Του Σίμου Ανδρονίδη
Με ένα άρθρο του που δημοσιεύεται στην ενημερωτική ιστοσελίδα ‘The Press Project’,[1] o Mηνάς Κωνσταντίνου επιχειρεί μία αναδρομή στην πολιτική παρουσία του κόμματος ‘Το Ποτάμι’ την τελευταία πενταετία, από την περίοδο της ίδρυσης του το 2014 έως την πρόσφατη επίδοση του στις ευρωπαϊκές εκλογές που διεξήχθησαν στις 26 Μαϊου, αποτέλεσμα που απετέλεσε το ουσιώδες έναυσμα για την απόφαση περί αναστολής λειτουργίας του κόμματος και μη συμμετοχής[2] του στις επικείμενες βουλευτικές εκλογές, υπό το πρίσμα μίας αναλυτικής που τείνει να θεωρεί ό,τι η απόφαση για τη μη συμμετοχή του κόμματος στις βουλευτικές εκλογές, αφενός μεν ανοίγει τον δρόμο για την κατάκτηση της αυτοδυναμίας από το κόμμα της ‘Νέας Δημοκρατίας’,[3] καθότι το ‘Ποτάμι’ συγκρατούσε μία κρίσιμη ‘μάζα’ κεντρώων ή αλλιώς φιλελεύθερων υποστηρικτών, αφετέρου δε δύναται να συμβάλλει στην επαναπροσέλκυση υποστηρικτών του από το ‘Κίνημα Αλλαγής’ (ΚΙΝΑΛ),[4] κύρια υποστηρικτών που έλκονταν πολιτικά και ιδεολογικά από το εγχείρημα του Σημιτικού ‘εκσυγχρονισμού’, μία κριτική ανα-κατασκευή του οποίου, λογοθετικά και πολιτικά, προσφέρει ο Γιώργος Κατσαμπέκης σε κείμενο του που επιγράφεται ως ‘Ο πολιτικός λόγος του εκσυγχρονισμού (1996-2004)’.[5]
Η συγκεκριμένη ανάλυση όμως, ενταγμένη στο πλαίσιο των προσίδιων δυνατοτήτων κοινωνικής και πολιτικής συγκρότησης ενός ‘αντιδεξιού μετώπου’ με σημείο αναφοράς στον άξονα του ευρύτερου κομματικού-πολιτικού ανταγωνισμού[6] το κόμμα του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’ (ΣΥΡΙΖΑ), παραγνωρίζει αυτό που επήλθε ως βαθυ-δομική αποδόμηση της κοινωνικής συμμαχίας του ‘Ποταμιού’ όπως εκφράστηκε στις πρόσφατες ευρωεκλογές και που στερεί από την συγκεκριμένη πολιτική συσσωμάτωση ‘ζωτικό κοινωνικό χώρο’ έκφρασης ενός πολιτικά και ιδεολογικά εμπρόθετου ‘φιλελευθερισμού’, αποδόμηση που λειτούργησε προς όφελος του κόμματος της ‘Νέας Δημοκρατίας’ (και του ‘Μέρα 25’), τον ήδη τρωθέντα προσδιορισμό του ‘Ποταμιού’,[7] που και μετά την αποχώρηση του από το εγχείρημα αναδιάρθρωσης της εν Ελλάδι ‘Κεντροαριστεράς’ δεν κατάφερε να εκφράσει, πάνω στις ιδέες του, μία ευρύτερη κοινωνική δυναμική, παρά κατέστη πόλος ευεπίφορος, και σε επίπεδο βάσης, κύρια στα κελεύσματα και στα διακυβεύματα που έθεταν τα κόμματα του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’ και της ‘Νέας Δημοκρατίας’, εκθέτοντας παράλληλα το μεγαλύτερο πρόβλημα του ‘Ποταμιού’ καθ’ όλη ουσιαστικά την τρέχουσα κρισιακή πενταετία.
Το ό,τι το κόμμα υπήρξε ‘παντού’ και ‘πουθενά’, ήγουν αποτέλεσε κόμμα ‘αδύναμο’ κοινωνικά, δίχως να αναπαραχθεί μαζικά στο εσωτερικό κοινωνικών τάξεων και μερίδων τάξεων, δίχως την διαρκή επεξεργασία πολιτικών και ενός πολιτικού λόγου που δύναται να ‘απαντά’ στις προκλήσεις και στα σύνθετα διακυβεύματα της κρισιακής, ιστορικά, περιόδου, στις ευρύτερες κοινωνικές-ταξικές και πολιτικές μεταβολές που έλαβαν χώρα εντός του ελληνικού κοινωνικοοικονομικού σχηματισμού, εκεί όπου ο πολιτικός φορέας αρθρώνεται στο ύψος όχι μίας «γραφειοκρατικής πατρωνίας»,[8] για την οποία έκανε λόγο, επιστημολογικά, ο Χρήστος Λυριντζής, αλλά ενός ‘γραφειοκρατικού αρχηγισμού’[9] που προτάσσει την παρουσία του Σταύρου Θεοδωράκη[10] και των πολιτικών υποκειμένων που είχαν εκλεγεί στα δύο ‘θεσμοποιημένα’ κέντρα,[11] στο Ελληνικό Κοινοβούλιο όπως και στο Ευρωπαϊκό.
