Από τον Γιάννη Μπρούζο
Πρόσφατα στην συνάθροιση χειροκροτήματος αρχηγού ενός κόμματος του ακροδεξιού μνημονιακού τόξου, που ονομάστηκε κατ’ εφημισμόν “συνέδριο”, πραγματοποιήθηκε ένα πείραμα. Τα πειραματόζωα (κατ’ εφημισμόν “σύνεδροι”) κλήθηκαν να “ψηφίσουν” για ένα εντελώς αδιάφορο για την κοινωνία εσωτερικό θέμα. Στην πρώτη μέτρηση του πειράματος ψήφισαν με μεγάλη πλειοψηφία το Α, και στην δεύτερη και τελευταία μέτρηση με ακόμα μεγαλύτερη πλειοψηφία το ακριβώς αντίθετο.
Τι είχε συμβεί; Η διεξαγωγή του πειράματος την πρώτη φορά δεν έγινε υπό τις κατάλληλες συνθήκες. Τα πειραματόζωα “δεν είχαν καταλάβει τι ψήφιζαν” κατα τις ακριβείς λέξεις του αρχηγού-“πειραματιστή”. Έτσι διέταξε την επανάληψη της μέτρησης αφού σιγουρεύτηκε ότι τα πειραματόζωα κατανοούν ποια είναι η βούλησή του, και θα στοιχηθούν σε αυτή. Έτσι και έκαναν.
Στα αρχηγικά κόμματα φαίνεται ότι τα πειράματα διεξάγονται με αυτόν τον πολύ βολικό για τον πειραματιστή τρόπο. Αν διεξάγονταν έτσι και τα πειράματα των φυσικών επιστημών πιθανότατα θα βρισκόμασταν σε πιο μεγάλο σκοτάδι και από τον μεσαίωνα, όπως μάλλον βρισκόμαστε στην κοινωνική οργάνωση και την πολιτική ζωή.
Πώς όμως διεξάγονται τα πειράματα των φυσικών επιστημών; Καταρχήν σχεδόν πάντα τα πειράματα έχουν έναν στόχο: να ελέγξουν -δηλαδή να επιβεβαιώσουν ή να διαψεύσουν- μια υπόθεση ή μια επιστημονική θεωρία. Κάποια πειράματα ξεκινούν να εξερευνήσουν από περιέργεια μια άγνωστη περιοχή του κόσμου με πιθανώς πρωτοφανή φαινόμενα, ενώ ορισμένα προσπαθούν να δημιουργήσουν και να τεστάρουν ένα τεχνολογικό πρωτότυπο για συγκεκριμένες λειτουργίες που μπορούν να εφαρμοστούν στην παραγωγή.
Ας μιλήσουμε όμως για τα πρώτα που είναι τα πιο συνήθη. Καταρχήν έχει συμβεί πολλές φορές σε τέτοια πειράματα να εμφανίζεται το αντίθετο από το αναμενόμενο αποτέλεσμα. Δηλαδή να υπάρχει διάψευση μιας υπόθεσης που στην επιστήμη (αντίθετα με την πολιτική) είναι ότι πιο χρήσιμο μπορεί να συμβεί. Κινητοποιεί τους επιστήμονες να ψάξουν τι πήγε λάθος, τι δεν είχαν καταλάβει καλά, ποιους σημαντικούς παράγοντες είχαν αγνοήσει. Η διαψευσιμότητα μιας επιστημονικής υπόθεσης (δηλαδή η πιθανότητα να μπορεί να δείξει κανείς ότι είναι λανθασμένη) είναι από τα πιο σημαντικά χαρακτηριστικά της.
Για να ελεγχθεί μια υπόθεση, πρέπει να φτιαχτούν οι κατάλληλες συνθήκες ώστε τα αντικείμενα-πειραματόζωα του φυσικού κόσμου στα οποία αυτή αναφέρεται, να είναι κατάλληλα προετοιμασμένα να απαντήσουν στο ερώτημα της υπόθεσης. Προσοχή όμως: δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να είναι απολύτως ελεγχόμενα και αναγκασμένα να απαντήσουν θετικά ή αρνητικά. Πρέπει απλώς να βρίσκονται στις κατάλληλες συνθήκες τις οποίες προϋποθέτει η επιστημονική θεωρία. Και μάλιστα πρέπει να μπορούν να επαναληφθούν υπο τις ίδιες συνθήκες τα ίδια πειράματα οσοδήποτε πολλές φορές και να δίνουν ίδιο αποτέλεσμα (ως προς την διάψευση ή μη της υπόθεσης).
Θα μπορούσε βέβαια κανείς να πει, ότι και οι επιστήμονες είναι “προκατειλημμένοι” για την ορθότητα των θεωριών τους. Σίγουρα είναι και βεβαίως όταν μια υπόθεσή τους επιβεβαιώνεται νιώθουν ανακούφιση και ευχαρίστηση.
Όμως οι καλοί επιστήμονες έχουν ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό: αν αποδειχθεί από τα πειράματα ότι κάνουν λάθος, δεν προσαρμόζουν την πραγματικότητα και τα πειραματόζωά τους στις θεωρίες τους και στην βούλησή τους, αλλά το αντίθετο. Γενικά οι καλοί επιστήμονες σέβονται τα πειραματόζωά τους. Υπήρχαν βεβαίως και οι ναζιστές επιστήμονες, όπως ο Μένγκελε, που έκαναν πειράματα υποδουλώνοντας και εν τέλει θανατώνοντας ανθρώπινα όντα. Οι σύγχρονοι πολιτικοί αρχηγοί τί είδους πειραματιστές είναι;
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, το Σάββατο 22.10.2016
Κάθε Σάββατο κυκλοφορεί στα περίπτερα το έντυπο Νόστιμον Ήμαρ ένθετο στον Δρόμο της Αριστεράς.