“Δεν πρόκειται περί δικτατορίας, πρόκειται περί της πραγματικότητας…”
(Η κυβερνητική εκπρόσωπος Σοφία Βούλτεψη, Αθήνα, Δεκέμβριος 2014)
Το χρήμα δεν είναι πλούτος. Και θα εξηγήσω τι εννοώ με την παρακάτω λογική άσκηση. Έστω ότι υπάρχουν άνθρωποι που κάθονται -άνεργοι- στους καναπέδες τους από τη μία, και άδεια εργοστάσια με μηχανήματα που σκουριάζουν από την άλλη. Επινοεί κάποιος ένα τυπωμένο κομμάτι χαρτί (ή πιστωτικές μονάδες σε έναν υπολογιστή), πείθει τους ανθρώπους -ή επιβάλει με το νόμο- την ανταλλαξιμότητά του με αγαθά και υπηρεσίες, και έτσι καταφέρνει να “ξεγελάσει” αυτούς τους ανθρώπους και να τους βάλει μέσα στο εργοστάσιο να δουλέψουν τα μηχανήματα.
Αυτοί οι άνθρωποι βουτηγμένοι στην πλάνη τους, παράγουν προϊόν, το οποίο είναι ο πραγματικός πλούτος. Αυτό είναι το νόμισμα, και αυτή είναι η οικονομία. Το χρήμα, λοιπόν, από μόνο του, δεν έχει καμία αξία. Δεν είναι κάτι αληθινό. Είναι ένα προϊόν πολιτικής φαντασίας. Χρησιμοποιείται από αυτόν που κάθε φορά το χειρίζεται, ώστε να ενεργοποιηθεί και να καθοδηγηθεί η παραγωγή του πλούτου.
Η ελληνική οικονομία ως σύνολο, συμμετέχει από το 2002 (ή 1999) σε ένα οικονομικό παιχνίδι στημένο με τους όρους της Ευρωζώνης όπως την ξέρουμε. Άλλαξε τη δομή της, από τις πιέσεις της διαφοράς ανταγωνιστικότητας και -πίστεψε ότι- βρήκε έναν ρόλο στον ευρωπαϊκό καταμερισμό εργασίας. Αυτός ο ρόλος εξαρτιόταν από μεγάλα εμπορικά ελλείμματα, ως προϋπόθεση για την ανάπτυξη της ευρωζώνης ως σύνολο. Παρείχε τη ζήτηση που χρειαζόταν η ευρωπαϊκή (κυρίως γερμανική) βιομηχανία, δηλαδή αποτελούσε “πελάτη” για προϊόντα υψηλής τεχνολογίας, τα οποία δεν μπορούσε η ίδια να παράγει.
Αυτό, αναπόδραστα, οδήγησε σε έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, που συνέχισε να τροφοδοτείται την περίοδο της χρηματοπιστωτικής φούσκας από κεφαλαιακές ροές προς τη χώρα: κέρδη των βιομηχανιών του βορρά, που ψάχνοντας υψηλές αποδόσεις, οι ευρωπαϊκές τράπεζες προωθούσαν προς την Ελλάδα. Συγκεκριμένα, ενώ οι ροές αυτές σε άλλες αδύναμες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας τροφοδότησαν φούσκες στην κτηματαγορά, στην Ελλάδα κατευθύνθηκαν κυρίως προς το δημόσιο δανεισμό που με τη σειρά του διογκωνόταν ως πάροχος ενεργού ζήτησης, αναγκαστικά, καθ’ ότι ο ιδιωτικός τομέας υπέφερε και πέθαινε υπό τις πιέσεις της έλλειψης ανταγωνιστικότητας, μη έχοντας πλέον το νόμισμα ως σύμμαχο, αλλά ως εχθρό.
Όμως, κουτσά-στραβά, υπήρχε μία αγορά στην Ελλάδα. Υπήρχε πρωτογενής παραγωγή (χτυπημένη από την κοινή αγροτική πολιτική), υπήρχε μεταποίηση (χτυπημένη από το έλλειμμα ανταγωνιστικότητας λόγω χαμηλού τεχνολογικού επιπέδου), παροχή υπηρεσιών (αχ αμαρτία μου), και φυσικά κατανάλωση.
Και ύστερα ήρθε το Κραχ. Οι τράπεζες του ευρωσυστήματος, βαθιά χρεοκοπημένες από το βάρος τοξικών χρηματοπιστωτικών προϊόντων που κουβαλούν ακόμα στους ισολογισμούς τους, από το 2007-2008 ζουν υπό τον τρόμο του επόμενου πανικού και της κατάρρευσης. Όταν άρχισαν υπό το βάρος της έλλειψης ρευστότητας να αναστρέφουν τις προαναφερθείσες κεφαλαιακές ροές, η ύφεση άρχισε να εμφανίζεται στη “στεγνωμένη” πλέον Ελλάδα. Όταν ο πανικός γύρω από τα ελληνικά ομόλογα άρχισε να ξεδιπλώνεται, φάνηκε η ανάγκη για την Ελλάδα να κηρύξει στάση πληρωμών και να αναδιαρθρώσει το χρέος της.