Η ‘στεγανοποιημένη’ πλαισίωση του ‘Ποταμιού’ κατέστη ευδιάκριτη την τελευταία κοινοβουλευτική περίοδο, όπως και κατέστη εμφανές υτό που ο Νίκος Πουλαντζάς ορίζει, όντας σε θεωρητική ‘συνδιαλλαγή’ με τις αντιλήψεις του Καρλ Μαρξ και του Αντόνιο Γκράμσι, ως «κρίση κομματικής εκπροσώπησης»[12] η οποία και απαντάται ως «ρήξη ανάμεσα στις διάφορες τάξεις ή μερίδες και την εκπροσώπηση τους».[13]
Υπό αυτό το πρίσμα, η τρέχουσα κοινωνική-πολιτική επίδοση του ‘Ποταμιού’ δεν εκφράζεται ‘αυτοματοποιημένα’ ή αλλιώς, στο διάκενο μεταξύ επιθυμητού και πραγματικού, αλλά αντιθέτως, επισφραγίζει τα χαρακτηριστικά που προσέλαβε το κόμμα τα τελευταία έτη, ή, διαφορετικά τιθέμενο, αναδεικνύει τις σημάνσεις της Πουλαντζικής ‘κρίσης κομματικής εκπροσώπησης.’ [14]
Η κοινωνική όσο και πολιτική ‘διά-ρρηξη’ στην οποία αναφέρεται ο Νίκος Πουλαντζάς εκφράστηκε κατά την διάρκεια των ευρω-εκλογών, το Kitαποτέλεσμα της οποίας, αίρει την κατά το ‘Ποτάμι’ αναζήτηση της «φόρμουλας επιτυχίας»,[15] για να χρησιμοποιήσουμε έναν όρο των Kitschelt και Mc Gann, ‘φόρμουλα’ που διαμορφώθηκε πάνω στο έδαφος συνάρθρωσης του «οικονομικού φιλελευθερισμού»[16] (Βασιλική Γεωργιάδου) που απέδιδε ιδιαίτερη έμφαση στη δυνατότητα επιτέλεσης ενός επι-γενόμενου ‘επενδυτικού σοκ’, με έναν πολιτικό-διοικητικό ‘μεταρρυθμισμό’ που κανονικοποιεί (αναγωγιστικά) με όρους ενός ιδιότυπου ‘εξαιρετισμού’, τις θεωρούμενες ως αποκλίσεις της ελληνικής δημόσιας διοίκησης[17] από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή. Για την ίδια ‘οικονομία’ της ανάλυσης, δύναται να χρησιμοποιήσουμε τον όρο ‘Flash Parties’ (κόμματα-κομήτες),[18] ο οποίος περιγράφει, με όρους πολιτικής επιστήμης, την κοινωνική-πολιτική και εκλογική ‘εκτόξευση’ κομμάτων της άκρας Δεξιάς, ‘εκτόξευση’ που την ακολουθεί μία «απότομη πτώση».[19]
Στην περίπτωση του ‘Ποταμιού’,[20] το κόμμα εντάσσεται στην κατηγορία ”Flash-parties’ υπό την έννοια, όχι της ‘εκτόξευσης’, αλλά της δια-κράτησης μίας χαμηλής κοινωνικής γείωσης ή έδρασης που προσιδιάζει, εντός ενός πλέγματος συμβάντων και αντιθέσεων, δια-πάλης και κομματικού ανταγωνισμού, στην μαζική απίσχναση, στην κοινωνική-πολιτική εξαΰλωση.
‘Το Ποτάμι’ κινήθηκε μεταξύ ενός ‘επιφανειακού μοντερνισμού’ και της εστίασης σε μία ‘συνθηματολογική μετριοπάθεια’ που νοηματοδοτούσε την έγκληση περί ‘υπεύθυνου κέντρου’, εξέφρασε τον λόγο μίας ‘συμβολοποιημένης’ αισθητικής που διαβλέπει την κρίση ως ‘ελληνική παθογένεια’ και συνάμα ‘ευκαιρία’, τις όψεις ενός μονοσήμαντου ‘φιλο-ευρωπαϊσμού’ με το συγκυριακά ‘ορθό’ στην πολιτική.
