Του Κώστα Λουλουδάκη
«Ένα πράγμα ωστόσο είναι ξεκάθαρο. Η φύση δεν παράγει από τη μία μεριά κατόχους χρήματος ή εμπορευμάτων και από την άλλη ανθρώπους που κατέχουν μόνο τις εργατικές τους δυνάμεις. […]
ΚΑΡΟΛΟΣ ΜΑΡΞ
Αποτελεί νομοτέλεια το γεγονός πως το οικονομικό και πολιτικό σύστημα κυριαρχείται από τις κεφαλαιοκρατικές σχέσεις παραγωγής και διανομής πλούτου. Επομένως, οι συνθήκες ζωής που βιώνουν οι εργαζόμενοι εξαρτώνται από τις ανάγκες συσσώρευσης κεφαλαίου και από τις στρατηγικές που εκπονούν οι εκπρόσωποί του. Η κεφαλαιοκρατική ανασυγκρότηση των τελευταίων χρόνων και η υπερσυσσώρευση του κεφαλαίου επέτεινε την πλήρη κυριαρχία των ευέλικτων και χαμηλά αμειβόμενων μορφών εργασίας, εκτίναξε την ανεργία και συνακόλουθα, παρατηρήθηκαν φαινόμενα κοινωνικού αποκλεισμού και αδυναμίας αυτοσυντήρησης μεγάλων κοινωνικών μερίδων.
Ωστόσο, ο οικονομικός φιλελεύθερος ορθολογισμός επέβαλε ολοένα και μεγαλύτερος αριθμός εργαζομένων να αμείβεται με ποσά κοντά ή και κάτω από τον κατώτατο μισθό και συμπληρωματικά με «διατακτικές γευμάτων». Κουπόνια, δηλαδή, τα οποία μπορεί ο εργάτης να τα ανταλλάξει με εμπόρευμα από σούπερ μάρκετ ή άλλες, συνεργαζόμενες με τον εργοδότη, επιχειρήσεις. Σύμφωνα με την «Καθημερινή»: «[…]άνω των 200.000 εργαζομένων αμείβονται με κουπόνια, αυτό μεταφράζεται σε ετήσιο τζίρο της τάξεως των 300 εκατομμυρίων, ο οποίος βαίνει αυξανόμενος όσο περισσότερο διευρύνεται η χρήση αυτής της πρακτικής[…]Τουλάχιστον δύο μεγάλες ξένες πολυεθνικές δραστηριοποιούνται στη διαχείριση αυτής της δραστηριότητας στην Ελλάδα (δηλαδή εκδίδουν τα κουπόνια, πραγματοποιούν την εκκαθάριση κ.λπ.)» («Προσλήψεις ναι, αλλά η αμοιβή με… κουπόνια» 02.01.2017). Εκεί φτάσαμε μετά από μια εικοσαετία, σχεδόν, διθυραμβικών αλαλαγμών για την ταχύρρυθμη πορεία της ελληνικής οικονομίας, λόγω ένταξης της χώρας στη ζώνη του ευρώ…
Ας αφήσουμε, όμως, να εμφιλοχωρήσει στους προβληματισμούς μας ο επιστημονικός λόγος ενός εξαιρετικού θεωρητικού της ελευθερίας των αγορών, καθηγητή Αριστείδη Χατζή, ο οποίος, καθώς διαθέτει ένα πλήρες αναλυτικό και μεθοδολογικό οπλοστάσιο, μας επισημαίνει πως από τον σύγχρονο φιλελευθερισμό τροφοδοτείται η «πολιτική ελευθερία, οι θεσμοί και το κράτος δικαίου (που) επιτρέπουν στην οικονομική ελευθερία να ανθήσει, αλλά και η τελευταία ενισχύει με τη σειρά της την πολιτική ελευθερία·[…]».Έπειτα, ο Αριστείδης Χατζής «εξάρει, περαιτέρω, τη σημασία της αρχής της βλάβης του J.S. Mill, σύμφωνα με την οποία οι κρατικές επεμβάσεις στην ελευθερία του κάθε ατόμου είναι δικαιολογημένες μόνον όταν μ’ αυτές εμποδίζεται η βλάβη τρίτων προσώπων· κατά τα λοιπά, το κράτος οφείλει κατ’ αρχάς να απέχει από επεμβάσεις». (ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΧΑΤΖΗΣ Φιλελευθερισμός εκδ. Παπαδόπουλος και «Καθημερινή»: Η αποδαιμονοποίηση του φιλελευθερισμού, οι ανισότητες και η κοινωνία).
