Από τον Ρούντι Ρινάλντι
Αντικειμενικές και υποκειμενικές παράμετροι για έναν σοβαρό σχεδιασμό
Αν ήθελε κανείς να χαράξει ένα στοιχειώδη αλλά σοβαρό πολιτικό σχεδιασμό -που να ορίζει μια στάση και πράξη- αναγκαστικά θα όφειλε να σταθμίσει τρεις «συνιστώσες», μία αντικειμενική και δύο υποκειμενικές. Η αντικειμενική αφορά το νηφάλιο διάβασμα της πραγματικότητας, των αντιφάσεών της και του συσχετισμού δύναμης που διαμορφώθηκε και διαμορφώνεται. Οι υποκειμενικές αφορούν πλευρές του «αναγκαίου» και των στόχων που πρέπει να τεθούν, δηλαδή πού θέλουμε να φτάσουμε και πώς θα διανοιχτεί ένας δρόμος. Το παρόν σημείωμα στέκεται σε ορισμένες από τις πλευρές αυτών των θεμάτων.
Καθεστώς, πολιτικό σύστημα, αποαριστεροποίηση
Η μνημονική πραγματικότητα των τελευταίων 6-7 χρόνων έχει εγκαθιδρύσει ένα νέο καθεστώς στη χώρα. Αυτή έχει υποβαθμιστεί σε μια μισο-αποικία και έχει καταστραφεί μεγάλο μέρος των παραγωγικών δυνατοτήτων της, ενώ έχει εκχωρηθεί και καταρρακωθεί κάθε έννοια εθνικής και λαϊκής κυριαρχίας. Το μέλλον της έχει υποθηκευτεί για 99 χρόνια, αφού ολόκληρος ο δημόσιος πλούτος έχει δοθεί ως εγγύηση στους διεθνείς τοκογλύφους.
Θα πει κανείς -και σωστά- «γνωστά πράγματα». Έχει όμως σημασία ότι η εμπέδωση αυτού του νέου ποιοτικά καθεστώτος γίνεται με την πλήρη συναίνεση ολόκληρου του πολιτικού συστήματος που το υπηρετεί και προσαρμόζεται στις νέες συνθήκες. Αλλά όχι μόνον αυτό. Έχει ακόμα πιο ειδική σημασία ότι όλα αυτά γίνονται στο όνομα της «πρώτης και δεύτερης φοράς Αριστεράς», με την πλήρη και ολόψυχη συμβολή της. Μια αριστερή -κατά δήλωση- κυβέρνηση, βρίσκεται στη θέση του leader, της εμπροσθοφυλακής του πολιτικού συστήματος για την εμπέδωση του μισοαποικιακού μνημονιακού καθεστώτος.
Το καθεστώς αυτό υπηρετείται, λοιπόν, από μια αριστερή δύναμη, ο κεντροαριστερός λόγος και οι «αριστεροδέξιες» κορώνες αποτελούν την κυρίαρχη κρατική και μιντιακή έκφανση και η Αριστερά, από δύναμη αλλαγής, μετατρέπεται σε δύναμη συντηρητική, καθεστωτική, συστημική. Μια Αριστερά που δεν διστάζει μπροστά σε τίποτα, φτάνει να κατοικοεδρεύει στους κυβερνητικούς θώκους. Μια Αριστερά που δεν συμμαχεί απλά, αλλά συμφύεται με τη διαφθορά, τον υπόκοσμο, τον υπόλογο πασοκισμό, που κάνει όλα τα χατίρια στους ξένους προστάτες. Μα ο ΣΥΡΙΖΑ είναι Αριστερά; Δεν έχει σημασία μόνο τι είναι κάτι στην πραγματικότητα, αλλά και το πώς καταγράφεται. Το κυβερνών κόμμα πολιτεύεται και διακηρύσσει ότι είναι Αριστερά, χρεώνονται τα έργα του γενικά στην Αριστερά.
