Ο Βολταίρος είπε πως το ανθρώπινο είδος είναι το μόνο που γνωρίζει ότι θα πεθάνει και ως αποτέλεσμα της γνώσης αυτής, γεννιέται ο ανθρώπινος φόβος. Κάθε που κάποιος φεύγει αφήνοντας το στίγμα του σε κομμάτια της ζωής μας, ο φόβος αυτός ξυπνά και για λίγο μας κάνει νοσταλγικούς, συναισθηματικούς, μέχρι και αφοριστικούς και απόλυτους.
Του Γιάννη Μπάκου
Κάπως έτσι αντιμετώπισε και η γενιά μας τον χαμό της σπουδαίας Dolores O’Riordan, εμβληματικής Ιρλανδής τραγουδίστριας των Cranberries. Είναι, ίσως, η πρώτη απώλεια για μας που πλησιάζουμε τα 40 και κοιτάμε τα 90s σαν την περίοδο της ενηλικίωσης και ωρίμανσης μας κι όσο αν λυπόμαστε για τον χαμό, άλλο τόσο φοβόμαστε το άγνωστο και το σκοτάδι μπροστά μας.
Η ξεχασμένη απ’ όλους μας εδώ και χρόνια Dolores έγινε η δική μας Dolores, η φωνή που μας θύμιζε την ανεμελιά της μετεφηβικής περιόδου. Ακούσαμε το ένα κομμάτι μετά το άλλο, γεμίσαμε σχόλια και posts τα newsfeeds των social media, νιώσαμε κάπως περίεργα δυνατοί και νέοι, σαν να ξαναγεννηθήκαμε και με τις πράξεις μας κάναμε γεγονός αυτό που είπε ο Επίκουρος: «O καθένας φεύγει απ’ τη ζωή σαν να‘ ρθε τώρα μόλις.»
Η Dolores τραγούδησε το πρώτο πολιτικό τραγούδι που μεταβόλισε αυτή η γενιά, το πρώτο πολιτικό τραγούδι που μας έκανε να ανατρέξουμε στις εγκυκλοπαίδειες και να ψάξουμε την ιστορία του IRA, των Bloody Sundays και να φτάσουμε μέχρι τον Bobby Sands. Το Zombie μπορεί να μην ήταν το καλύτερο τραγούδι που ερμήνευσε, ήταν όμως ένα ορόσημο της δεκαετίας και ήρθε να υπογράψει την προσπάθεια που επί χρόνια έκαναν σπουδαίοι καλλιτέχνες για να κρατήσουν το Ιρλανδικό ζήτημα ζωντανό μέσα από την μουσική, την τέχνη του λαού.
Η Dolores Mary Eileen O’Riordan, όπως ήταν το πλήρες όνομα της, γεννήθηκε στις 6 Σεπτεμβρίου του 1971 στο Ballybricken της Ιρλανδίας και ήταν το 7ο παιδί της οικογένειας των Terence και Eileen O’Riordan.
Σε ηλικία 8 ετών υπήρξε θύμα σεξουαλικής κακοποίησης από συγγενικό της πρόσωπο, ενώ στα 12 της είχε ήδη διαγνωστεί με μανιοκατάθλιψη.
Σε συνέντευξη της και αναφερόμενη στο γεγονός τόνισε «Νομίζεις ότι είναι δικό σου το φταίξιμο. Αυτό συμβαίνει. Και το έθαψα μέσα μου. Το θάβεις γιατί νιώθεις ντροπή. Σε σιχαίνεσαι. Μετά έγινα διάσημη, ήμουν μόλις 18 και η καριέρα μου απογειώθηκε. Τότε ήταν όλα ακόμη πιο δύσκολα και έφτασα στην ανορεξία. Έβαζα αυτό το προσωπείο επάνω στη σκηνή, αυτή την άσπιλη εικόνα. Ζούσα όμως με νευρική ανορεξία, με κατάθλιψη, με νευρικούς κλονισμούς». Πάλευε χρόνια με τη μανιοκατάθλιψη, τις καταχρήσεις, τη νευρική ανορεξία, τη διπολική διαταραχή αλλά και τους έντονους πόνους στην πλάτη και τη μέση της.
Το 2013 είχε προσπαθήσει να δώσει τέλος στη ζωή της, θέλοντας να γλιτώσει από τους εφιάλτες που ποτέ δεν κατάφερε να ξορκίσει, με τα τρία της παιδιά να είναι και ο λόγος που έβρισκε συνεχώς δύναμη να αναβάλει το μοιραίο.
Η O’Riordan βρέθηκε νεκρή σε δωμάτιο ξενοδοχείου στην Park Lane του Λονδίνου την Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2018 και οι φήμες την ήθελαν να βρίσκεται εκεί με σκοπό να ηχογραφήσει το “Ζombie” παρέα με τους Bad Wolves, σε μια προσπάθεια να επανέλθει στο προσκήνιο.
«Μπαίνεις, φωνάζεις. Με ζωή μοιάζεις. Νυστάζεις, βγαίνεις. Κι έτσι πεθαίνεις», λέει ο Ωσόν Σανσέλ, Γάλλος ποιητής του 19ου αιώνα, περιγράφοντας το ταξίδι μας από τη ζωή στον θάνατο.
Εμείς κάπου από το άγνωστο αυτού του ταξιδιού θα τραγουδήσουμε για άλλη μια φορά “There’s nothing simple when I’m not around you and I miss you when you’re gone”, ψιθυρίζοντας εις το επανιδείν Dolores…