Στις 21 Μαρτίου 1960 λαμβάνει χώρα η Σφαγή του Σάρπβιλ, το γεγονός που θεωρείται πως «ξύπνησε» τον ΟΗΕ αναφορικά με το θέμα των φυλετικών διακρίσεων.
Ήταν 21 Μαρτίου του 1960, όταν περίπου 7 χιλιάδες άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο αστυνομικό τμήμα του Σάρπβιλ προκειμένου να διαμαρτυρηθούν ενάντια στους νόμους φυλετικού διαχωρισμού της Νότιας Αφρικής, οι οποίοι είχαν σχεδιασθεί από την κυβέρνηση του Απαρτχάιντ για να περιορίσουν σε σημαντικό βαθμό τις μετακινήσεις τους σε περιοχές λευκών. Οι συγκεκριμένοι νόμοι όριζαν ότι όλοι οι μαύροι κάτοικοι της χώρας, άνδρες και γυναίκες, ήταν υποχρεωμένοι να διατηρούν βιβλιάρια με το όνομά τους, αριθμό φορολογικού μητρώου, καθώς και στοιχεία του εργοδότη τους.
Στην περίπτωση που κάποιος βρισκόταν σε δημόσιο χώρο και δεν έφερε το βιβλιάριο, έπρεπε να συλληφθεί και να παραμείνει στη φυλακή μέχρι 30 ημέρες. Τρεις ώρες μετά την έναρξη της, η ειρηνική διαμαρτυρία μετατράπηκε σε λουτρό αίματος Στο ξεκίνημα της διαμαρτυρίας, η αστυνομία προσπάθησε να διαλύσει το πλήθος με πολεμικά αεροσκάφη που πραγματοποίησαν χαμηλές πτήσεις, αλλά στη συνέχεια έλαβε πιο ακραία μέτρα. Όταν οι διαδηλωτές κατευθύνθηκαν προς το αστυνομικό τμήμα του Σάρπβιλ, οι αστυνομικοί δεν δίστασαν να σηκώσουν τα όπλα τους και να ανοίξουν πυρ προς το άοπλο πλήθος, σκοτώνοντας εν ψυχρό συνολικά 69 ανθρώπους, τραυματίζοντας άλλους 200.
Ο διοικητής της αστυνομίας D. H. Pienaar είπε ότι η τακτική άλλαξε, όταν πλήθος ντόπιων περικύκλωσε το κτίριο της αστυνομίας καθώς «Θα πρέπει να πάρουν ένα σκληρό μάθημα, αν κάνουν αυτά τα πράγματα».
Ο ηγέτης του Παναφρικανικού Κογκρέσου (PAC) Ρόμπερτ Σουμπούκουε δήλωσε ότι η πορεία, που έλαβε χώρα την 21η Μαρτίου 1960, αποτέλεσε την πρώτη πράξη μιας πενθήμερης ειρηνικής εκστρατείας που είχε σχεδιαστεί από μαύρους Αφρικανούς, ώστε να πείσουν την κυβέρνηση να καταργήσει το νόμο του Απαρτχάιντ. Το πλάνο ήταν οι διαδηλωτές να αφήσουν τα βιβλιάρια σπίτια τους και να παρουσιαστούν στο αστυνομικό τμήμα με σκοπό να συλληφθούν. Το αποτέλεσμα αυτής της πράξης θα ήταν οι φυλακές να γεμίσουν, το εργατικό δυναμικό να μειωθεί και η οικονομία να φτάσει σε αδιέξοδο.
Ο νόμος του Απαρτχάιντ είχε σκοπό να περιορίσει σε σημαντικό βαθμό τις μετακινήσεις των μαύρων σε περιοχές λευκών. Αποτέλεσε πολιτική των Λευκών που καθόριζε και επέβαλλε τη διάκριση των ανθρώπινων ομάδων μέσα στο κράτος της Νότιας Αφρικής βάσει φυλετικών κριτηρίων σε καθορισμένες γεωγραφικές περιοχές. Ως επίσημη κρατική πολιτική εφαρμόστηκε για πρώτη φορά από το Εθνικό Κόμμα το 1948, ως προέκταση της αποικιοκρατικής πολιτικής των Ευρωπαϊκών χωρών και καταργήθηκε στις 30 Ιουνίου 1991, επί κυβέρνησης Φρεντερίκ ντε Κλερκ, με τον Νέλσον Μαντέλα να θεωρείται η κυρίαρχη φιγούρα του αγώνα των ιθαγενών.
Μετά από τέσσερα χρόνια συνταγματικών διαπραγματεύσεων, οι πρώτες πολυφυλετικές εκλογές διεξήχθησαν τον Απρίλιο του 1994 και οδήγησαν στην εκλογή του Νέλσον Μαντέλα, πρώτου μαύρου προέδρου της Νοτίου Αφρικής. Ο όρος απαρτχάιντ χρησιμοποιείται πλέον για να υποδηλώσει κάθε πολιτική φυλετικό διαχωρισμού σε οποιοδήποτε σημείο του κόσμου, με τα ίχνη του να μην έχουν χαθεί στις κοινωνίες της Αφρικανικής ηπείρου.
Έξι χρόνια μετά τη σφαγή, η Γενική Συνέλευση του ΟΗΕ ανακήρυξε την 21η Μαρτίου ως Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη των Φυλετικών Διακρίσεων, καλώντας τους πολίτες όλου του κόσμου να ενώσουν τις φωνές τους για τα θύματα του ρατσισμού, των φυλετικών διακρίσεων, της ξενοφοβίας και της μισαλλοδοξίας.
Ο Σκωτσέζος μουσικός και ακτιβιστής Ewan Maccoll εμπνεύστηκε από την σφαγή του Σάρπβιλ, συνθέτοντας ένα τραγούδι – φόρο τιμής στα θύματα.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο ένθετο του Νόστιμον Ήμαρ στον Δρόμο της Αριστεράς, την Παρασκευή 24.3.2017