Η Αριστερά, η ενωτική και πληθυντική Αριστερά, ξανακέρδισε λίγο τις συμπάθειες του κόσμου στις αρχές του 21ου αιώνα, φάνηκε να είναι κοντά στους αγώνες και σε ορισμένες περιπτώσεις εμφανίστηκε ως δύναμη ελπίδας και προοπτικής. Συχνά όμως όταν κυβέρνησε, όπως στην περίπτωση της Ελλάδας, απογοήτευσε και γρήγορα, σχεδόν αμαχητί μετατράπηκε σε δύναμη του συστήματος. Ο κυβερνητισμός όλα τα καταβροχθίζει και προπάντων τις αυταπάτες…
Με μια έννοια, η από-αριστεροποίηση δεν σημαδεύεται μόνο από μια υποχώρηση των αγώνων και από μια πιθανή μικρή ή μεγάλη συντηρητικοποίηση και αποπροσανατολισμό, αλλά με την απώλεια από το αριστερό πολιτικό φάσμα της ιδιότητας ως δύναμη αλλαγής, ελπίδας και προοπτικής. Πρόκειται για σοβαρή ιδεολογική μεταστροφή που δεν θα τη χρεωθούν μόνον όσοι «πρόδωσαν» και κυβερνούν, αλλά εν γένει η Αριστερά. Αλλάζει το ιδεολογικό πρόσημο, το ιδεολογικό τοπίο.
Ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας διαχειρίζονται την κατάσταση προβάλλοντας μιαν επιχειρηματολογία που στηρίζεται στο ότι οι «άλλοι» είναι χειρότεροι. Πρόκειται για ψέμα. Οι «άλλοι» έκαναν την δουλειά τους. Το καθεστώς ΣΥΡΙΖΑ όχι μόνο τους αντιγράφει αλλά και τους ξεπερνά. Η οργή του κόσμου θα πάρει διαστάσεις που κανένα τέχνασμα δεν θα συγκρατήσει. Ίσως μετατραπεί και σε μίσος. Οι αντιδράσεις δεν θα γίνουν στο όνομα μιας πραγματικής Αριστεράς κόντρα στην ψευδεπίγραφη. Το ιδεολογικό τοπίο θα είναι διαφορετικό. Η από-αριστεροποίηση θα γίνει μαζικό αίτημα και θα τείνει να καταστεί όρος για το γκρέμισμα του πολιτικού συστήματος και του μισο-αποικιακού καθεστώτος στο βαθμό που αυτή η «Αριστερά» θα εγκαθιδρύεται στην ηγεσία του.
Όποιος δεν λάβει υπ όψιν του αυτό το ιδεολογικό στοιχείο, απλώς δεν θα μπορέσει να προσανατολιστεί και να αποφύγει την απομόνωση. Η Αριστερά μπορεί να ανασυνταχθεί, να επανιδρυθεί μόνο μέσα από την σύνδεσή της με τη διέξοδο και την σωτηρία της χώρας. Αν συμβάλλει σε αυτό, αν υποβοηθήσει αυτήν την διεργασία και πάρει μέρος στους αγώνες και τις αντιστάσεις που θα έχουν αυτό το στόχο, μόνο τότε και σίγουρα με νέα χαρακτηριστικά, ίσως ξανα-ανατείλει ως δύναμη ελπίδας και προοπτικής. Μέχρι τότε έχει πολλή δουλειά να κάνει, σεμνά και ταπεινά, χωρίς μεγαλοστομίες.
Ο στόχος για ένα πολιτικό κίνημα διεξόδου
Το υπάρχον πολιτικό σύστημα, σε όλες τις εκδοχές του, δεν θέλει και δεν μπορεί να παίξει θετικό ρόλο στη διέξοδο της χώρας. Έδειξε, ακόμα, πως μπορεί να ενσωματώνει και δυνάμεις που είχαν αντιμνημονιακό λόγο. Να ενσωματώνει και να μετατρέπει σε οργανικό στοιχείο του τέτοιες δυνάμεις. Επομένως, η διαιώνιση αυτού του πολιτικού συστήματος και η δράση εντός των δικών του προδιαγραφών, οι ανακατατάξεις ανάμεσα σε πλευρές του, δεν οδηγούν μακριά.
