Ο Ζιάντ Αμπού Ρις είναι Καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Οχάιο και συν-εκδότης της ιστοσελίδας jadaliyya.com που ασχολείται με τον Αραβικό Κόσμο και τη Μέση Ανατολή. Συζητάμε μαζί του για τις πρόσφατες εξελίξεις στην περιοχή, την άνοδο του Ισλαμικού Κράτους και τη σημασία του Κομπανί για τους Κούρδους και την Τουρκία. Επιπλέον, εξηγεί με ποιον τρόπο το Ισραήλ βρίσκεται απομονωμένο και πως αυτό επηρεάζει τον παλαιστινιακό αγώνα.
Τη συνέντευξη πήρε ο Αδάμος Ζαχαριάδης
Πως εξηγείτε την άνοδο του Ισλαμικού Κράτους στη Μέση Ανατολή;
Είναι πολλά που δεν ξέρουμε ακόμα για το Ισλαμικό Κράτος, όπως για παράδειγμα τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το δίκτυό τους. Το μόνο σίγουρο είναι ότι υπάρχουν τρεις παράγοντες, χωρίς τους οποίους κάθε εξήγηση για την άνοδό του είναι ατελής. Ο πρώτος και πιο βασικός είναι η αμερικανική εισβολή και κατοχή του Ιράκ και η επακόλουθη καταστροφή της χώρας. Δεν εννοώ απλώς τη διαδικασία «αλλαγής του καθεστώτος». Εννοώ την αποσυναρμολόγηση του ιρακινού κράτους, με πιο αξιοσημείωτη τη διαδικασία απο-μπααθοποίησης και το πολιτικό, κοινωνικό και ανθρωπιστικό κόστος αυτός της αποσυναρμολόγησης. Επιπρόσθετα, μια άλλη παράμετρος ήταν οι πολιτικές και πρακτικές αντεπανάστασης των Ηνωμένων Πολιτειών, η προσπάθειά τους για σύναψη εσωτερικών συμμαχιών και η επακόλουθη άνοδος του Νούρι Αλ Μαλίκι στη θέση του Πρωθυπουργού του Ιράκ.
Ο συνδυασμός αυτών των δυναμικών εδραίωσε τη συγκέντρωση εξουσιών στο Ιράκ σε μια μικρή κλίκα, την ανάπτυξη του σεχταρισμού ως μεθόδου διακυβέρνησης και τη ρητορική ενός πολέμου κατά της τρομοκρατίας για να τα στηρίξει. Τέλος, υπάρχει ένα παιχνίδι «μηδενικού αθροίσματος» των δύο πλευρών στον συριακό εμφύλιο πόλεμο. Από τη μια πλευρά ήταν το συριακό καθεστώς και η βάναυση εσωτερική καταστολή της δίκαιης εξέγερσης ενάντια στη δικτατορία. Από την άλλη, η πολιτική των περιφερειακών δυνάμεων, με τη συγκατάθεση των διεθνών δυνάμεων, ήταν να αναπτύξουν όλα τα μέσα προκειμένου να υπάρξει καθεστωτική αλλαγή στη χώρα, ανεξάρτητα από το κόστος που αυτό θα είχε για τον συριακό λαό ή το συριακό κράτος. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσονται και οι κοντόφθαλμες πολιτικές διάσπασης και στρατικοποίησης της εξέγερσης μαζί με την ελεύθερη ροή όπλων και προσωπικού στη Συρία.
Ποια είναι η σημασία της πόλης του Κομπανί και ποιος θα είναι ο αντίκτυπος πιθανής πτώσης της;
Πέραν της τραγικής κατάστασης των κατοίκων της Συρίας και του Κομπανί ειδικότερα, η πόλη συμβολίζει τη σύνδεση της τουρκικής πολιτικής με το κουρδικό ζήτημα και το καθεστώς του Άσαντ. Από τη μια πλευρά, τόσο η πόλη όσο και τα σύνορα του Κομπανί, αντιπροσωπεύουν έναν σημαντικό κόμβο στα τουρκο-συριακά σύνορα. Από την άλλη, το Κομπανί έχει σημαντικό αριθμό κουρδικού πληθυσμού και μπορεί κανείς να ισχυριστεί ότι οι κυρίαρχες πολιτικές δυνάμεις της περιοχής έχουν μια ημί-ουδέτερη αποδοχή με το καθεστώς Άσαντ. Αυτές οι δυνάμεις για στρατηγικούς λόγους, που δεν μπορούν να αναπτυχθούν εδώ, δεν ενδιαφέρονται άμεσα να αντιπαρατεθούν με τον Άσαντ σε αυτή τη χρονική στιγμή. Η τουρκική κυβέρνηση προκειμένου να επιτρέψει τη χρήση των συνόρων της σε κούρδους μαχητές και στις δύο κατευθύνσεις, από και προς το Κομπανί, θέτει ως προϋπόθεση την ανοιχτή και άμεση αντιπαράθεσή τους με το καθεστώς του Άσαντ.
Οι κούρδοι ακτιβιστές στην Τουρκία διαμαρτύρονται, καθώς θεωρούν ότι η τουρκική πολιτική είναι εχθρική προς τις κουρδικές θέσεις. Και έτσι είναι, καθώς οι κουρδικές δυνάμεις στο Κομπανί δεν υιοθετούν την τουρκική πολιτική απέναντι στο καθεστώς Άσαντ. Προφανώς, η Τουρκία έχει ανησυχίες για την ασφάλειά της από την πιθανότητα το Ισλαμικό Κράτος να αναλάβει τον έλεγχο στα συριο-τουρκικά σύνορα. Ωστόσο, για μια σειρά από λόγους, η τουρκική κυβέρνηση αξιολογεί την ισορροπία δυνάμεων μεταξύ του καθεστώτος Άσαντ και των κουρδικών ομάδων μέσα στη Συρία πάνω από την ασφάλεια απέναντι στο Ισλαμικό Κράτος.
