ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΕ ΚΡΟΤΟΥΣ ΚΑΙ ΣΙΩΠΕΣ
(Συνεργασία του Νόστιμον Ήμαρ με το Σωματείο των Εργαζομένων στα Κέντρα Πρόληψης)
Σημερινός σταθμός του Αφιερώματος «Ανάμεσα σε Κρότους και Σιωπές» είναι το βιβλίο «Τοξικομανία δι’ ηρωίνης – Η χρήση ουσιών στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις «Άγρα».
Με αυτή τη σοβαρή, λεπτομερή και γειωμένη συμβολή στη μελέτη του φαινομένου της εξάρτησης, με εστίαση στην περίοδο του Μεσοπολέμου, ο συγγραφέας, Δημήτρης Υφαντής, χρησιμοποιώντας υλικό από πρωτογενείς πηγές (αρχεία του Δρομοκαΐτειου, του Δαφνιού και του Αιγινίτειου) και προσωπικές μαρτυρίες, εισδύει σε μια εν πολλοίς άγνωστη, μεταβατική φάση της ιστορίας της τοξικοεξάρτησης και της αντιμετώπισής της στη χώρα μας. Εισάγει υπομονετικά το φαινόμενο σε κοινωνικο-οικονομικά και πολιτισμικά πλαίσια, αναλύει ιδιαίτερα τα αποτυπώματά του στην τέχνη της εποχής και, αποδομώντας μύθους, αναδεικνύει τον ρόλο της ιατρικής και της ποινικής αντιμετώπισής του στην άσκηση κοινωνικού ελέγχου: από τις επιδρομές στους δρόμους, μέχρι τους εγκλεισμούς στα ψυχιατρεία και τις εξορίες στα ξερονήσια.
Το απόσπασμα του βιβλίου, ενδεικτικό του επιπέδου έρευνας και τεκμηρίωσης, αναδημοσιεύεται εδώ με την άδεια του συγγραφέα.
Του Δημήτρη Υφαντή*
«Τοξικομανία δι’ ηρωίνης»
Εισαγωγές εξαρτημένων με διάγνωση που αφορά στα οπιούχα, κοκαΐνη και φαρμακευτικά σκευάσματα
Όπως παρουσιάστηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο οι βαθιές κοινωνικές και οικονομικές αλλαγές που πυροδότησε η βιομηχανική επανάσταση επέφεραν ριζικές αλλαγές στις σχέσεις των ανθρώπων σε όλα τα επίπεδα. Η από αιώνων σχέση τους με τις ουσίες μεταβάλλεται από σχέση χρήσης σε σχέση εξάρτησης. Οι αλλαγές αυτές οπωσδήποτε δεν έγιναν αυτομάτως, αλλά ακολούθησαν την πορεία εξέλιξης της κάθε κοινωνίας. Στην Ελλάδα, η πόλη αρχίζει να αποκτά γνωρίσματα ανάλογα των πόλεων της κεντρικής και δυτικής Ευρώπης στην περίοδο του Μεσοπολέμου. Είναι η εποχή που η χρήση και η εξάρτηση από οπιούχα και κοκαΐνη παίρνουν διαστάσεις κοινωνικού φαινομένου, όταν οι χώρες που προαναφέρθηκαν ήδη από την δεκαετία του 1880 μετρούν δεκάδες χιλιάδες εξαρτημένων μόνον από την μορφίνη. Ο Μεσοπόλεμος για την Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί ως η μεταβατική περίοδος, το «πέρασμα» από τη χρήση ουσιών στην εξάρτηση, διατηρώντας ταυτοχρόνως έντονα στοιχεία της προηγηθείσας εποχής, όπως αυτό της χρήσης του χασίς. Έτσι, η εξάρτηση από παράγωγα του οπίου και της κόκα καταγράφεται ως γνώρισμα του αστικού κέντρου, ενώ παράλληλα συναντάται η χρήση αλκοόλ, οπίου και κάνναβης, τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο. Η «κίνηση» των εξαρτημένων στις υπηρεσίες υγείας κατ’ αυτή την περίοδο είναι ενδεικτική του μεγέθους και της πορείας του φαινομένου στην Ελλάδα.