Παρά τις επιδιώξεις μίας «οργανωτικής καινοτομίας»,[21] κατά την διαπίστωση των Heidar και Saglie, που σχηματοποιήθηκαν με την απόφαση του Σταύρου Θεοδωράκη να διασχίσει με ένα φορτηγάκι την ελληνική επικράτεια, το ‘Ποτάμι’[22] δεν εδύνατο να υπερβεί τις συστηματικές έως εγγενείς οργανωτικές, πολιτικές και ιδεολογικές του αδυναμίες όπως αναπτύχθηκαν και αναπαρήχθησαν την περίοδο της πολιτικής του ύπαρξης. Εκθέτοντας έναν ‘τεχνοκρατισμό διαρκείας’ («πιστεύω στους τεχνοκράτες πολιτικούς»,[23] δήλωνε ο Σταύρος Θεοδωράκης), το ‘Ποτάμι’[24] δεν κατάφερε να προβεί στην επαναξιολόγηση των σύγχρονων αντιφάσεων και αντιθέσεων που διαπερνούν το ‘σώμα’ της ελληνικής κοινωνίας, στη μελέτη του με ποιον τρόπο τα πολιτικά κόμματα που άσκησαν κυβερνητική εξουσία επιμένουν σε μία ‘λειτουργιστική’ αντίληψη’ της πολιτικής και του πολιτικού ‘πράττειν’, στην άρθρωση ενός κριτικού εγχειρήματος για το πως το ελληνικό κοινοβούλιο μεταβλήθηκε σε θεσμό επικύρωσης του ‘καθεστώτος εκτάκτου ανάγκης’,[25] υπό την οπτική των δικών του προταγμάτων ‘ανατροπής-ανανέωσης’, εκεί όπου εξέλιπε η δυνατότητα του κόμματος να «μπορεί να περιγράφει, να ορίζει, να διαπραγματεύεται, να επαναπροσδιορίζει και, εν τέλει, να επεκτείνει τα όρια της δημοκρατίας»,[26] όπως εμφατικά υποστηρίζει ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης.
[1] Βλέπε σχετικά, Κωνσταντίνου Μηνάς, ‘Το έγκλημα, το λάθος και το Ποτάμι’, Ενημερωτική Ιστοσελίδα ‘The Press Project, 29/05/2019, https://www.thepressproject.gr/article/141624/To-egklima-to-lathos-kai-to-Potami. «Αυτό που προέχει τώρα είναι να σπάσουμε τη ρουτίνα της πολιτικής. Να ταράξουμε λίγο τα λιμνάζοντα νερά φέρνοντας νερό από το ΠΟΤΑΜΙ». Κάπως έτσι περιέγραφε την ανάγκη παρουσίας του Ποταμιού στα πολιτικά πράγματα του τόπου ο Σταύρος Θεοδωράκης, λίγους μήνες πριν τις ευρωεκλογές του 2014 και ενόψει της πολιτικής αλλαγής που ερχόταν λίγο αργότερα, τον Ιανουάριο του 2015, με την έλευση της «πρώτης φοράς Αριστερά». Αυτή ήταν η δήλωση του Σταύρου Θεοδωράκη το 2014, λίγο καιρό πριν την πραγματοποίηση των ευρωπαϊκών εκλογών που σηματοδότησαν την ‘απαρχή’ του κόμματος, εναλλάσσοντας την εμμένεια στο λόγο περί ‘υπερβάσεων-επαναστάσεων’ (της ‘λογικής’), απέναντι, με μέτωπο την «ρουτίνα της πολιτικής», με την αναπαραστασιακή αποτύπωση του ‘ριζικά καινούργιου’ που φέρει το ‘Ποτάμι’, πολιτικά, συμβολικά και σημειολογικά, θέτοντας ως πρόταγμα την ταραχή, με ‘καινούργιο ύδωρ’ και μία ‘καινούργια πολιτική γλώσσα’ των ‘λιμναζόντων υδάτων’ της κρισιακής και Μεταπολιτευτικής Ελλάδας.
[2] Την ίδια απόφαση έλαβαν τα όργανα του κόμματος ‘Ανεξάρτητοι Έλληνες’, μέχρι πρότινος κυβερνητικού εταίρου του ‘ΣΥΡΙΖΑ’, με την συγκεκριμένη πολιτική απόφαση να σημασιοδοτεί, πολιτικά και συμβολικά, τους όρους της περαιτέρω αναδιάταξης κομματικών δυνάμεων εντός της ελληνικής πολιτικής σκηνής, θέτοντας στο επίκεντρο, όχι την υπέρβαση της τομής μεταξύ Μνημονίου και Αντιμνημονίου και του ιστορικού περιεχομένου που προσέλαβε, αλλά τα όρια μίας πολιτικής στρατηγικής που ευρισκόμενη στον ‘περίγυρο’ της παρουσίας των κομμάτων εξουσίας, ασκείται στο όνομα της ‘εθνικής συναίνεσης’, με τους ‘Ανεξάρτητους Έλληνες’, διαμέσου των «απο-συγκλητικών τάσεων» (Χρύσανθος Τάσσης) του κομματικού-πολιτικού συστήματος, να εκθέτουν, από την μία πλευρά τα ίδια πλαίσια της κοινωνικής αποστοίχισης που προήλθε από την κυβερνητική-μνημονιακή σύμπραξη με τον ‘ΣΥΡΙΖΑ’ πάνω στο έδαφος της ‘εθνικής σωτηρίας’ (ο πολιτικός λόγος με ‘σωτηριολογικές’ αποχρώσεις καθίσταται δεσπόζων εν καιρώ οικονομικής κρίσης), και, από την άλλη, σε μία λογική αλληλο-τροφοδότησης, να προσδιορίζουν την διαδικασία της ‘ενδόρρηξης’, ήτοι της ‘φορτισμένης’ απόκλισης από τα λαϊκο-πατριωτικά νάματα ενός και ‘αντι-αριστερού’ λόγου, προσεγγίζοντας ένα εγκάρσιο σημείο τομής: την υπέρβαση της δεξιάς φοράς και της λογοθετικής-πολιτικής ‘υγειονομικής ζώνης’ που είχε διαμορφωθεί, που έτεινε στη συνεργασία με τον ‘Αριστερό και εθνο-μηδενιστικό ΣΥΡΙΖΑ’, στοιχείο που διεφάνη ιδιαίτερα την περίοδο των διαπραγματεύσεων για την ονομασία της ‘ΠΓΔΜ’.
