Στην προεκλογική περίοδο του Σεπτέμβρη τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που συμμετέχουν σε τηλεοπτικά πάνελ ή παραχωρούν συνεντεύξεις σε ραδιόφωνα κι εφημερίδες, επικαλούνται τον κεντρικό προπαγανδιστικό πλάνο του κόμματος που ο Αλέξης Τσίπρας εγκαινίασε μετά την επίσημη διάλυση της βουλής. Ότι δηλαδή δεν είναι δυνατόν να συγκρίνονται οι επτά μήνες διακυβέρνησης τους με τα «σαράντα χρόνια της καταστροφής» του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.
Μάλιστα, ελλείψει σημαντικών επιχειρημάτων για πραγματικές πολιτικές απαλλαγής από τα μνημόνια του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ, οι εκπρόσωποι του ΣΥΡΙΖΑ αναφέρονται στην κριτική των υπολοίπων χαρακτηρίζοντάς τη «σκάνδαλο» και «ανήκουστη πρακτική», που φτάνει στο σημείο να «σβήνει τα εγκλήματα του παρελθόντος».
Φυσικά, η άποψη αυτή δεν «μπάζει» απλώς από παντού, αλλά αποτελεί πρόκληση για κάθε πολίτη ο οποίος χρησιμοποιεί τη στοιχειώδη ποσότητα πολιτικής ευφυΐας για να κρίνει όλα όσα ακούει από τα τέλη Αυγούστου μέχρι σήμερα. Η επίκληση της «εξαφάνισης» των καταστροφικών πολιτικών της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ τα σαράντα τελευταία χρόνια είναι και προκλητική και ανεδαφική, και οι λόγοι είναι πάρα πολύ απλοί.
Αρχικά, κι αν πάμε πίσω στο 2010, το 2012 αλλά και τον Γενάρη του 2015, θα διαπιστώσουμε ότι η ίδια ρητορική από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ προσέκρουσε στις επιλογές της ηγεσίας του κόμματος. Η αρχή των μνημονίων βρήκε τον ΣΥΡΙΖΑ να καλοδέχεται μια σειρά εργατοπατέρων του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι δεν χωρούσαν πλέον στο κόμμα του Γιώργου Παπανδρέου κι έψαχναν εναγωνίως μια πολιτική στέγη για να συνεχίσουν τον πραγματικό τους αγώνα ενάντια στα εργατικά δικαιώματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το ιδανικό καταφύγιο γι’ αυτό, κι είτε επισήμως είτε ανεπισήμως τους καλοδέχτηκε και συνέπραξε μαζί τους κατά τη διάρκεια της –τότε- δημιουργίας ενός «λαϊκού αντιμνημονιακού μετώπου» που θα καταργούσε τις καταστροφικές πολιτικές των τότε κυβερνήσεων.
Την ίδια στιγμή, ο Αλέξης Τσίπρας άνοιγε την πόρτα του κόμματός του και της κοινοβουλευτικής του ομάδας σε στελέχη και βουλευτές του ΠΑΣΟΚ οι οποίοι είτε είχαν όντως θέση και ιδέες που πραγματικά «κούμπωναν» στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ (πχ Σοφία Σακοράφα), είτε έβρισκαν απλώς μια νέα ευκαιρία να παραμείνουν στα πράγματα δίχως να λογαριάζουν ποιος θα είναι αυτή τη φορά ο «ξενοδόχος» (πχ Κουρουμπλής). Σε αυτούς προστέθηκαν στην πορεία κι αρκετά απίθανα στελέχη της γενικότερης ελληνολαϊκούρας ή του άκρατου καιροσκοπισμού (πχ Μιχελογιαννάκης, Τζάκρη, Μακρή κλπ) τα οποία είδαν φως και μπήκαν. Τόσο απλά.
Όταν ο ΣΥΡΙΖΑ σχημάτιζε κυβέρνηση και κυβερνούσε επί επτά μήνες διαπραγματευόμενος το τρίτο μνημόνιο με τους διεθνείς δανειστές της χώρας, είδαμε στα ανώτερα και ανώτατα κυβερνητικά και πολιτειακά αξιώματα ανθρώπους του πασοκικού χθες, να παίρνουν υπουργικές κι άλλες κρίσιμες θέσεις. Τρανά παραδείγματα οι Δημήτρης Μάρδας, Σπύρος Σαγιάς, Χρήστος Σπίρτζης. Μαζί τους βρέθηκαν στην κυβέρνηση δίχως πραγματικά κανέναν προφανή λόγο, άνθρωποι που όχι μόνο δεν είχαν ουδεμία σχέση με την Αριστερά αλλά αντίθετα ανέλαβαν το ρόλο της αποψίλωσής της με μοναδικό στόχο να προετοιμάσουν την προεδρική εσωκομαμτική επέλαση του Αλέξη Τσίπρα (πχ Γιάννης Πανούσης).
Οι κινήσεις της προεδρικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ να στραφεί σε συγκεκριμένα πρόσωπα αυτού του ένοχου παρελθόντος των «40 ετών καταστροφής», όχι μόνο ακυρώνουν από μόνες τους τη λογική «μη συγκρίνετε τους επτά δικούς μας μήνες με τα σαράντα δικά τους χρόνια», αλλά σε συνδυασμό με τη διαχείριση του διοικητικού προσωπικού τεράστιου φάσματος της δημόσιας διοίκησης, έδειξαν πως οι πολιτικές του παρελθόντος θα παραμείνουν ολοζώντανες για τέσσερις ακόμη δεκαετίες (και βάλε). Διότι εάν επιβραβεύεις τους εκπροσώπους του παλιού με θέσεις εξουσίας κι ευθύνης ακυρώνοντας κάθε νέα πρόταση ή προσπάθεια για να μην διαταραχθούν οι εσωτερικές ισορροπίες με αυτό το τέρας που ονομάστηκε «κοινωνικός ΣΥΡΙΖΑ», τότε το μόνο που δεν κάνεις είναι να τους τιμωρείς.
