μεγάλων εγκαταστάσεων.
▪ Τέλος, το θρυλικό Πατρινό καρναβάλι φέτος προϋπολογίστηκε με κόστος μειωμένο στα μισά, συγκριτικά με άλλες χρονιές (αξιοσημείωτη βεβαίως ήταν η απαξίωση του Δημάρχου από ποικίλους κρατούντες στην πόλη, επειδή δήθεν διανοήθηκε ως κομμουνιστής να δώσει πολιτικο – κοινωνικό χαρακτήρα, στην τελετή έναρξης). Και όλα αυτά, με σχεδόν μηδενικούς πόρους, λόγω κρίσης.
Και κάπου εδώ, καταλήγω στην πολυσυζητημένη πορεία του Πελετίδη, καθώς και πολλών άλλων Πατρινών έως την Αθήνα, για την καταπολέμηση της ανεργίας. Τουλάχιστον αυτός δηλώθηκε ως αιτία και αίτημα της πορείας των συμμετεχόντων.
Σχετικά με τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία, οι ενστάσεις σου – σεβαστέ μου κριτή – ακόμη αντιβουίζουν στα αυτιά μου: «Μία φτηνή καπελωμένη φιέστα». «Σκηνοθέτησε το καλύτερο πανηγύρι». «Στρώνει το δρόμο για τις μελλοντικές πολιτικές του φιλοδοξίες». «Ότι οδήγησε τα πρόβατα στη μάντρα του Κουτσούμπα». «Ότι γουστάρει να το παίξει πρώτη μούρη στην TV»… Και άλλες τόσες καταιγιστικές ερωτήσεις: «Τι θέλει τώρα, να μας το παίξει και Λαμπράκης;» «Εμείς πνιγόμαστε με το Προσφυγικό και αυτός το βιολί του;» «Είδατε στην Πάτρα μεγαλύτερο δημαγωγό και καραγκιόζη;» «Κοιμάται στο δήμο και το γυρνά σε βόλτες αναψυχής;». «Μήπως να οργανώσει στην επόμενη βόλτα και κάμπινγκ;» και ο εξάψαλμος δεν έχει τελειωμό.
«Σαν πρόκες να καρφώνονται οι λέξεις», μάς νουθετούσε ο ακτινολόγος ποιητής της προδομένης Αριστεράς. Το πήραμε και εμείς σκοινί κορδόνι, το φορμάραμε στα δικά μας μέτρα και σταθμά, και δεν αφήνουμε πρόκα και λέξη δίχως κάρφωμα. Μπερδέψαμε ιδεολογίες, πρότυπα, προτιμήσεις, πρόσωπα και, όπως λέει και ένας εκλεκτός φίλος: «τη διαχείριση άστην βράστην, έγινε μια κοτόσουπα που ρίξαμε μέσα κρέας και γαύρους. Και τώρα λέμε γιατί βρωμάει!» Γιατί όλοι, σε τούτον τον τόπο, τη διαχείριση βάζουν μπροστά από τα μάτια τους, αλλά δυστυχώς δεν έχουν προηγουμένως καθαρίσει τα μυωπικά τους γυαλιά, για να βρουν κοινούς τόπους και σημεία αναφοράς.
Το Θέμα όμως – αγαπημένε μου κριτή – δεν είναι ποιά είναι η αφετηρία και το πρίσμα, μέσα από το οποίο ο καθένας βλέπει τη ζωή. Αν δηλαδή υποστηρίζουμε το ένα ή το άλλο κόμμα, αν ψηφίσαμε στις εκλογές, τις «φρέσκιες τυρόπιτες», «τις θλιμμένες πεταλούδες» ή «τους αποφασισμένους μπαμπουίνους»! Το ζητούμενο είναι πώς ακούμε, πώς φιλτράρουμε, πώς σεβόμαστε και, ενδεχομένως, πώς ενθαρρύνουμε την οποιαδήποτε πρωτοβουλία υπηρετεί τους κοινούς μας στόχους.
Σε ό,τι, τώρα, με αφορά, μπορεί να μην ανήκω στον ίδιο πολιτικό και ιδεολογικό χώρο με τον δήμαρχο Πελετίδη, αυτό όμως δεν με εμποδίζει να βλέπω με προσοχή τα όποια βήματα τολμά στην εν πολλοίς αιρετική ή αμφιλεγόμενη δημαρχία του. Αν όμως, σε τελική ανάλυση, η συζήτηση εστιάζεται στις πορείες και τους ατομικούς βηματισμούς, τότε μην παραβλέπεις ό,τι σού είπα για κάποια πράγματα που δεν είναι καθόλου αυτονόητα. Γιατί για σένα, ακόμη και 10.000.000 βήματα προς την Αθήνα μπορεί να είναι εξίσου μάταια και άσκοπα. Για έναν ανάπηρο, όμως, που αδυνατεί να κάνει έστω και δέκα, η προσπάθεια των Πατρινών μαραθωνοδρόμων φαντάζει σαν όνειρο και άθλος μέγας…
Ας αναρωτηθεί, επομένως, ο καθένας πόσα βήματα είναι διατεθειμένος να κάνει για το δικό του όραμα, και όχι μονίμως να κοιτά τα πόδια του διπλανού. Με άλλα λόγια, να αναλογιστεί πρώτα πού θέλει να πάει ο ίδιος, γιατί και με ποιούς περπατά; Αλλιώς, κινδυνεύουμε να μείνουμε στάσιμοι γύρω από την ίδια τρύπα, θαυμάζοντας τον εξαίσιο ομφαλό μας! Αγαπημένο εθνικό σπορ, γαρ.
Γιάννης Δημογιάννης, για το Νόστιμον ήμαρ