Γιορτή. Τρύπες. Είναι η αγάπη ένα ταξίδι από γιορτή σε γιορτή…
Το απρόσμενο είναι τοίχος παράδοξου στη μέση δρόμου που περπατάς με κλειστά τα μάτια. Πέφτεις πάνω του κι αλλάζει τη ροή στο αίμα σου, σπάει το ακουστικό σου τύμπανο και χάνεις ισορροπία και προσανατολισμό, σου ρίχνει την πίεση και ψάχνεις γι’ αλάτι ν’ αναστηθείς σε μασχάλες που έχεις αφιερωθεί και σε χείλη ανάμεσα σε πόδια που έχεις παραδοθεί.
Το απρόσμενο είναι σαν ταξίδι με κίτρινο volkswagen από γιορτή σε γιορτή αλλά και σαν πόνου κλάμα από πληγή σε πληγή. Είναι αυτή η φωτογραφία από πάνω που βρήκα τυχαία σε κάποιο ποστάρισμα στο facebook αλλά και ο σεισμός στο Νεπάλ που ούρλιαξε, ακόμη μια φορά, το τρωτό μας.
By Πρόβατο όχι Αρνί
Personal Jesus. Johny Cash. Your own personal Jesus, someone to hear your prayers…
Παλιά η Ινδία ήταν νησί. Η τεκτονική πλάκα που βρίσκεται από κάτω της όμως ήθελε να πλεύσει προς το βορρά. Ξεκίνησε την πορεία της και στη σύγκρουση με την ασιατική πλάκα δε σταμάτησε. Ενώθηκε επιφανειακά μαζί της και συνέχισε να τη σπρώχνει υπόγεια. Δημιούργησε τα Ιμαλάια που όλο και ψηλώνουν εξαιτίας αυτής της ανάγκης της για πιο κρύα κλίματα. Αποτέλεσμα της τριβής είναι ανά άτακτα χρόνια η περιοχή να γίνεται το επίκεντρο δυνατών σεισμών. Έτσι και πριν λίγες μέρες το Νεπάλ χτυπήθηκε δυνατά. Το τρέμουλο της γης δεν το άντεξαν τα σπίτια, δεν το άντεξε το βουνό, δεν το άντεξε το χιόνι. Ερείπια, μπάζα και χιονοστιβάδες πλάκωσαν ανθρώπους κι οι νεκροί ήδη ξεπέρασαν τις πέντε χιλιάδες. Ο σεισμός σε βάθος δεκαετιών ήταν αναμενόμενος. Η τραγωδία κι ο πόνος όμως είναι πάντα απρόσμενα. Και τότε καθείς στον προσωπικό του Χριστό προσεύχεται για όσους αγαπάει και όσους μισούσε, προσεύχεται για ζωές και ανάπαυση ψυχών. Ψάχνει παρηγοριά και ψάχνει ελπίδα.
Όχι πια έρωτες. Κόρε Ύδρο. Όχι πια έρωτες, δε σ’ αγαπάω πια…
Το ραδιόφωνο απ’ την αρχή του κειμένου συνεχίζει να παίζει. Απ’ τη στιγμή που μπήκα σε αυτό το δωμάτιο, σ’ αυτό το κρεβάτι πλάι στη θάλασσα, συνεχίζει να με πηγαινοφέρνει σε αισθήματα γαλανά και σε ηρεμία απροσποίητη. Κι ας λέει για το τέλος των ερώτων. Παιδικό νάζι μιας ώριμης συσκευής. Πώς να σταματήσουν οι έρωτες; Πώς οι συγκεκριμένοι έρωτες; Ξαπλωμένος με το πλάι χαζεύω το ρυτίδιασμα της αλμυρής επιφάνειας. Το χέρι στηρίζει το κεφάλι. Τις σκέψεις μου τα όμορφα που έχω ζήσει. Ύπνος χωρίς φιλί και ξύπνημα χωρίς καλημέρα; Αρνούμαι. Άλλαξε τραγούδι!