Αν όμως η Ελλάδα χρεοκοπούσε, ως όφειλε βέβαια, θα ξεκινούσε ξανά ο πανικός για τις τράπεζες, αναδεικνύοντας τη βαθιά τους χρεοκοπία, συνεπικουρούμενος από τις ντόμινο χρεοκοπίες και αναδιαρθρώσεις χρεών κι άλλων αδύναμων χωρών της ευρωζώνης. Οι κυβερνήσεις που ήταν υπεύθυνες για τη σταθερότητα αυτών των τραπεζών έπρεπε να το σταματήσουν αυτό. Έπρεπε να διασώσουν τις τράπεζες με τις οποίες τα κράτη είχαν πλέον αμαρτωλό εναγκαλισμό, όπως πάμπολλες φορές συνέβη με χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, αρχής γενομένης το 2007 με τη διάσωση της Nothern Rock. Το 2010 όμως, αυτό ήταν πλέον πολιτικά πολύ βαρύ, και οικονομικά σχεδόν αδύνατον λόγω του μεγέθους των επισφαλειών των τραπεζών.
Κάπως έτσι επινοήθηκε η “διάσωση της Ελλάδας”, που δεν ήταν τίποτα άλλο από μία έμμεση χρηματοδότηση των τραπεζών που κατείχαν το χρέος της. Οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν για να περιοριστούν οι απώλειες και να κατασχεθεί ο πλούτος της χώρας προς αποπληρωμή χρέους που δεν μπορεί να αποπληρωθεί είναι πιο γνωστές απ’ ότι θα θέλαμε.
Δημοσιονομική πολιτική υπαγορευμένη από τα μνημόνια, νομισματική πολιτική ασκούμενη από την ΕΚΤ, επενδυτική πολιτική ανύπαρκτη, έκαναν πλέον αδύνατη την παροχή της “πλάνης” που χρειάζεται η ελληνική οικονομία για να παράγει προϊόντα και υπηρεσίες, και να βρεθεί σε ικανότητα εξυπηρέτησης του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, προκαλώντας τη μεγαλύτερη ύφεση στην οικονομική ιστορία εν καιρώ ειρήνης. Το μόνο που κάνει η εφαρμογή των πολιτικών αυτών είναι να φροντίζει για την κατάσχεση κάθε πολύτιμου περιουσιακού στοιχείου που μπορεί να βρίσκεται πάνω σε ελληνικό έδαφος. Συμπεριλαμβανομένων και των ανθρώπων.
Η μνημονιακή παράταξη αποτελούμενη από την παλαιά κομματοκρατία και τον όψιμο νεοφιλελευθερισμό, χρησιμοποιώντας από τη μία το προϋπάρχον σύστημα εξουσίας, παπαγάλους των ΜΜΕ, αλλά και ειλικρινείς αναλώσιμους ζηλωτές όπως ο Γεωργιάδης και ο Τζήμερος, εγκλώβισε ιδεολογικά το κοινό της με ιδεολογικά και ηθικά αφηγήματα για χρέη, δανειζόμενους, μπαταχτσήδες,· θυσίες, προσπάθειες και εθνικές δόξες. Και ο λαός είναι πάντα επιρρεπής στο συναισθηματικό χειρισμό.
Η παράταξη αυτή καθοδηγήθηκε από την ευρωπαϊκή ελίτ της οποίας είναι αδιαμφισβήτητη μαριονέτα, και από την εγχώρια ολιγαρχία, που πίστεψε ότι η εσωτερική υποτίμηση και ο αποπληθωρισμός θα της δώσει την ευκαιρία που πάντα ονειρευόταν, για υπερκέρδη και εκμετάλλευση του εργατικού δυναμικού. Η ανάπτυξη που προσδοκούσε αυτή η εγχώρια πλουτοκρατία σε συνεργασία με την πολιτική κλεπτοκρατία δεν ήρθε ποτέ, γιατί ήταν βασισμένη στην πολύ κοντόφθαλμη και απάνθρωπη λογική της. Όμως όσο σκληρή κι αν είναι μία ολιγαρχική ιδεολογική καταπίεση, όλοι είναι καταδικασμένοι κάποια στιγμή να βρεθούν αντιμέτωποι με την πραγματικότητα. Το μόνο ερώτημα είναι πόσες “καθυστερήσεις” μπορεί να παίξει η ψευδαίσθηση.
Ναι, κυρία Βούλτεψη, η πραγματικότητα είναι δικτατορική: είναι απαράβατος νόμος των οικονομικών (και της λογικής) ότι χρέος που δεν μπορεί να αποπληρωθεί, δεν πρόκειται να αποπληρωθεί. Η πραγματικότητα αυτή κυοφορεί. Και η αλήθεια πρέπει το συντομότερο δυνατόν να αποκαλυφθεί, για να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε. Όσο περισσότερο καθυστερούμε τον τοκετό, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες για μια ακροδεξιά τερατογένεση.