Άρθρο του Mohamed A. El-Erian για το Project Syndicate
Κατηγορώντας τον όχι μόνο για την εκ νέου κατάρρευση της Ελληνικής οικονομίας αλλά μέχρι και για το ότι συνωμοτεί περί εξόδου της Ελλάδας από την ευρωζώνη, έχει γίνει πια της μόδας να δυσφημίζεται ο Γιάννης Βαρουφάκης, πρώην Υπουργός Οικονομικών της χώρας. Ενώ δεν τον έχω γνωρίσει ούτε του έχω μιλήσει, αλλά πιστεύω ότι λασπολογείται (όλο και περισσότερο). Κατά την διαδικασία αυτή, η προσοχή έχει απομακρυνθεί από τα κατά κόρον σημαντικά θέματα γύρω από την ικανότητα της Ελλάδας να ανακάμψει και να ευημερήσει – είτε αποφασίσει να μείνει στην ευρωζώνη, είτε να φύγει.
Για αυτόν τον λόγο είναι σημαντικό να σημειώσουμε τις ιδέες που εξακολουθεί να ασπάζεται ο Βαρουφάκης. Έλληνες και άλλοι μπορεί να τον κατηγορούν ότι προώθησε την ατζέντα του με ελάχιστη λεπτότητα, όταν ήταν υπουργός. Αλλά το πνεύμα της ατζέντας ήταν – και παραμένει – εν πολλοίς ορθό.
Κατόπιν της εντυπωσιακής εκλογικής νίκης του Σύριζα τον Ιανουάριο, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, Αλέξης Τσίπρας, διόρισε τον Βαρουφάκη για να ηγηθεί των λεπτών διαπραγματεύσεων με τους πιστωτές της χώρας.
Η εντολή του ήταν να αναδιατυπώσει αυτή την σχέση με δύο σημαντικούς τρόπους: να καταστήσει τους όρους αυτής ώστε να ευνοούν την οικονομική ανάπτυξη και την δημιουργία θέσεων εργασίας, καθώς και να αποκαταστήσει την ισορροπία και την αξιοπρέπεια στην αντιμετώπιση της Ελλάδας από τους Ευρωπαίους εταίρους και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Αυτοί οι στόχοι αντανακλούσαν την απογοητευτική και ψυχοφθόρο εμπειρία της Ελλάδας μέσα από τα δύο προηγούμενα πακέτα διάσωσης που διαχειρίστηκαν οι «θεσμοί» (η Κομισιόν, η Ευρωπαϊκή Κεντρική τράπεζα και το ΔΝΤ). Προσπαθώντας να πετύχει αυτούς τους στόχους, ο Βαρουφάκης ένιωσε ενισχυμένος από την κλίμακα της εκλογικής νίκης του Σύριζα και αισθάνθηκε υποχρεωμένος από την λογική των οικονομικών ώστε να πιέσει σχετικά με τρία θέματα που πολλοί οικονομολόγοι πιστεύουν ότι πρέπει να διευθετηθούν εάν πρόκειται να αποκατασταθεί η βιώσιμη ανάπτυξη: λιγότερη και ευφυέστερη λιτότητα, δομικές μεταρρυθμίσεις που ανταποκρίνονται καλύτερα στις κοινωνικές ανάγκες και μείωση του χρέους.
Τα θέματα αυτά παραμένουν εξίσου επίκαιρα και σήμερα, που ο Βαρουφάκης βρίσκεται εκτός κυβέρνησης, όσο ήταν και τότε που ο ίδιος τα υποστήριζε ακούραστα κατά την διάρκεια των επισκέψεων στις Ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και στις τεταμένες, ως αργά τη νύχτα, διαπραγματεύσεις στις Βρυξέλλες. Πράγματι, πολλοί παρατηρητές βλέπουν την συμφωνία για ένα τρίτο πρόγραμμα διάσωσης στην οποία κατέληξε η Ελλάδα με τους πιστωτές της – μόλις μια βδομάδα από την παραίτηση του Βαρουφάκη – ως μια από τα ίδια. Στην καλύτερη περίπτωση, η συμφωνία θα φέρει μια παροδική ανακούφιση – που πιθανότατα θα αποδειχθεί σύντομη και επιφανειακή.