Μικρές Χαρές. Ενδελέχεια. Καυτή βροχή στα μάτια σου ξεπλένει την αλήθεια…
Το απρόσμενο δεν προαναγγέλει τον ερχομό του, δεν παίρνει τηλέφωνο να σου κλείσει ραντεβού, δεν είναι στο παγκάκι που κάθεσαι στο πάρκο κάθε μέρα. Σε βρίσκει πόνος στο στήθος σε οικογενειακό τραπέζι και ερώτηση Μεγάλης Τρίτης δίχως θεϊκή μα και δίχως ανθρώπινη απάντηση. Οι εικόνες απ’ το Νεπάλ πονάνε. Άνθρωποι απεγκλωβίζονται απ’ τα χαλάσματα κι άλλοι δε θα το κατορθώσουν ποτέ. Θυμάμαι την πρώτη ώρα υπήρχε η πληροφορία για εννιά νεκρούς. Τώρα η πληροφορία δεν αντέχει να ψελλίσει το νούμερο. Τα δάκρυα αυθόρμητα τρέχουν κι εκεί, τρέχουν και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά. Όπου γης, όπου άνθρωπος. Δεν ξεπλένουν την αλήθεια όμως. Την ετοιμάζουν για το τελευταίο περπάτημα, για το ξόδι.
It’s all tears. Him. I ‘m waiting for you to drown in my love…
Στο δωμάτιο πάλι. Ξύλινο. Μικρό. Ίσα που χωράει το κρεβάτι και μια καρέκλα στη γωνία. Δύσκολος ετούτος ο κόσμος. Από όπου κι αν τον πιάσεις, δύσκολος. Δε θα ‘πρεπε όμως. Το λιτό του χώρου μου το φωνάζει. Η μουσική λέει για αγάπες, η θάλασσα τις υποστηρίζει απέραντα, τα σκεπάσματα μαλακά σιγοντάρουν το όμορφο. Γιατί λοιπόν αφήνω στη θλίψη τους τα μέσα μου χέρσα; Γιατί δεν τα γεωργώνω; Η απάντηση θα μπορούσε να είναι εύκολη και να εμπεριέχει όλους τους λόγους: γιατί δε μ’ ερωτεύονται οι μέρες και γιατί πεθαίνουν οι άνθρωποι. Δεν είναι εύκολη όμως και μπορεί και να μην είναι η αλήθεια.
Έγινε η απώλεια συνήθειά μας. Διάφανα Κρίνα. Γλείφω το οξύ απ’ τις ρωγμές των χειλιών σου…
Ανεβάζω τον ήχο του ραδιοφώνου. Μ’ αρέσει αυτό το τραγούδι. Όπως μ’ αρέσει να γλείφω τα σκασμένα χείλη, τα ματωμένα δάχτυλα, το άνυδρο δέρμα. Έχει απογευματιάσει. Βάζω καφέ. Η θάλασσα παίρνει άλλα χρώματα, μιλάει με άλλη χροιά. Εξαιτίας της λογικής βρισκόμαστε στην κορυφή των θηλαστικών, τούτο όμως δεν κάνει άλλο απ’ το να μας δείχνει εντονότερα πόσο απροστάτευτοι και ευάλωτοι είμαστε απέναντι στη φύση και τα ξεσπάσματά της. Πολλές φορές οι απώλειές μας είναι τεράστιες, τρομακτικές. Τις συνηθίζουμε; Όχι. Πώς να συνηθίσεις την απώλεια; Πώς να πεις αντίο;
Υγ. Φωτιά στο λιμάνι. Ξύλινα Σπαθιά. Θα ‘μαι πάντα εγώ μες στο όπλο σου σφαίρα…
Το απρόσμενο έχει τη μορφή της εξέγερσης. Είναι άγριο στο βλέμμα και έχει τη φωτιά τατουάζ σε γροθιά σφιγμένη. Το απρόσμενο είναι γράμμα που στη διεύθυνση αποστολής του, σήμερα, γράφει “Βαλτιμόρη”.