ΚΟΛΟΡΑΝΤΟ, Η.Π.Α
Το Νοέμβριο του 2012, η Πολιτεία του Κολοράντο έγινε η 1η Πολιτεία των ΗΠΑ που νομιμοποίησε την χρήση μαριχουάνας για ψυχαγωγική χρήση (recreational use), ενώ τον Ιανουάριο του 2014, οι πωλήσεις μαριχουάνας για ψυχαγωγικούς λόγους, έγιναν επίσημα νόμιμες όταν άνοιξε το πρώτο κατάστημα λιανικής πώλησης. Παράλληλα, ήδη απο το 2000 είχε νομιμοποιηθεί η πώληση ιατρικής μαριχουάνας, κάτι που συμβαίνει και σε άλλες 22 Πολιτείες των ΗΠΑ.
Συγκεκριμένα στο Κολοράντο, οι ενήλικες άνω των 21 ετών μπορούν να κατέχουν έξι φυτά, μπορούν να κατέχουν νόμιμα μέχρι 28 γραμμάρια κάνναβης ενώ ταξιδεύουν αλλά και να δώσουν ως δώρο μέχρι 28 γραμμάρια σε άλλους πολίτες ανω των 21 ετών. Επίσης προβλέπεται η έκδοση αδειών εγκαταστάσεων καλλιέργειας, εγκαταστάσεις παραγωγής του προϊόντος, εγκαταστάσεις δοκιμών, καθώς και καταστήματα λιανικής πώλησης. Τέλος, οι επισκέπτες και οι τουρίστες στο Κολοράντο μπορεί να χρησιμοποιήσουν και να αγοράσουν μαριχουάνα. Για να παρακολουθεί την αγορά και για να συλλέγει τους φόρους, το Κολοράντο απαιτεί από όλους τους παραγωγούς και τους πωλητές να πιστοποιούν τα προίοντα τους απο τον σπόρο μέχρι την πωλήση με κίτρινες ετικέτες, τις λεγόμενες “canary-yellow RFID tags”.
Το 2014, η νόμιμη μαριχουάνα στο Κολοράντο ήταν μια βιομηχανία 700 εκατομμυρίων δολαρίων. Οι λιανικές πωλήσεις έφτασαν τα 386 εκ. δολάρια από την ιατρική μαριχουάνα και τα 313 εκ. δολάρια για ψυχαγωγικλη χρήση. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβλέψεις, ο τζίρος της αγοράς λιανικής πώλησης αναμένεται να φτάσει 1 δις δολάρια ως το 2016. Αυτά τα δύο τμήματα της αγοράς απέφεραν μόνο το 2014, 63 εκατομμύρια δολάρια από φορολογικά έσοδα, και επιπλέον 13 εκατομμύρια δολάρια από άδειες και τέλη.
Πολύ σημαντικό στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι το 15% του ειδικού φόρου κατανάλωσης επί των πωλήσεων μαριχουάνας έχει οριστεί να προορίζεται για τα δημόσια σχολεία μέσω του προγράμματος επιχορήγησης «BEST-Building Excellent Schools Today». Από την 1η Ιανουαρίου 2014, 15,6 εκ. δολάρια έχουν συλλεχθεί από φόρους τα οποία προορίζονται ειδικά για τα δημόσια σχολεία μέσω αυτού του προγράμματος. Τα δεδομένα από το Τμήμα Εσόδων του Κολοράντο δείχνουν ότι ο ο φόρος κατανάλωσης μαριχουάνας, έφεσε πάνω από 2,3 εκατομμύρια δολάρια σε έσοδα για το δημόσιο εκπαιδευτικό σύστημα τον Ιανουάριο του 2015, ποσό που είναι 10 φορές μεγαλύτερο από τα φορολογικά έσοδα που προέκυψαν για τα σχολεία τον Ιανουάριο του 2014, τα οποία έφεραν μόνο σε 195.318 δολάρια. Βλέπουμε επομένως ότι εκτός από τον έλεγχο της παραγωγής και την πώληση της μαριχουάνας, πολύ σημαντικό στοιχείο αποτελεί η αύξηση των εσόδων για τα υποχρηματοδοτούμενα προγράμματα, όπως ήταν το «BEST».