Σήμερα, δεν επαρκεί η δημιουργία ενός κόμματος ή ενός φορέα, δεν επαρκούν τα ποσοστά και οι βουλευτές που καταγγέλλουν. Σήμερα είναι ανάγκη να δημιουργηθεί ένα πολιτικό κίνημα διεξόδου. Με πλήρη συναίσθηση ότι ο χρόνος που μεσολάβησε από το 2011 και δώθε δημιούργησε νέα δεδομένα και δυσκολίες που πρέπει να ξεπεραστούν. Με επίγνωση πως κυριαρχεί μια κατάσταση έκρηξης υποκειμενισμών ποικίλης μορφής. Με επίγνωση ότι έχει χαθεί η εμπιστοσύνη στην πολιτική και ότι κυριαρχεί η αντίληψη ότι η πολιτική δεν αποτελεί ελπίδα, δεν είναι κάτι που αλλάζει τα πράγματα. Όλα αυτά ανεβάζουν το βαθμό απαιτητικότητας και έντασης μιας προσπάθειας. Όρος και λόγος ύπαρξης της Αριστεράς είναι η συμβολή σε ένα πολιτικό κίνημα διεξόδου της χώρας. Μέσα από εκεί θα μπορέσει να φανεί χρήσιμη, στην ουσία να γεννηθεί ξανά η Αριστερά, με νέα συνθήματα, ταυτότητα, ιδεολογία.
Κεντρικό καθήκον της στιγμής είναι να περιγραφούν και να δοκιμαστούν τα βαθύτερα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά ενός τέτοιου κινήματος. Να ορίσει τη θέση του σχετικά με την Ευρώπη και τις εξελίξεις που την διαπερνούν. Να ορίσει τις συντεταγμένες μιας πολιτειακής αλλαγής που θα εγγυάται την πραγματική δημοκρατία. Να θέσει τις προτεραιότητες μιας παραγωγικής ανασυγκρότησης της χώρας. Να προασπίσει την εθνική κυριαρχία και να προσδιοριστεί μέσα σε ένα ταραγμένο γεωπολιτικό περιβάλλον. Να θέσει άλλες αξίες και πρότυπα για την κοινωνική συνείδηση. Να συντονιστεί με όλες τις προοδευτικές δυνάμεις του κόσμου και ιδιαίτερα με τους πραγματικούς φίλους στην ευρύτερη περιοχή.
Ποιες είναι οι ζωντανές δυνάμεις του τόπου;
Το ερώτημα δεν είναι ακριβώς ρητορικό. Ζωντανές και φρέσκες δυνάμεις που να γίνουν φορέας μιας πρότασης δεν προκύπτουν εύκολα και αυτόματα. Χρειάζεται εντοπισμός και προσδιορισμός της κατάστασής τους, των ενδιαφερόντων τους, της ειδικής κλίσης τους κ.λπ.
Για παράδειγμα, θα μπορούσαν να προσδιοριστούν ως τέτοιες οι δυνάμεις της Αριστεράς; Οι οργανωμένοι φορείς της Αριστεράς (φυσικά δεν αναφερόμαστε εδώ σε όλο τον κόσμο που ανήκει σε αυτούς, αλλά στην κεντρική αντίληψη που τους διαπερνά) κατά βάση έχουν προσανατολιστεί διαφορετικά και φαίνεται να δίνουν μια μάχη ύπαρξης μέσω του συστήματος και της κοινοβουλευτικής αναπαραγωγής ή διάσωσής του. Αυτό, όμως, δύσκολα θα υποστήριζε κανείς ότι συνδέεται με τη διέξοδο της χώρας. Ίσα-ίσα σημαίνει εγκλωβισμό και αποπροσανατολισμό δυνάμεων. Μόνο από τον ΣΥΡΙΖΑ έχουν ξεπεταχθεί 3-4 κομματικοί σχηματισμοί που χωρίς να έχουν δώσει κανένα περιθώριο ζύμωσης και διεργασιών, οριοθετήθηκαν, έχουν όλοι πρόεδρο και ηγεσία και τραβούν για την μάχη των επόμενων εκλογικών αναμετρήσεων, ξεκομμένοι από το τι συμβαίνει στην ελληνική κοινωνία.