[3] Βλέπε σχετικά, Κωνσταντίνου Μηνάς, ‘Το έγκλημα, το λάθος και το Ποτάμι…ό.π. «Με ακόμα πιο απλά λόγια, ναι μεν η παρουσία του Ποταμιού με ένα ποσοστό από το 1% έως το 2,99% θα έριχνε 0,4% έως 1% τον πήχη της αυτοδυναμίας για τον Κ. Μητσοτάκη, όμως ο κίνδυνος συγκέντρωσης μερικών χιλιάδων «μετριοπαθών κεντροδεξιών» από την ίδια δεξαμενή με τη Νέα Δημοκρατία, εν μέσω τέτοιας πόλωσης που έπεται, ενδεχομένως να κόστιζε περισσότερο στην Πειραιώς από τη μη συμμετοχή του Ποταμιού στις εκλογές», γράφει σχετικά ο Μήνας Κωνσταντίνου, αναγνωρίζοντας στο λόγο που εκ-φέρει, το μανιχαϊστικό δίπολο του ‘ΣΥΡΙΖΑ’ περί ‘Ελλάδος των πολλών με ΣΥΡΙΖΑ’ ή της επιστροφής της ‘επάρατης, ακροδεξιάς και νεοφιλελεύθερης ‘Νέας Δημοκρατίας’, που καταφθάνει για ‘να σαρώσει ό,τι απέμεινε από τις κοινωνικές κατακτήσεις’. Η ίδια θεώρηση του αγνοεί τις προκείμενες του μνημονιακού μετασχηματισμού του ‘ΣΥΡΙΖΑ’ που τον εγγράφουν ‘φορτισμένα’ στη χορεία της σύγκλισης με την ‘Ν.Δ’ πάνω στο πεδίο της ‘σωτηρίας’ του ελληνικού Κεφαλαιοκρατικού Τρόπου Παραγωγής, στη χορεία της ‘καρτελοποίησης-κρατικοποίησης’ του, ή με άλλα λόγια, της συμμετοχής στο, κατά την ‘διεισδυτική’ αναλυτική του Ευθύμη Παπαβλασόπουλου, στο «ενιαίο κόμμα του κράτους». Όπως τονίζει χαρακτηριστικά, «η ανάδυση του «κόμματος της εκτάκτου εθνικής ανάγκης», που υποκαθιστά τον κρατικοποιημένο δικομματισμό της προηγούμενης περιόδου, συνεπάγεται σαρωτικούς μετασχηματισμούς στη μορφολογία και τις λογικές του κομματικού και κυβερνητικού συστήματος». Βλέπε σχετικά, Παπαβλασόπουλος Ευθύμης, ‘Μετατοπίσεις στο ελληνικό κομματικό σύστημα: Από το ενιαίο μαζικό κόμμα του κράτους στο κόμμα «εκτάκτου εθνικής ανάγκης»; στο: Γεωργαράκης Ν.Γ., & Δεμερτζής Ν., (επιμ.), ‘Το Πολιτικό Πορτραίτο της Ελλάδας. Κρίση και η αποδόμηση του πολιτικού’, Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών/Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 2015, σελ. 160. Και το πολιτικό ερώτημα ανακύπτει αβίαστα: με ποιον τρόπο θα αδυνατίσει τον σχηματισμό του περιώνυμου ‘αντιδεξιού μετώπου’ η μη-συμμετοχή του ‘Ποταμιού’ στις εκλογές, από την στιγμή όπου η διά-ρρηξη της κοινωνικής του συμμαχίας έλαβε χώρα και προς όφελος του κόμματος της ‘Νέας Δημοκρατίας’, πάνω στο πλαίσιο ‘ανάκτησης του κράτους δικαίου’ από τον αριστερό ‘αυταρχικό παρεμβατισμό’; Είναι ενδεικτικό το ό,τι, κατά την διεξαγωγή των πρόσφατων ευρωπαϊκών εκλογών και με βάση στοιχεία που παραθέτει ο Γιάννης Αναστασάκος, οι υποστηρικτές του ‘Ποταμικού’, σχεδόν ισόποσα, μοιράστηκαν μεταξύ της ‘Νέας Δημοκρατίας’ (11,54%) και του κόμματος ‘Μέρα 25’ (12,57%). Βλέπε σχετικά, Αναστασάκος Γιάννης, ‘Τι λένε οι αριθμοί των ευρωεκλογών για τις κάλπες της 7ης Ιουλίου’, Εφημερίδα ‘Το Βήμα’, 16/06/2019, σελ. Α12-13. Είναι ενδεικτικό ό,τι η και η οργανωτική-πολιτική αποδόμηση του κόμματος συντελείται και σε επίπεδο στελεχιακού δυναμικού, με αρκετά πρώην μέλη του ‘Ποταμιού’ να εντάσσονται στα ψηφοδέλτια της ‘Ν.Δ’ εν όψει των εκλογών της 7ης Ιουλίου, κάτι που δεικνύει την πολιτική-ιδεολογική ελκτικότητα που ενέχει το κυβερνητικό ‘επιχείρημα’ της ‘Ν.Δ’ για πρώην μέλη και στελέχη του ‘Ποταμιού’, για στελέχη που είχαν αναλάβει να ‘τρέξουν’ το όλο εγχείρημα.