Εν μέρει, η κριτική που ασκείται στον Βαρουφάκη αναδεικνύει λιγότερο την βαρύτητα των προτάσεών του παρά τον τρόπο που αυτός προσέγγισε τους συνομιλητές του. Απέχοντας από την παραδοσιακή δυαδικότητα των ειλικρινών κατ’ ιδίαν συζητήσεων και των συγκρατημένων δημόσιων δηλώσεων, επιθετικά, φανερά και ξεκάθαρα υποστήριξε την θέση του και το έκανε με έναν, όλο και πιο πολύ προσωπικό, δικό του τρόπο.
Είτε τον θεωρούσαν αφελή, είτε φιλοπόλεμο, η προσέγγισή του αδιαμφισβήτητα αναστάτωσε και εξόργισε τους Ευρωπαίους πολιτικούς. Αντί να τροποποιήσουν το δομικό πλαίσιο της πολιτικής που έχει αποτύχει επί πέντε χρόνια και δεν εκπληρώνει τους στόχους που τέθηκαν, αυτοί παρέμειναν αδιάλλακτοι εν τέλει, καταφεύγοντας στο οικονομικό ισοδύναμο της πολεμικής απειλής. Και προφανώς έκαναν σαφές στο αφεντικό του Βαρουφάκη, τον Τσίπρα, ότι το μέλλον των διαπραγματεύσεων εξαρτιόταν από το αν αυτός θα έδιωχνε τον αντισυμβατικό του υπουργό – πράγμα που έκανε, πρώτα με το να αναθέσει σε κάποιον άλλον την ηγεσία των διαπραγματεύσεων και κατόπιν με το να διορίσει έναν εντελώς νέο υπουργό Οικονομικών.
Τώρα που είναι εκτός υπηρεσίας, ο Βαρουφάκης κατηγορείται για πολλά περισσότερα από την αποτυχία του να προσαρμόσει την προσέγγισή του στην πολιτική πραγματικότητα. Κάποιοι τον θεωρούν υπεύθυνο για την νέα κατάρρευση της Ελληνικής οικονομίας, το πρωτοφανές κλείσιμο του τραπεζικού συστήματος, και την επιβολή ασφυκτικών κεφαλαιακών ελέγχων. Άλλοι καλούν για ποινικές έρευνες, χαρακτηρίζοντας την δουλειά που έκανε όσον αφορά ένα Σχέδιο Β (με το οποίο η Ελλάδα θα εισήγαγε ένα νέο σύστημα πληρωμών είτε παράλληλα με το ευρώ είτε αντικαθιστώντας το πλήρως) ως ισοδύναμο της προδοσίας.
Όμως, είτε τον λατρεύει κανείς, είτε τον μισεί (και φαίνεται πως πάρα πολύ λίγοι άνθρωποι που τον έχουν συναντήσει νιώθουν αδιάφορα για αυτόν), ο Βαρουφάκης δεν ήταν ποτέ αυτός που καθορίζει την τύχη της Ελλάδας. Ναι, ο Βαρουφάκης θα έπρεπε να έχει υιοθετήσει ένα πιο διαλλακτικό στυλ και να έχει δείξει μεγαλύτερη εκτίμηση για τις νόρμες των Ευρωπαϊκών διαπραγματεύσεων, και, ναι, υπερεκτίμησε την διαπραγματευτική δύναμη της Ελλάδας εσφαλμένα, θεωρώντας πως πιέζοντας με την απειλή του Grexit θα υποχρέωνε τους Ευρωπαίους εταίρους να αναθεωρήσουν τις βαθιά εδραιωμένες θέσεις τους. Αλλά, σε σχέση με την κατάσταση μακροσκοπικά, αυτά είναι θέματα ήσσονος σημασίας.