Ελευθερία στον φιλελευθερισμό δεν νοείται χωρίς μεταμόρφωση της κοινωνίας σε ανώνυμη εταιρεία, και τη δογματική πίστη στην εντελώς άνευ περιορισμών αγορά υπό συνθήκες ανθρωποφάγου ανταγωνισμού, που αναγκάζει κάθε ατομικό κάτοχο κεφαλαίου να αυξάνει διαρκώς το κεφάλαιό του ώστε να το διατηρήσει.
Το ερώτημα είναι αναπόφευκτο: υπό συνθήκες οικονομικού φιλελευθερισμού τα δικαιώματα του εργάτη: σταθερή εργασία, οκτάωρο, αξιοπρεπής μισθός συνδεδεμένος με το κόστος ζωής, είναι κι αυτά ανθρώπινα δικαιώματα που προστατεύονται από τους θεσμούς ενός κράτους δικαίου ή φθίνουν και εξαφανίζονται χάρη στο θεό της ελεύθερης ανταγωνιστικότητας, που επιτρέπει να μπορεί να αντικατασταθεί ένας μη ελαστικός από ένα άλλον πιο πρόθυμο και πιο ορθολογικό εργάτη ο οποίος θα αμείβεται με κουπόνια σίτισης;
Το ερώτημα το απαντά ο ιεροφάντης των αγορών Friedrich Hayek, «Το αίτημα για μια νέα ελευθερία, στην ουσία δεν ήταν παρά ένα νέο όνομα για το παλιό αίτημα της ίσης κατανομής του πλούτου. Όμως δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η υπόσχεση μιας διευρυμένης ελευθερίας υπήρξε το ισχυρότερο όπλο της σοσιαλιστικής προπαγάνδας[…]»(enet.gr: «Τι εστί «κοινωνικός φιλελευθερισμός»)
Η πραγματικότητα, το μυστικό, αν προτιμάτε, του καπιταλισμού είναι ότι ουδέποτε οργανώθηκε γύρω από καμία ελευθερία. Η επιβολή του στηρίχτηκε αρχικά στην μαζική υποδούλωση ανθρώπων και εδαφών και ορθοπόδησε με νόμους που επέβαλαν ποικίλες μορφές δουλοπαροικίας και δουλείας. Επίσημα, δηλαδή στο νομικό του οπλοστάσιο και στα νομικά έγγραφα της καπιταλιστικής παράδοσης, η υποδούλωση και οι δουλοπαροικίες δεν θεωρήθηκαν ως κάτι μεμπτό, αντίθετα, εξυμνήθηκαν ως «πολιτιστική προσφορά» σε αμόρφωτους και κατώτερους ανθρώπους και οι δούλοι χαρακτηρίστηκαν «ως επί σύμβαση εργάτες».
Αργότερα, τον καιρό της μισθωτής εργασίας επινοήθηκαν σύγχρονα εργαλεία επιβολής των νόμων της αγοράς, που στην ουσία τους, εκτός του ότι περιγράφουν ξεκάθαρα την συνάφεια μεταξύ της δουλείας και της μισθωτής εργασίας, εντυπωσιάζουν, λόγω του εύρους των αναφορών τους, στις ταξικές και φασιστικές δομές της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Ας δώσουμε ένα παράδειγμα: Στις ΗΠΑ η «ελευθερία» των σκλάβων, παρά την νομική κατοχύρωση από την «Διακήρυξη της Χειραφέτησης» που προέκυψε τον Απρίλιο του 1864, δεν τους έδωσε κανένα δικαίωμα στην ιδιοκτησία γης ούτε καν στην ενοικίασή της. Από δούλοι μετατράπηκαν σε δουλοπάροικοι και το μαστίγιο του αφέντη σε μεροκάματο της πείνας. Τότε είναι που ψηφίστηκε και ο περίφημος «νόμος της μαθητείας», που έδωσε το δικαίωμα στα δικαστήρια να στέλνουν μαύρους κάτω των 18 ετών σε απλήρωτη εργασία χωρίς δικαίωμα πληρωμής έως ότου εξειδικευτούν. Εάν ο ανήλικος αρνιόταν, τον περίμενε η φυλακή.