[4] Η συσχέτιση του ‘Ποταμιού’ με το Σημιτικό, εκσυγχρονιστικό εγχείρημα, έλαβε χώρα σε ένα διφυές επίπεδο, πέραν της προσέλκυσης κοινωνικών στρωμάτων που απετέλεσαν την βάση του. Αφενός μεν, σε ένα στελεχιακό επίπεδο, μέλη και υποκείμενα που συσπειρώθηκαν γύρω από τα επίδικα του εκσυγχρονισμού σε πολιτικό και κυβερνητικό επίπεδο, προσέγγισαν το ‘Ποτάμι’, και, αφετέρου δε η σύγκλιση επήλθε σε επίπεδο τρέχοντος πολιτικού λόγου και μίας ‘Ποταμικής’ ιδεολογίας που εν καιρώ βαθιάς οικονομικής-κεφαλαιοκρατικής κρίσης, καθώς και πολιτικής, ανα-πλαισιώνει τον εκσυγχρονισμό ως ‘διαρκή απόκριση’ και στρατηγική υπέρβασης των δυσλειτουργιών και των κοινωνικών και πολιτικών ‘ελλειμμάτων’.
[5] Για την αναλυτική προσέγγιση του Γιώργου Κατσαμπέκη, βλέπε σχετικά, Κατσαμπέκης Γιώργος, ‘Ο πολιτικός λόγος του εκσυγχρονισμού (1996-2004), στο: Ασημακόπουλος Βασίλης & Τάσσης Χρύσανθος, (επιμ.), ‘ΠΑΣΟΚ 1974-2018. Πολιτική οργάνωση, Ιδεολογικές μετατοπίσεις, Κυβερνητικές Πολιτικές’, Πρόλογος: Σπουρδαλάκης Μιχάλης, Εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα, 2018, σελ. 424-466.
[6] Με αναφορά στην τρέχουσα κομματική και πολιτική συνθήκη, δύναται να κάνουμε λόγο για την ανάδυση ενός «ελαστικού δικομματισμού» μεταξύ της ‘Νέας Δημοκρατίας’ και του ‘Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς’, που, επανεγγράφοντας στο εσωτερικό τα συμβάντα της όλης κοινωνικής και πολιτικής περιόδου, ναι μεν αποκτώντας κομματικές σταθερές (Ν.Δ/ΣΥΡΙΖΑ), αλλά δίχως την σφαιρική και περισσότερο σταθερή κοινωνική δυναμική και την πρόσληψη μονιμότερων πολιτικοϊδεολογικών χαρακτηριστικών που θα καταστήσουν μία ευρύτερη πολιτική έγκληση ‘κυριαρχική’. Ο όρος «ελαστικός δικομματισμός» απαντάται στο έργο του Γάλλου πολιτικού επιστήμονα Maurice Duverger. Αναφέρεται στο: Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις’, τόμος β’, γ΄ έκδοση, Μετάφραση: Χατζηπροδρομίδης Λ., Εκδόσεις Θεμέλιο, Αθήνα, 1982, σελ. 199.
[7] Η στάση του κόμματος απέναντι στη ‘Συμφωνία των Πρεσπών’ μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδος και ‘ΠΓΔΜ’, ιδωμένη υπό το πρίσμα ενός, ευρωπαϊκής υφής, ‘κοσμοπολιτισμού’, και των ευκαιριών για οικονομικά ‘ανοίγματα’ (περαιτέρω ‘διείσδυση’ μερίδων του άρχοντος αστικού μπλοκ εξουσίας στην οικονομία της γειτονικής χώρας), δεν κατέστη εφικτό να διακριθεί ή να ‘διαφορισθεί’ από τις ‘στρατηγικές επιλογές ΣΥΡΙΖΑ’, φέροντας το κόμμα ως θεσμικό, κοινοβουλευτικό ‘συμπλήρωμα’ του ‘ΣΥΡΙΖΑ’, και όσον αφορά την δυνατότητα διασφάλισης μίας κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας επί της συμφωνίας. Για τις θέσεις του κόμματος για το ‘Μακεδονικό’ ζήτημα βλέπε σχετικά, ‘Ποτάμι: «Η αλήθεια για το Μακεδονικό»,’ Εφημερίδα ‘Η Καθημερινή’, 21/01/2019, https://www.kathimerini.gr/1005892/article/epikairothta/politikh/potami-h-alh8eia-gia-to-makedoniko.
[8] Για την έννοια της «γραφειοκρατικής πατρωνίας» στο έργο του Χρήστου Λυριντζή, με σημείο αναφοράς το ελληνικό μεταπολιτευτικό κομματικό-πολιτικό σύστημα, βλέπε σχετικά, Lyrintzis C. ‘Political Parties in post junta Greece: A case of ‘’bureaucratic clientelism ?’’, West European Politics, 7, 2: σελ. 99-118.