Αλλά οι επιχειρήσεις μαριχουάνας του Κολοράντο δεν απολαμβάνουν όλων των διευκολύνσεων καθώς δεν δικαιούνται εκπτώσεις φόρου όπως συμβάινει με άλλες επιχειρήσεις, κάτι το οποίο περιορίζει τα κέρδη τους. Οι τράπεζες είναι επίσης διστακτικές στο να συνεργαστούν επιχειρηματικά με τη βιομηχανία μαριχουάνας υπό τον φόβο μιας ομοσπονδιακής καταστολής. Βέβαια, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έχει ήδη λάβει μέτρα – έστω και μικρά – ώστε να βοηθήσει στην ενσωμάτωση της βιομηχανίας μαριχουάνας με την υπόλοιπη αγορά.
Σχετικά με τις φωνές ανησυχίας που ακουγόντουσαν περί πιθανής αύξησης εγκληματικότητας, τα στοιχεία δείχνουν το αντίθετο. Καταρχάς, τα θανατηφόρα τροχαία ατυχήματα στην πολιτεία δεν έχουν αυξηθεί, αλλά αντίθετα είναι κάτω από το μέσο όρο της προηγούμενης δεκαετίας. Το περασμένο έτος, το πρώτο πλήρες έτος της νομιμοποίησης στο Κολοράντο, οι ανθρωποκτονίες μειώθηκαν 24% στο Ντένβερ, οι ληστείες μειώθηκαν 3% και οι διαρρήξεις μειώθηκαν 9,5%. Συνολικά, το βίαιο έγκλημα μειώθηκε 0,7 τοις εκατό, και τα εγκλήματα κατά της ιδιοκτησίας έπεσαν κατά 2%. Λόγω αυτής της μείωσης της εγκληματικότητας, εξοικονομήθηκαν οικονομικοί πόροι που προορίζονται για την καταπολέμηση του εγκλήματος.
Ακόμα κι αν η Πολιτεία του Κολοράντο νομιμοποίησε τις πωλήσεις, οι πόλεις στο Κολοράντο μπορούν ακόμα να απαγορεύσουν τόσο την κανναβη τόσο για ιατρική όσο και για ψυχαγωγική χρήση. Ενώ τα μεγάλα αστικά κέντρα της πολιτείας, συμπεριλαμβανομένου του Ντένβερ και το Fort Collins, επιτρέπουν και τους δύο τύπους των πωλήσεων, τα 3/4 της Πολιτείας απαγορεύουν την χρήση για αναψυχή, μια υπενθύμιση του πόσο νέα αυτή η αγορά εξακολουθεί να είναι.
ΟΛΛΑΝΔΙΑ
Η Ολλανδία ήδη απο το 1976 εφάρμοσε πολιτική ανοχής στο θέμα της κάνναβης. Η Ολλανδική πολιτική για τα ναρκωτικά διακατέχεται απο την ιδέα ότι κάθε άνθρωπος μπορεί να αποφασίσει σχετικά με τα θέματα της δικής του υγείας του. Οι Ολλανδοί θεωρούν τον κανόνα αυτό ως θεμελιώδη κάτι που φαίνεται και στην δυνατότητα ελεγχόμενης αυτοκτονίας (εκούσια ευθανασία), για ασθενείς τελικού σταδίου. Μια άλλη ιδέα που καθοδηγεί την ολλανδική νομοθεσία για τα ναρκωτικά είναι μια πεποίθηση ότι κρύβοντας τα κοινωνικά αρνητικά φαινόμενα δεν τα κάνεις να εξαφανιστούν αλλά το αντίθετο, τα κάνεις χειρότερα, αφού δεν μπορείς να τα έλεγχεις.
Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι η κάνναβη είναι νόμιμη στην Ολλανδία, όμως τυπικά δεν είναι. Στην Ολλανδία δεν υπάρχει ενεργή δίωξη κατά των χρηστών μαλακών ναρκωτικών όπως η μαριχουάνα, το χασίς κλπ, αλλά οι ίδιες οι ουσίες διατηρούνται παράνομες. Η Ολλανδία ακολουθεί την αρχή της ανοχής. Αυτή η πολιτική ανοχής έχει τα όριά της καθώς δεν επιτρέπεται κάποιος να κατέχει πάνω από 5 γραμμάρια κάνναβης σε δημόσιο χώρο ή πάνω από 30 γραμμάρια σε έναν ιδιωτικό χώρο, ενω δεν μπορεί να καλλιεργεί πάνω απο 5 φυτά για προσωπική χρήση. Παραγωγή, καλλιέργιες μεγάλης κλίμακας, εμπορία και αποθήκευση κάνναβης εξακολουθούν να αποτελούν ποινικό αδίκημα.
Η πώλησή της, αν και τεχνικά παράνομη, ουσιαστικά είναι ευρέως ανεκτή υπό την προϋπόθεση ότι αυτό συμβαίνει με ένα περιορισμένο και ελεγχόμενο τρόπο, δηλαδή μόνο σε coffee shops, με ορισμένες προυποθέσεις, όπως : ανώτατο όριο αγοράς αυτό των 5 γραμμαρίων, πώληση επιτρεπτή μόνο σε ενήλικες, απαγόρευση εισόδου ανηλίκων στα coffee shops, απαγορευμένη την διαφήμιση της κάναβης και με ανώτατο όριο αποθήκευσης 500 γραμμαρίων ανά coffee shop. Η βιομηχανία της κάνναβης στην Ολλανδία που περιστρέφεται γύρω από τα coffee shops, εκτιμάται ότι είναι αξίας άνω των 2 δις € ετησίως.
Αξίζει να σημειωθεί η αλλαγή που έγινε με έναν νόμο του 2010, βασει του οποίου οι δήμοι μπορούν να επιβάλλουν ρύθμιση για τα coffee shops έτσι ώστε να πωλούν μόνο σε κατοίκους Ολλανδίας που διαθέτουν τον ειδικό αριθμό κατοίκου. Αυτός ο νόμος πέρασε απο το Κοινοβούλιο τον Μάιο του 2011 αλλά εφαρμόζεται κυρίως στον Νότο, ενώ στο Άμστερνταμ και σε άλλες πόλεις αυτό το μέτρο δεν εφαρμόζεται.
Το σημαντικό πρόβλημα είναι ότι η Ολλανδία δεν έχει καταφέρει να λύσει το ζήτημα της ελεγχόμενης προμήθειας της κάναβης. Ενώ η μεγάλης κλίμακας καλλιέργεια και το εμπόριο μαριχουάνας απαγορεύεται και διώκεται, παραμένει το ερώτημα πώς τα coffee shops σε όλη τη χώρα μπορούν να προμηθεύονται την κάναβη που πωλούν. Αυτό το πρόβλημα συνοψίζεται στο παράδοξο της μπροστινής/πίσω πόρτας (front door/back door paradox). Front door είναι η φανερή όψη των coffee shops, αυτή με τις φορολογημένες πωλήσεις κάνναβης σε πελάτες και τουρίστες. Αλλά η άλλη όψη των coffee shops, αυτη που δεν φαίνεται,η back door, είναι ότι τα coffee shops αγοράζουν τεράστιες ποσότητες κάνναβης από μια εντελώς μη ρυθμιζόμενη αγορά που είναι ακόμα εντελώς ανεξέλεγκτη.
Η πολιτική για την κάνναβη στην Ολλανδία βρίσκεται σε μια δύσκολη φάση, με τις πολιτικές για την κατανάλωση και για τα coffee shops να μην συνδιάζονται ρυθμιστικά με την παραγωγή και την προσφορά της μαριχουάνας για αυτές τις επιχειρήσεις. Το παράδοξο της μπροστινής πόρτας / πίσω πόρτας δημιουργεί δύο επιλογές. Η πρώτη επιλογή είναι απλά να καταργηθεί το σύστημα των coffee shops που έχει γίνει συνώνυμο με την ολλανδική φιλελεύθερη προσέγγιση στη ρύθιση της κάνναβης, ενώ η άλλη είναι να τεθεί σε εφαρμογή ένα κανονιστικό πλαίσιο για την προμήθεια και την παραγωγή, έτσι ώστε να ευθυγραμμιστεί σωστά η όλη προσέγγιση.
