Σινεμά

Tomb Raider [κριτική]

By Νικήτας Φεσσάς

March 16, 2018

Του Νικήτα Φεσσά

Ρεαλιστικό, (περίπου) πολιτικά ορθό/μεταφεμινιστικό, και (υπερβολικά) συνοφρυωμένο reboot του επίσης rebootαρισμένου (το 2013) ομότιτλου βιντεοπαιχνιδιού με πρωταγωνίστρια τη θηλυκή διασταύρωση Indiana Jones, James Bond, Bruce Wayne, και Allan Quatermain. Όπως εξαρχής μάς υπογραμμίζει η ταινία δια στόματος της ηρωίδας της, η καινούργια Lara Croft ‘‘δεν είναι καμια σουπερηρωίδα’’. Έχει απαρνηθεί την μυθική κληρονομιά και την έπαυλη του Λόρδου πατρός της, και δουλεύει για τον επιούσιο ως ταπεινή χιπστεροντιλιβερού στο Λονδίνο, ενώ στον ελεύθερο χρόνο της κυνηγάει την αδρεναλίνη σε ρινγκ MMA. H δε Alicia Vikander (που γενικώς για τον γράφοντα ανήκει, μαζί με τη Rooney Mara, τη Saoirse Ronan, και την Elisabeth Moss σε μια νέα γενιά [αντι]σταρ που υπολείπονται σε χάρισμα ως παρουσίες επί της οθόνης) στον ρόλο είναι αρκετά μακριά από την ενσάρκωση του χαρακτήρα από την Angelina Jolie το 2001 και το 2003: δεν φοράει καυτά σορτσάκια, το μπούστο της είναι αισθητά λιγότερο τονισμένο, δεν έχει γαλανό μάτι και σαρκώδη χείλη, και η εμφάνισή της γενικώς δεν θυμίζει τόσο φαντασίωση μοναχικού άνδρα gamer, όσο Ευρωπαία CrossFitter/μανιώδη υγιεινίστρια.

Και όλα αυτά είναι καλά και άγια, και η ταινία είναι καλογυρισμένη, και χωρίς τον ορυμαγδό CGI που στοιχειώνει τα σύγχρονα blockbuster. Έχει και έναν κακό (Walton Goggins) που δεν ξεστομίζει εξυπνακίστικες ατάκες, και δεν είναι καρτούν. Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι το συγκεκριμένο είδος της pulp περιπέτειας δεν φημίζεται ούτε για τον ρεαλισμό του, ούτε για οιδιπόδειες αγωνίες, όπως αυτές που έχει η μακρυμάλλα τυμβωρύχος στην πιο πρόσφατη μεταφορά της στη μεγάλη οθόνη. Οι ιστορίες  είναι ούτως ή άλλως larger-than-life, και όχι περιπέτειες του Jason Bourne (η Vikander συμπρωταγωνίστησε στο τελευταίο κεφάλαιο της κατασκοπευτικής σειράς ταινιών). Αφορούν  γαλαζοαίματες μούμιες που ζωντανεύουν (δεν είναι τυχαίο ότι και το αντίστοιχο πρόσφατο ρεαλιστικό/μοντέρνο reboot της Μούμιας στο ίδιο στιλ πάτωσε), ιερές πέτρες και αρχαίες κατάρες.  Τουτέστιν, θέλουν την υπερβολή τους, γιατί είναι ήδη εξωφρενικές. Γενικώς αυτό που χρειαζόταν το Tomb Raider ήταν (εκτός από καλύτερες περούκες για τον Dominic West) περισσότερο fun. Τώρα αυτό περιορίζεται στο πρώτο κομμάτι της ταινίας, όπως στη σεκάνς του κυνηγητού με τα ποδήλατα στο κέντρο της Βρετανικής πρωτεύουσας, ενώ στην τρίτη πράξη, η οποία εκτυλίσσεται σε εξωτικό νησί, και όπου θα έπρεπε λογικά να ανεβαίνει το volume, περιέργως έχουμε μια μουτρωμένη και στενάχωρη αντι-κλιμάκωση.

Ωστόσο είναι καλό να βλέπουμε ένα blockbuster να ενδιαφέρεται έστω και λίγο να δώσει κάποιο βάθος στον (γυναικείο) πρωταγωνιστικό χαρακτήρα.

Βαθμολογία 2.5/5

Ευχαριστούμε τον κινηματογράφο Τρία Αστέρια για τη φιλοξενία