[9] Ορατού και στο υπόδειγμα δράσης και κινητοποίησης και άλλων πολιτικών κομμάτων της κρισιακής περιόδου. Ευρύτερα ομιλώντας, σχετικά με την ανάδυση μορφών γραφειοκρατίας εντός ενός πολιτικού κόμματος, ο Ντανιέλ Μπενσαϊντ, τονίζει ό,τι, η συγκεκριμένη ανάδυση, συνιστά «ισχυρή τάση που εγγράφεται στο πλαίσιο της πολυπλοκότητας των σύγχρονων κοινωνιών και της λογικής του κοινωνικού καταμερισμού εργασίας». Αναφέρεται στο: Σωτηρόπουλος Γ. ‘Διψώντας για Δικαιοσύνη. Περί θεωρίας και ιστορία της Επανάστασης, Εκδόσεις Futura, Αθήνα, 2017, σελ. 203.
[10] Ο επικεφαλής του ‘Ποταμιού’ Σταύρος Θεοδωράκης εξάντλησε γρήγορα το πολιτικό του κεφάλαιο, καθιστώντας την πολιτική ‘κοινοτοπία’ (λόγος περί «πολιτικού κατεστημένου»), μείζονα και ‘φαντασμαγορική’ προϋπόθεση ‘αλλαγής’. Για την έννοια του ‘πολιτικού κεφαλαίου’ και το πως αυτή ουσιαστικά εκφράζει το υπόβαθρο ενός πολιτικού πριν την εμπλοκή του με τα κοινά, βλέπε σχετικά, Putman R. ‘The Comparative Study of Political Elites’, Prentice Hall, New Jersey, 1976· Για τον λόγο περί «πολιτικού κατεστημένου» από τον Σταύρο Θεοδωράκη, ‘Σταύρος Θεοδωράκης: Τρεις λόγοι για να ψηφίσεις Ποτάμι΄, Ενημερωτική Ιστοσελίδα ‘Athens Voice’, 02/04/2019, https://www.athensvoice.gr/politics/533366_stayros-theodorakis-treis-logoi-gia-na-psifiseis-potami. «Εκπλήξαμε το πολιτικό κατεστημένο της χώρας, βάζοντας στο ευρωψηφοδέλτιο μας 15 ανθρώπους που ζουν σε 15 διαφορετικές πρωτεύουσες της ΕΕ».
[11] Ο πολιτικός λόγος του ‘Ποταμιού’ κύρια παρήχθη εντός κοινοβουλίου και Ευρωπαϊκού κοινοβουλίου, συμβάλλοντας στη συγκρότηση μίας πολιτικής ελίτ (Σταύρος Θεοδωράκης/Γιώργος Μαυρωτάς/ Μιλτιάδης Κύρκος), που σημασιοδοτήθηκε ως ‘αυτο-αναφορική’, δίχως ταυτόχρονα να μεσολαβήσει ένα εγχείρημα συγκρότησης δεσμών με την κοινωνική ολότητα, με συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και μερίδες τάξεων.
[12] Βλέπε σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις…ό.π., σελ. 201.
[13] Βλέπε σχετικά, Πουλαντζάς Νίκος, ‘Πολιτική Εξουσία και Κοινωνικές Τάξεις…ό.π., σελ. 201. Η «κρίση κομματικής εκπροσώπησης» δύναται να προκαλέσει την απώλεια κοινωνικών ‘στηριγμάτων’ για λογαριασμό ενός πολιτικού κόμματος, εκφράζοντας μία ποιοτική μεταβολή ως προς το εύρος της πολιτικής και ιδεολογικής του σκευής.
[14] Oρθώς, ο Ευάγγελος Βενιζέλος προσθέτει πως «το βασικό ζητούμενο του κόμματος στη μεταβιομηχανική εποχή είναι να αποδείξει πως μπορεί να λειτουργήσει ως συλλογικό πολιτικό υποκείμενο ικανό να διαχειριστεί τη διπλή κρίση της πολιτικής, ως κρίση της πολιτικής αντιπροσώπευσης και ως κρίση της αξιοπιστίας και της πειστικότητας του πολιτικού λόγου». Βλέπε σχετικά, Βενιζέλος Ευάγγελος, ‘Το «ανοιχτό κόμμα» ως απάντηση στην κρίση του κομματικού φαινομένου’, στο: Κοντιάδης Ξενοφών & Τσάτσος Δημήτρης, (επιμ.), ‘Το Μέλλον των Πολιτικών Κομμάτων’, Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου/Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 2003, σελ. 24.
[15] Βλέπε σχετικά, Kitschelt H. (with Mc Gann A. J.), ‘The Radical Right in Western Europe: A Comparative analysis, Ann Arbor, MI, University of Michigan Press, 1995.
[16] Βλέπε σχετικά, Γεωργιάδου Βασιλική, ‘Αντλώντας από τις δεξαμενές της Δεξιάς: Εκλογικά κάστρα και ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής’, στο: Γεωργαράκης Ν.Γ., & Δεμερτζής Ν., (επιμ.), ‘Το Πολιτικό Πορτραίτο της Ελλάδας. Κρίση και η αποδόμηση του πολιτικού…ό.π., σελ. 226.