Το προφανές πρόβλημα είναι ότι το «παιχνίδι» παίζεται με υψηλά πονταρίσματα: την μοίρα του Κομπανί και των κατοίκων του. Αυτό που έχει σημασία να θυμόμαστε είναι ότι οι κουρδικές δυνάμεις προσπαθούν να αντεπεξέλθουν απέναντι στο Ισλαμικό Κράτος, με την ελπίδα ότι η τουρκική κυβέρνηση θα απαρνηθεί τις σημερινές της θέσεις. Αυτό είναι πιθανόν να συμβεί μόνο κάτω από την πίεση των ΗΠΑ. Αλλά σε αυτή την εξίσωση, οι Κούρδοι έχουν περισσότερα να χάσουν από ό,τι η Τουρκία. Από την άλλη, οι ομάδες των Κούρδων στη Συρία συνειδητοποιούν ότι ο δρόμος προς την αυτονομία, αντίθετα με την περίπτωση των Κούρδων του Ιράκ επί Σαντάμ Χουσεϊν, περνά περισσότερο μέσα από τη μερική συνεννόηση με το καθεστώς Άσαντ – τουλάχιστον προς το παρόν- παρά μέσα από μια ευθεία αντίθεση σε αυτό.
Πόσο πιθανόν είναι σήμερα ένα ανεξάρτητο κουρδικό κράτος;
Ένα κυρίαρχο, ανεξάρτητο κουρδικό κράτος είναι σήμερα τόσο πιθανό όσο ήταν και το 2012 ή πιο πριν. Δεν εννοώ ότι είναι αδύνατον. Ωστόσο μια τέτοια διαδικασία οικοδόμησης κράτους δεν φαίνεται να απολαμβάνει διεθνή/περιφερειακή υποστήριξη, πόσω δε μάλλον μια εσωτερική συναίνεση μεταξύ των διάφορων κουρδικών πολιτικών δυνάμεων.
Αναγκαία η αμφισβήτηση του πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία
Το Ισραήλ μοιάζει να είναι απομονωμένο. Ποια σημασία έχουν οι πρόσφατες εξελίξεις για την Παλαιστίνη;
Σίγουρα, το Ισραήλ μετά την καταστροφική, βίαιη επίθεση στη Λωρίδα της Γάζας, το περασμένο καλοκαίρι, είναι ακόμα περισσότερο απομονωμένο στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης, παρά τη συνεχιζόμενη, άνευ όρων πολιτική, στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη που δέχεται από την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Αυτό γίνεται εμφανές μέσα από την αυξανόμενη υποστήριξη που έχει η διεθνής καμπάνια μποϋκοτάζ– απόσυρση επενδύσεων-κυρώσεις (BDS) απέναντι στο Ισραήλ αλλά και μέσα από συγκεκριμένα μέτρα ευρωπαίων πολιτικών προκειμένου να περιοριστεί ή να απαγορευτεί πλήρως το εμπόριο προϊόντων που παράγονται σε ισραηλινούς οικισμούς. Ωστόσο, είναι σημαντικό να σημειώσουμε ότι η πρόσφατη απάντηση των ΗΠΑ απέναντι στην άνοδο του Ισλαμικού Κράτους διαμορφώνεται με όρους πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία (ανεξάρτητα από το πώς εμείς μπορεί να ασκούμε κριτική σε αυτόν τον πόλεμο της τρομοκρατίας, είτε επί της αρχής είτε με όρους τακτικής).
Είναι ακριβώς ένα τέτοιο πλαίσιο που αναζητά το Ισραήλ για να νομιμοποιήσει τη συνεχιζόμενη κατοχή και τον εποικισμό των παλαιστινιακών περιοχών από το 1967, τον αποκλεισμό και την πολιορκία της Λωρίδας της Γάζας και την επεισοδιακή, χωρίς διακρίσεις, ολοκληρωτική καταστροφή περιοχών με άμαχο πληθυσμό. Αυτή δεν είναι μια νέα κατάσταση αλλά μάλλον μια επιστροφή στο status-quo του μετά-το-2001 κόσμου. Για να το θέσουμε διαφορετικά, είναι αναγκαίο – και όχι μόνο για χάρη του Παλαιστινιακού ζητήματος– να σταθούμε κριτικά και να αμφισβητήσουμε αυτήν την εκ νέου ανάδυση του λόγου για την τρομοκρατία και του πολέμου ενάντια στην τρομοκρατία.
Σε κάθε περίπτωση, βρισκόμαστε σε ένα σημείο τομής, όπου την ίδια στιγμή ο ιμπεριαλισμός των ΗΠΑ, η ισραηλινή εποικιστική αποικιοκρατία και ο αραβικός απολυταρχισμός ισχυρίζονται ότι διεξάγουν πολέμους ενάντια στην τρομοκρατία, χωρίς στην πραγματικότητα να ενδιαφέρονται για τη ζωή των πληθυσμών που βρίσκονται υπό το καθεστώς τους και σίγουρα χωρίς αληθινή ή αυθεντική δέσμευση για το τέλος της τρομοκρατίας σε όλες της τις μορφές (κρατικής και μη κρατικής, αντί-αμερικανικής ή φίλο-αμερικανικής).