Αν και η πρώτη εισαγωγή σε ψυχιατρικό ίδρυμα εξαρτημένου από μορφίνη και κοκαΐνη εντοπίζεται το 1901, σύμφωνα με την βιβλιογραφία, από το 1925 και μετά παρατηρείται μια μικρή αλλά συνεχής αυξητική τάση εισαγωγών με διάγνωση «τοξικομανία» (Κωνσταντινίδης, 1935, σ.9). Κατά τον Γαρδίκα η ηρωίνη ήταν διαδεδομένη στις Η. Π. Α. και τις μεγάλες πόλεις της Ευρώπης, ενώ στην Ελλάδα διαδόθηκε μετά το 1922. Το 1934 ο αριθμός των εξαρτημένων υπολογίζονταν περί τις 5000 (Γαρδίκας, 1951, σ.98). Παρόμοια στοιχεία παραθέτει και ο Στριγγάρης, αναφέρει μάλιστα ότι οι «ηρωινομανείς» προέρχονταν από τον χώρο των χασισοποτών (1).
Το 1928 σημειώνεται μια θεαματική αύξηση των εξαρτημένων που εισάγονται για θεραπεία, με αποκορύφωμα το 1932, όπου στην πλειονότητά τους ήταν «νέα περιστατικά» (πίνακες 1, 2, 3, γράφημα 1). Η οικονομική κρίση του 1929 στις Ηνωμένες Πολιτείες, κατά πάσα πιθανότητα, ήταν ένας από τους σοβαρούς λόγους έξαρσης του φαινομένου, εφ’ όσον ο αντίκτυπος στην Ελληνική οικονομία εκδηλώθηκε με την μεγαλύτερη έντασή της κατά το 1932. Αντανάκλαση της οικονομικής κρίσης, σύμφωνα με στατιστικά στοιχεία, ήταν και η αύξηση των «εγκληματικών πράξεων» κατά την περίοδο αυτή (2).
Θα πρέπει επίσης να ληφθεί υπ’ όψη ότι το εισόδημα πολλών ελληνικών νοικοκυριών εξαρτιόταν από τα εμβάσματα των μεταναστών. Αξιοσημείωτο είναι ότι ακριβώς αυτή την περίοδο συναντώνται ρεμπέτικα τραγούδια με αναφορές στην ηρωίνη, την κοκαΐνη ή γενικότερα στην «πρέζα», όπως και τραγούδια ευρωπαϊκού ύφους με ανάλογη θεματολογία. Βέβαια, πολλά από τα «περιστατικά» που εισήχθηκαν για θεραπεία το διάστημα 1928-1932 είχαν ήδη μια μακρά πορεία στις ουσίες πριν φθάσουν σε κάποια υπηρεσία υγείας. Όμως, η επιλογή της συγκεκριμένης περιόδου εκ μέρους των εξαρτημένων για την «αποκάλυψη» μιας προσωπικής κρίσης, αυτή της εξάρτησης, με την αίτηση βοήθειας από υπηρεσίες υγείας, δεν μπορεί να θεωρηθεί τυχαία και ανεξάρτητη των γενικότερων συνθηκών.
Το 1936, από την δικτατορία του Μεταξά, τίθεται σε εφαρμογή ο νόμος 6025/1934 και σημειώνονται μαζικές συλλήψεις εξαρτημένων. Το τελευταίο 4μηνο του 1936 αλλά ιδιαίτερα το 1937, όταν ξεκινούν οι διώξεις και οι εκτοπίσεις των εξαρτημένων, μειώνονται κατά πολύ οι εισαγωγές. Αυτή την περίοδο παρατηρούνται επίσης χαμηλά ποσοστά εισαγωγής «νέων περιστατικών». Είναι σαφές ότι αυτοί που δεν εκτοπίσθηκαν για να αποφύγουν τη σύλληψη, δεν απευθύνονται εύκολα σε υγειονομικές υπηρεσίες.
Η κατάσταση αυτή διαρκεί έως το 1940, ενώ κατά την περίοδο της κατοχής 1941-1944 που δεν υφίστανται αυτού του τύπου οι διώξεις παρατηρείται αύξηση των εισαγωγών, χωρίς όμως να φθάσουν στα προ του 1936 επίπεδα. Οι εισαγωγές αυξάνουν κατά την Γερμανική Κατοχή (πίνακες 1 και 2), όχι μόνον επειδή οι παλαιότεροι εξαρτημένοι προσεγγίζουν τις υπηρεσίες υγείας με μεγαλύτερη ευκολία απ’ ότι τα προηγούμενα χρόνια, εξασφαλίζοντας έτσι στέγη και κυρίως τροφή, αλλά διότι εμφανίζεται μια νέα γενιά εξαρτημένων (3), αποτέλεσμα των τραγικών συνθηκών ζωής που επιβάλουν οι δυνάμεις κατοχής (4). Από τους εισαχθέντες στο Δημόσιο Ψυχιατρείο κατά τα έτη 1942-1945 το 57,6% δήλωσε διάρκεια χρήσης από 1 έως 18 μήνες. Ακόμη και εάν κάποιοι έδωσαν ψευδείς πληροφορίες σχετικά με την διάρκεια χρήσης, το στοιχείο ότι το 8,2% των εισαχθέντων ήταν ηλικίας μεταξύ 15 και 19 ετών ενισχύει την διαπίστωση ότι ένας αριθμός εξαρτημένων μυήθηκε στις ουσίες κατά την διάρκεια της Κατοχής.