[17] Επρόκειτο για την αναφορά ενός, «προτάγματος εθνικής σωτηρίας» όπως το αποκαλεί ο Ευθύμης Παπαβλασόπουλος, το οποίο και «θεμελιώνεται με τη διατύπωση του σωτηριολογικού εθνικού στόχου (παραμονή της χώρας στο ευρώ), την κατασκευή του εσωτερικού εχθρού (ακραία αριστερά, συντεχνίες κ.τ.λ.), η εξτρεμιστική και ιδιοτελή δράση του οποίου θέτει σε κίνδυνο τα συμφέροντα του έθνους και την ασφάλεια του καθεστώτος και, τέλος, τη συγκρότηση μιας αποφασιστικής και «υπεύθυνης» κοινωνικής και πολιτικής συμμαχίας που έχει αναδεχθεί το βάρος της ιστορικής αποστολής». Και στον πολιτικό και ιδεολογικό λόγο του ‘Ποταμιού’, η περίοδος της Μεταπολίτευσης, ιδίως από το 1980 και έπειτα, σημαίνεται και αναπαρίσταται ως ‘άρνηση της προόδου’, δηλαδή του ‘αναγκαίου εξευρωπαϊσμού’ της χώρας και της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας, επισημαίνει τις κοινωνικές, πολιτικές, θεσμικές και συνδικαλιστικές ‘παθογένειες’ που μορφοποιούνται στο ‘ενιαίο’ σχήμα του Μεταπολιτευτικού ‘κρατισμού’, αναγνωρίζοντας έναν δια-κυβερνητικό και οριζόντιο ‘πελατειακό λαϊκισμό’ που αξιο-θεμελιώνει την ευρύτερη κοινωνιο-πολιτική και πολιτισμική ‘υστέρηση’ της χώρας. Για την θεώρηση του Ευθύμη Παπαβλασόπουλου, βλέπε σχετικά, Παπαβλασόπουλος Ευθύμης, ‘‘Μετατοπίσεις στο ελληνικό κομματικό σύστημα: Από το ενιαίο μαζικό κόμμα του κράτους στο κόμμα «εκτάκτου εθνικής ανάγκης»; στο: Γεωργαράκης Ν.Γ., & Δεμερτζής Ν., (επιμ.), ‘Το Πολιτικό Πορτραίτο της Ελλάδας. Κρίση και η αποδόμηση του πολιτικού…ό.π., σελ. 160. Η Μεταπολίτευση δεν νοείται ως κατάκτηση και ως ιστορικοπολιτική θέσμιση που εξελίσσεται μέσα από αντιφάσεις και αντινομίες, συγκρούσεις και συναινέσεις, ιδεολογικές αποκλίσεις και εντάσεις, αλλά περισσότερο ως πεδίο παραγωγής και αναπαραγωγής ‘αναχρονιστικών πρακτικών’.
[18] Βλέπε σχετικά, Γεωργιάδου Βασιλική, ‘Αντλώντας από τις δεξαμενές της Δεξιάς: Εκλογικά κάστρα και ψηφοφόροι της Χρυσής Αυγής’, στο: Γεωργαράκης Ν.Γ., & Δεμερτζής Ν., (επιμ.), ‘Το Πολιτικό Πορτραίτο της Ελλάδας. Κρίση και η αποδόμηση του πολιτικού…ό.π., σελ.208.
[19] Στο ίδιο, σελ. 208.
[20] Το ‘Ποτάμι’ ως καθαυτό κοινοβουλευτικός δρώντας, συνέβαλλε στη δόμηση ενός μπλοκ δυνάμεων που εξέφρασαν τις προκείμενες, τους όρους ανάδειξης και εγκόλπωσης ενός εκτατικού, ‘μεταρρυθμιστικού δικαιωματισμού’ (δικαιώματα ομοφυλόφιλων, ‘ΛΟΑΤΚΙ’ κοινότητας’) που υπερέβη την δράση και τον λόγο κομμάτων της Αριστεράς, με την στρατηγική του όμως και την πολιτική του αφήγηση να μην τείνουν στη διαρκή αναφορά των συγκεκριμένων πεδίων, εκεί όπου θα εδύνατο να διαμεσολαβηθεί ένας εμφατικός ριζοσπαστισμός διαρκείας, όπως θα ήταν η επανεπινόηση των σχέσεων κράτους και εκκλησίας, με στρατηγικό γνώμονα την έκφραση ενός ‘διαφορικού μεταρρυθμιστικού αποτυπώματος’.