Παρ’ όλα αυτά, και σε πείσμα όσων συμβαίνουν, σε ολόκληρη τη χώρα υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που πραγματοποιούν μια αναγκαία «παράκαμψη» από την κεντρική πολιτική σκηνή και ασχολούνται με πιο κοντινά τους θέματα, θέματα όμως μεγάλης σημασία για την επιβίωση, την παραγωγή, τη μόρφωση, τον πολιτισμό. Σε όλη τη χώρα, σε κάθε γωνιά της, υπάρχουν κινήσεις και μικρές συλλογικότητες, άτομα που δραστηριοποιούνται με μεράκι και κέφι. Ένας διάχυτος και πλουραλιστικός τύπος δραστηριοτήτων αναβλύζει και μπορεί να εντοπιστεί στο διαδίκτυο, στον πολιτισμό, στην ονομαζόμενη κοινωνική και συνεταιριστική οικονομία, στα δίκτυα αλληλοβοήθειας και αλληλεγγύης. Αυτός ο μικρός αλλά πολυπληθής γαλαξίας είναι περισσότερο γειωμένος στην πραγματικότητα από ό,τι οι πολιτικές δυνάμεις της εκλογικής Αριστεράς, έχει κριτήριο και είναι φορέας γνώσης και πρακτικών.
Η επαφή με το δυναμικό αυτό δεν είναι εύκολη για δύο λόγους: Πρώτον, γιατί υπάρχει μια δυσπιστία προς το «πολιτικό» γενικά και δεύτερο, γιατί ο υποκειμενισμός συχνά δεν αφήνει ανεπηρέαστες ούτε αυτές τις περιοχές. Την ίδια στιγμή, η επαφή δεν είναι τόσο δύσκολη αν αφεθεί στην άκρη η «αυτοαναφορική» ταμπέλα. Στο βαθμό που κάποιος επιχειρεί την προσέγγιση σαν φορέας συμβολής και αναζήτησης και όχι «καπελώματος». Αν εκδηλωθεί μια ανιδιοτελής, αντιωφελιμιστική «ανοικτότητα» για κοινούς βηματισμούς στην αντιμετώπιση ζητημάτων. Αν εφευρεθούν «εργαλεία», γλώσσα, οπτική που να υπηρετούν την επαφή και τη συνάντηση.
Το δυναμικό αυτό είναι μέρος του κοινωνικού ριζοσπαστισμού που εμφανίστηκε με μαζικά χαρακτηριστικά και έχει υποχωρήσει μετά τα όσα έγιναν. Υπάρχει, δηλαδή, πέρα από αυτό μια μεγάλη «δεξαμενή» που μοιάζει αδρανής αλλά δεν είναι αδιάφορη. Δεν περιμένει θαύματα αλλά και δεν είναι αδιάφορη για κάθε νέα προσπάθεια και απόπειρα.
Οι εναλλακτικές δεν πέφτουν από τον ουρανό. Οικοδομούνται με επιμονή, υπομονή και προσπάθεια. Δεν είναι «ευκαιρίες» που τις αρπάζεις. Πρέπει να ζυμωθούν και να γίνουν κτήμα ευρύτατων συνόλων ανθρώπων και αυτό είναι το πραγματικά δύσκολο. Αλλά δεν υπάρχει καμιά άλλη λύση. Όσο πιο γρήγορα το κατανοήσουμε, τόσο το καλύτερο.