Η έλλειψη ρύθμισης της καλλιέργειας κάνναβης, έχει μια σειρά από αρνητικές επιπτώσεις, όπως ότι η μέση τιμή της κάνναβης έχει αυξηθεί τα τελευταία χρόνια, ενώ η σύνθεση και η ποιότητά της έχει χειροτερέψει, εκθέτοντας τους χρήστες σε αυξημένους κινδύνους για την υγεία. Όμως το σημαντικότερο πρόβλημα παραμένει το οργανωμένο έγκλημα.
Αν και η έκταση των επιπτώσεών του οργανωμένου εγκλήματος στην αγορά της κάνναβης στην Ολλανδία είναι ακόμα ασαφής, έχει αναφερθεί ότι μόνο στο Άμστερνταμ περίπου 21 εκ. έως 42 εκ. € είναι τα αφορολόγητα ετήσια κέρδη για τις εγκληματικές οργανώσεις που εμπλέκονται στην προσφορά της αγοράς κάνναβης.
Η ρύθμιση της καλλιέργειας και της παροχής υπηρεσιών θα μπορούσε να κάνει πολλά για την καταπολέμηση του οργανωμένου εγκλήματος στην Ολλανδίας. Θα έχει επίσης το πρόσθετο πλεονέκτημα της δημιουργίας εσόδων για τις πόλεις και τους δήμους, ενώ παράλληλα το ολλανδικό κράτος εξοικονομεί ένα μεγάλο χρηματικό ποσό από την επιβολή του νόμου. Η αστυνομία και το σύστημα ποινικής δικαιοσύνης θα μπορούσε να εξοικονομήσει 160-200 εκατομμύρια το χρόνο, ενώ οι φόροι κατανάλωσης θα μπορούσαν να φέρουν επιπλέον € 260-300 εκατομμύρια.
Τον Μάιο του 2013, 54 δήμαρχοι με επικεφαλής τον δήμαρχο του Μααστρίχτ συνέταξαν ένα μανιφέστο, το οποίο καλεί την κυβέρνηση να ακούσει τις απόψεις των δήμων συνάπτοντας ένα εθνικό σύστημα πιστοποιημένης και ρυθμιζόμενης καλλιέργειας κάνναβης που θα φέρει τέλος στα εγκληματικά δίκτυα που είναι υπεύθυνα για την καλλιέργεια μαριχουάνας. Σε περίπτωση που ένα τέτοιο μανιφέστο πετύχει, η Ολλανδία θα μπορούσε και πάλι να είναι στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής νομοθεσίας μαριχουάνας και θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο για πιο αποτελεσματικές πολιτικές πρωτοβουλίες για την Ευρώπη.
Μια άλλη πρόταση κατατέθηκε απο το ολλανδικό Δημοκρατικό Κόμμα «D66» , το οποίο πρότεινε και αυτό μια προοδευτική μεταρρύθμιση. Εάν αυτή γίνει αποδεκτή, θα νομιμοποιήσει την μεγάλης κλίμακας παραγωγή, πώληση και διανομή της κάνναβης στην Ολλανδία, επιτρέποντας ειδικές άδειες που θα επιτρέπουν την παραγωγή μεγάλης κλίμακας κάνναβης για προσεκτικά εγκεκριμένες εταιρείες που θα μπορούσαν να εγγυηθούν κορυφαία ποιότητα κάνναβης χωρίς φυτοφάρμακα.
Το 2013, στατιστικά στοιχεία σχετικά με τις απόψεις του ολλανδικού λαού για την αποποινικοποίηση της κάνναβης, έδειξαν ότι τουλάχιστον το 65% των Ολλανδών θεωρούν ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα της Ουρουγουάης, η οποία το 2014 ενέκρινε ένα νόμο για τη ρύθμιση της χρήσης, την καλλιέργεια, την πώληση και την επεξεργασία της κάνναβης.