Τα μεροκάματα δε των μαύρων ήταν θεσμοθετημένα τρεις φορές κάτω από το ήδη άθλιο μεροκάματο του λευκού εργάτη. Αν βέβαια τους πλήρωναν, λευκούς και μαύρους εργάτες, γιατί συνήθως τους δίνανε μια «εντολή σίτισης» που εξαργυρωνόταν μόνο σε κατάστημα που ανήκε στον ιδιοκτήτη της φυτείας, της φάρμας ή της βιοτεχνίας που εργαζόταν ο «ελεύθερος» σκλάβος.
Σήμερα την «μαθητεία» την ονομάζουν «επαγγελματική κατάρτιση» και υπάρχει για να υποκαταστήσει μόνιμες θέσεις εργασίας από μαθητές εργάτες που θα αμείβονται με το 75% του κατώτατου μεροκάματου ενός ανειδίκευτου εργάτη, και με ανύπαρκτα εργατικά δικαιώματα.
Ενώ η πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού μπορεί να μην παραμένει μέσα στη σχέση αφέντη- δουλοπάροικου, αλλά να έχει εξελιχθεί σε μισθωτή σχέση μεταξύ εργοδότη- εργαζόμενου. Όμως, επί της αρχής και οι δυο σχέσεις είναι απρόσωπες:«Είτε κάποιος πουλιέται είτε εκμισθώνει οικιοθελώς τον εαυτό του, τη στιγμή που το χρήμα αλλάζει χέρια το ποιος είναι θεωρείται αδιάφορο, το μόνο που έχει σημασία είναι ότι μπορεί να ακολουθεί εντολές και να κάνει ότι του λένε.» (David Graeber «ΧΡΕΟΣ» Εκδόσεις ΣΤΑΣΕΙ ΕΚΠΙΠΤΟΝΤΕΣ)
Το μόνο που άλλαξε σήμερα, είναι πως η παραδοσιακή πληρωμή του εργάτη με «κουπόνια σίτισης» δεν εξαργυρώνεται σε μαγαζιά ιδιοκτησίας του εργοδότη, αλλά μέσα από την διαχείριση ενδιάμεσων εταιρειών ο εργάτης θα αγοράσει το λάχανο του από έναν μεγαλομπακάλη της γειτονιάς του.
Η πληρωμή των εργατών με κουπόνια είναι «σύννομη», και μάλιστα σύμφωνα με σχετική εγκύκλιο του υπουργείου Οικονομικών (ΠΟΛ 1219/06-10-2014), εξαιρούνται από τον υπολογισμό του εισοδήματος από μισθωτή εργασία οι διατακτικές σίτισης έως και 6 ευρώ ανά εργάσιμη ημέρα.
Υπάρχουν, όμως, και καλά νέα καθώς δεν προβλέπεται μαστίγωμα και φυλάκιση σε όσους εργάτες δεν συμμορφωθούν.
Αυτές οι πρακτικές των «ελεύθερων αγορών» θα μεταλλάξουν περαιτέρω προς το χειρότερο τις εργασιακές σχέσεις, που σε συνδυασμό με ιστορικά υψηλά επίπεδα ανεργίας, την εργασιακή εφεδρεία των εξαθλιωμένων δηλαδή, θα δημιουργήσουν έναν αλληλοσυμπλεκόμενο αυτόματο μηχανισμό φόβου, ανασφάλειας και μοιρολατρίας, αποβλέποντας στην ενεργοποίηση των συντηρητικών-αντιδραστικών αντανακλαστικών της κοινωνίας, άρα και στη συντριβή του λαϊκού κινήματος ή στην εθελοντική σκλαβιά.
Όμως, με θάρρος και σε πείσμα όλων πρέπει να αποβάλουμε την μοιρολατρία. Δεν έχει νόημα μόνο να στηλιτεύουμε. Απαιτείται βούληση για ανυπακοή. Βούληση για ρήξη με το υπάρχων οικονομικό σύστημα του καπιταλισμού, αλλιώς το τελευταίο καρφί στο φέρετρό μας, θα το έχουμε βάλει εμείς οι ίδιοι.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον “Δρόμο”, τo Σάββατο 14.10.2017