Αποκορύφωμα αυτής της πορείας επιβράβευσης του 40ετούς εγχειρήματος διάλυσης της χώρας, ήταν η επιλογή του Προκόπη Παυλόπουλου από τον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα. Ο πρώτος «Αριστερός» πρωθυπουργός της χώρας πρότεινε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας έναν από τους κατ’ εξοχήν εκπροσώπους αυτού του «παλαιού και σάπιου» πολιτικού συστήματος, σπαταλώντας μάλιστα πολύ προσωπικό χρόνο κι ενεργοποιώντας έναν ολόκληρο επικοινωνιακό μηχανισμό για να πείσει τους εσωκομματικούς διαφωνούντες για την επιλογή του. Κι όλα αυτά, ενώ την ίδια στιγμή διαφήμιζε ο ίδιος και τα στελέχη του ότι η διαπραγμάτευση με την τρόικα τούς παίρνει τόσο πολύ χρόνο που δεν μπορούν να κυβερνήσουν όπως θέλουν και να «τιμωρήσουν» τα διαπλεκόμενα συμφέροντα αυτού του τόπου. Μια επιλογή η οποία συνεχίζεται ακόμη και σε αυτήν την προεκλογική περίοδο, όταν η κουβέντα πάει στους λόγους για τους οποίους εδώ κι επτά μήνες ακούμε υποσχέσεις για το ξεκαθάρισμα στο ραδιοτηλεοπτικό τοπίο της χώρας, ή το λαθρεμπόριο πετρελαίου και τα σβησμένα πρόστιμα, ή πολλές ακόμη στρωμένες υποθέσεις κραυγαλέας διαπλοκής.
Η πρόφαση της «διαρκούς κι επίπονης διαπραγμάτευσης» είναι απλώς μια καραμέλα όπου αναμασούν όσοι δεν έχουν το θάρρος να παραδεχτούν πως καμία πολιτική πραγματικής εκκαθάρισης της διαπλοκής και τις διαφθοράς στη χώρα δεν χωρούσε σε αυτόν τον ΣΥΡΙΖΑ, όσο έβλεπε ότι οι ψήφοι των εκπροσώπων των «40 ετών καταστροφής» θα ήταν απαραίτητοι για τη συνέχιση των μνημονιακών πολιτικών.
Και κάτι τελευταίο. Η πραγματική σύγκριση της επτάμηνης διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ δεν γίνεται με τα 40 χρόνια ΠΑΣΟΚ-ΝΔ, αλλά με τα πέντε χρόνια μνημονίων. Κι αν το δούμε με καλύτερο μάτι, θα διαπιστώσουμε ότι η πορεία του Αλέξη Τσίπρα δεν είχε καμία διαφορά με αυτές των Γιώργου Παπανδρέου κι Αντώνη Σαμαρά: Υποσχέσεις για ανατροπή ή διάψευση των πολιτικών λιτότητας, βλακώδη προγράμματα που ένα νήπιο μπορούσε να διαπιστώσει ότι δεν βγαίνουν, ψηφοθηρικές δεσμεύσεις για πάταξη της διαφθοράς και αναζήτηση ευθυνών, σκίσιμο-κατάργηση-ακύρωση των μνημονίων με έναν νόμο-ένα άρθρο-σελίδα σελίδα, και τελικά ένα ακόμη μνημόνιο με δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ χρεών να προστίθενται στον λογαριασμό.
(Όλα όσα περιέγραψα παραπάνω δεν απαντούν στη ρητορική τού «όλοι ίδιοι είναι». Όλοι ίδιοι δεν είναι. Ή μάλλον δεν ήταν. Γιατί ο προεδρικός ΣΥΡΙΖΑ έχει βαλθεί να το ανατρέψει. Κι όσο τα οικονομικά επιτελεία μάς θεωρούν χάπατα λέγοντάς μας ότι το μοναδικό λάθος σε έναν νόμο για τα φορολογικά ήταν η είσπραξη των φόρων από τα κανάλια, τότε η ισοπεδωτική αυτή θεωρία πλησιάζει διαρκώς στην πραγματικότητα)
(Οι περισσότερες από τις πολιτικές πασοκοποίησης του ΣΥΡΙΖΑ έγιναν με τα στελέχη της Λαϊκής Ενότητας στο κόμμα και τα υπουργεία του. Ήταν η εποχή που τα μνημόνια και οι μνημονιακοί του παρελθόντος έρχονταν· οι σύντροφοι τα ψήφιζαν ή δήλωναν «παρών»· κι όλοι μαζί ευτυχισμένοι περνούσαν τα κατώφλια των υπουργείων και των γενικών γραμματειών)
(Μόλις ο ΣΥΡΙΖΑ μας ενημερώσει ότι για το καλό της χώρας είναι απαραίτητη η συνεργασία με τη ΝΔ, ας μας ξαναπεί για τα «40 χρόνια καταστροφής»)
(Όσοι ΣΥΡΙΖΑίοι πληγώνονται με όλα αυτά, να πάνε να πουν τον πόνο τους στον Λάμπη Ταγματάρχη. Μου έχουν πει ότι είναι πολύ καλός ακροατής)