[21] «Οργανωτική καινοτομία είναι το τμήμα εκείνο της αλλαγής που προωθείται εσκεμμένα από δρώντες στο εσωτερικό του κόμματος». Βλέπε σχετικά, Heidar K., & Saglie J. ‘Predestined parties ? Organizational change in Norwegian political parties’, Party Politics, 9, 2, 2003, σελ. 223. Στο συγκεκριμένο πλαίσιο, η, ‘Αμερικανικού’ τύπου, «οργανωτική καινοτομία» της χρήσης ενός μικρού φορτηγού ως μέσο διεξαγωγής μίας προεκλογικής καμπάνιας-εκστρατείας, δεικνύει προς την κατεύθυνση ανάδειξης μίας αμεσότητας που ‘διαφοροποιεί’ το κόμμα από τον ‘αρτηριοσκληρωτικό μηχανισμών’ των ‘κατεστημένων’ πολιτικών κομμάτων (‘ΣΥΡΙΖΑ/Ν.Δ’ αλλά και ‘ΚΙΝΑΛ’), ‘ενσαρκώνει’, στην πράξη, το υπόδειγμα της ‘θεματοποίησης’ της προεκλογικής εκστρατείας (κάθε περιοχή και ένα ιδιαίτερο θέμα προς συζήτηση), προσδιορίζοντας παράλληλα ‘μοτίβα’ πρόσληψης και άσκησης του πολιτικού ‘πράττειν’ με όρους μίας διαρκούς ‘κίνησης στο δρόμο’ που δύναται να υπερκεράσει διαμεσολαβημένες και τυποποιημένες μορφές πολιτικής δι-επαφής.
[22] Το ‘Ποτάμι’ υπήρξε κόμμα «συστημικού προσανατολισμού» που επεδίωξε να «αναπληρώσει τυχόν κενά στο ιδεολογικοπολιτικό ανάγλυφο» του κομματικού συστήματος, λειτουργώντας «εξισορροπητικά σε κεντρόφυγες τάσεις όμορων πολιτικών χώρων». Στο: Παπαβλασόπουλος Ευθύμης, ‘Μετατοπίσεις στο ελληνικό κομματικό σύστημα: Από το ενιαίο μαζικό κόμμα του κράτους στο κόμμα «εκτάκτου εθνικής ανάγκης»;΄ στο: Γεωργαράκης Ν.Γ., & Δεμερτζής Ν., (επιμ.), ‘Το Πολιτικό Πορτραίτο της Ελλάδας. Κρίση και η αποδόμηση του πολιτικού…ό.π., σελ. 160-161.
[23] Βλέπε σχετικά, ‘Θεοδωράκης: Πιστεύω στους τεχνοκράτες πολιτικούς’, Ιστοσελίδα ‘Enikos’, 31/08/2015, https://www.enikos.gr/politics/336973/theodorakis-pistevo-stous-texnokrates-politikous-video. Τις «διαδικασίες της «παγκοσμιοποίησης» φαίνεται ότι συνοδεύει η εμφάνιση, διάχυση και επικράτηση ενός τεχνοκρατικού λόγου», επισημαίνει ο Μιχάλης Σπουρδαλάκης, εμβαθύνοντας στις συνθήκες λειτουργίας του κομματικού φαινομένου υπό τους όρους της ‘τεχνοκρατίας’ και της ‘τεχνοκρατικής εξειδίκευσης’. Βλέπε σχετικά, Σπουρδαλάκης Μιχάλης, ‘Το κομματικό φαινόμενο, εξέλιξη και συγκυρία’, στο: Κοντιάδης Ξενοφών & Τσάτσος Δημήτρης, (επιμ.), ‘Το Μέλλον των Πολιτικών Κομμάτων…ό.π., σελ. 55.
[24] Με τους αναλυτικούς όρους του Leibholz, «η αντιπροσωπευτική κοινοβουλευτική δημοκρατία έχει πάρει το «χαρακτήρα μιας κομματικής κρατικής δημοκρατίας, δηλαδή μιας δημοκρατίας η οποία τροφοδοτείται από τα κόμματα σαν μονάδες ενέργειας και διαβλέπει σ’ αυτά τα απαραίτητα συστατική στοιχεία του πολιτικού ενοποιητικού προτσές». Αναφέρεται στο: Neumann Franz, ‘Δημιουργία και Εξέλιξη των Πολιτικών Κομμάτων’, στο: Abendroth W. & Lenk K. ‘Εισαγωγή στην Πολιτική Επιστήμη’, Β’ Τόμος, Μετάφραση: Τζώρτζης Γιάννης & Ασημακοπούλου Δήμητρα, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη, 1985, σελ. 133-134.
[25] ‘Το Ποτάμι’ υπερψήφισε την τρίτη Μνημονιακή σύμβαση το θέρος του 2015, αναγνωρίζοντας, στρατηγικά, τις προκείμενες της συμμετοχής της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ως του ‘μοναδικού δρόμου που ενυπάρχει’ (η ‘εναλλακτική; απλώς δεν ενυπάρχει’/πολιτική ‘αρνητικότητα’), αμβλύνοντας πρωταρχικά ή πρωτεϊκά, τις γωνίες της πολιτικής ‘διαφορετικότητας’ που θεωρούσε ό,τι εξέφραζε.
[26] Βλέπε σχετικά, Σπουρδαλάκης Μιχάλης, ‘Το κομματικό φαινόμενο, εξέλιξη και συγκυρία’, στο: Κοντιάδης Ξενοφών & Τσάτσος Δημήτρης, (επιμ.), ‘Το Μέλλον των Πολιτικών Κομμάτων…ό.π., σελ. 62.