Κατά το 1942 παρατηρείται μεγάλη αύξηση εισαγωγών και μάλιστα «νέων περιστατικών», οι οποίες οφείλονται εν μέρει στις συλλήψεις που προέβη η αστυνομία Αθήνας και Πειραιά και ο ακούσιος εγκλεισμός τους στο Δημόσιο Ψυχιατρείο. Από τα στοιχεία των μητρώων φαίνεται ότι η αστυνομία σε μια «επιχείρηση σκούπα» (5), η οποία ίσως όχι τυχαία ως προς την σημειολογία, ξεκίνησε την 4η Αυγούστου 1942 και διάρκεσε περίπου δύο μήνες, συνέλαβε τους «σεσημασμένους τοξικομανείς», αλλά και «υπόπτους για τοξικομανία». Αρκετοί από τους συλληφθέντες αρνήθηκαν επίμονα ότι χρησιμοποιούσαν ουσίες. Σε αυτές τις περιπτώσεις δεν υπάρχει διάγνωση, αλλά η σημείωση «υπό παρακολούθησιν».
Παραπομπές:
(1) «Μετά το 1920 παρουσιάστηκαν τα πρώτα κρούσματα και σε μας, γρήγορα όμως ξεπέρασε τον κανναβισμό και πήρε την πρώτη θέση. Το 1932 υπολογίσαμε, ότι υπήρχαν σ’ όλη την Ελλάδα ως 5000 ηρωϊνομανείς. Στην εξάπλωσή της αυτή η ηρωίνη διάλεξε τα θύματά της σχεδόν αποκλειστικά ανάμεσα στους χασισοπότες». Στριγγάρης Μιχαήλ, Ψυχιατροδικαστική, ψυχοβιολογική και ψυχοπαθολογική Εγκληματολογία, Αθήνα, 1947, σ.239.
(2) «Η στατιστική των ετών 1928-1932 υπολογίζει εις 25% τους υποτρόπους. Οι επί κλοπή πλειστάκις υπότροποι κατά την οξύτητα της οικονομικής κρίσεως (1932) ηυξήθησαν κατά 114% εν συγκρίσει προς τους του έτους 1928, όπερ δεικνύει ότι και οι καθ’ έξιν κλέπται υφίστανται την επίδρασιν της οικονομικής πιέσεως». Γαρδίκας Γ. Κ., Εγχειρίδιον εγκληματολογίας, εκδ. Δημ. Τζακά – Στεφ. Δελαγραμμάτικα, 1951, σ.315.
(3) Αρχείο Δημοσίου Ψυχιατρείου. Απόσπασμα «ιατρικού ιστορικού». «Δημήτριος Τ., αυξ. αριθ. 13977, ετών 17, ξυλοτορναδόρος. Ημέρα εισόδου 14-8-1942. Ήρξατο την χρήσιν της ηρωίνης από 10 μηνών, παρακινηθείς προς τούτο υπό φίλου, όστις του προσέφερε λέγοντάς του ότι θα του περάση η πείνα. Ημερησίως κατηνάλωνε περίπου ¼ του γραμμαρίου, δια της ρινός και μόνον, ουδέποτε μεταχειρισθείς ένεσιν ή άλλου είδους ναρκωτικόν».
(4) Θεοδωράκης Γιάννης, Υπέρ βωμών και αστείων, εκδ. Γνώσεις, 1988, σ.56.
(5) «Δόθηκε εντολή από τον αρμόδιο υπουργό να μαζευτούν, από τους δρόμους οι τοξικομανείς ή όπως λένε οι ίδιοι τον εαυτό τους, οι πρεζάκηδες, οι χασικλήδες, οι λουλάδες». Βάρναλης Κώστας, «Τοξικομανείς», Πρωΐα, έτος ΙΖ’, αρ. 17-236, 5/8/1942.
* Κοινωνιολόγος, επιστημονικά υπεύθυνος του Τμήματος Έρευνας και Εκπαίδευσης της Μονάδας Απεξάρτησης 18 ΑΝΩ.