Ο Βαρουφάκης δεν είχε κάποιον έλεγχο στο οικονομικό χάος που κληρονόμησε ο Σύριζα όταν ήλθε στη εξουσία, μαζί με τον δείκτη ανεργίας να «αιωρείται» γύρω στο 25% και την ανεργία των νέων να παραμένει στο 50% για σημαντικό διάστημα. Δεν θα μπορούσε να επηρεάσει με κάποιο ουσιαστικό τρόπο τις εθνικές αφηγήσεις που είχαν ριζώσει βαθιά στις άλλες Ευρωπαϊκές χώρες υπονόμευοντας την ικανότητα των χωρών αυτών να προσαρμόζονται. Δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει την άποψη που κυκλοφορούσε σε κάποιους πολιτικούς κύκλους στην Ευρώπη ότι η νίκη για τον Σύριζα θα ενθάρρυνε και θα δυνάμωνε άλλα μη παραδοσιακά κόμματα ανά την Ευρώπη.
Θα ήταν, ακόμη, ανευθυνότητα του Βαρουφάκη να μην εργαστεί κεκλεισμένων των θυρών για ένα Σχέδιο Β.
Ούτως ή άλλως, το πεπρωμένο της Ελλάδας στην ευρωζώνη ήταν σε μεγάλο βαθμό – και παραμένει – στα χέρια άλλων (ιδίως της Γερμανίας, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ). Και μένει ακόμα να τεκμηριωθεί εάν ο Βαρουφάκης παραβίασε κάποιον νόμο με τον τρόπο που αυτός και οι συνεργάτες του απεργάστηκαν το «για παν ενδεχόμενο» σχέδιο τους.
Όταν ο κόμπος έφτασε στο χτένι, ο Βαρουφάκης αντιμετώπισε την δύσκολη επιλογή να συμπλεύσει με μια από τα ίδια, αν και γνώριζε ότι αυτό θα αποτύχει, ή να προσπαθήσει να επαναπροσδιοριστεί προς μια νέα προσέγγιση. Γενναία επέλεξε το δεύτερο.
Ενώ το παράτολμο ύφος του υπονόμευε τα αποτελέσματα, θα ήταν μια πραγματική τραγωδία να χαθούν από την ορατότητα τα τα επιχειρήματά του (τα οποία έχουν διατυπώσει και πολλοί άλλοι επίσης).
Αν πρόκειται η Ελλάδα να έχει οποιαδήποτε ρεαλιστική ευκαιρία για μακροπρόθεσμη ανάκαμψη και να εκπληρώσει τις θεμιτές φιλοδοξίες των πολιτών της, εκείνοι που διαμορφώνουν πολιτική πρέπει να αναδιαμορφώσουν το πρόγραμμα λιτότητας, να συνδέσουν τις αναπτυξιακές ρυθμίσεις με περισσότερη κοινωνική δικαιοσύνη με την διασφάλιση πρόσθετης ανακούφισης από το χρέος. Και αν η Ελλάδα είναι να μείνει στην ευρωζώνη (ακόμα δυσκολότερο, ακόμα και μετά την τελευταία συμφωνία), δεν θα πρέπει μόνο να κερδίσει τον σεβασμό των υπολοίπων εντός αυτής, αλλά θα πρέπει και εκείνοι να την αντιμετωπίζουν με περισσότερο σεβασμό.
* Ο Mohamed A. El-Erian είναι Επικεφαλής Οικονομικός Σύμβουλος και μέλος στην Διεθνή Εκτελεστική Επιτροπή της Αllianz, Πρόεδρος του Συμβουλίου του Προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα για την Διεθνή Ανάπτυξη. Προηγουμένως εργάστηκε ως Διευθύνων Σύμβουλος και Συν- επικεφαλής αξιωματούχος των Επενδύσεων στην PIMCO. Του αποδόθηκε η τιμή να είναι μέσα στη λίστα του Foreign Policy με τους 100 Κορυφαίους Διανοητές παγκοσμίως στα έτη 2009-2012. Το βιβλίο του «Όταν οι αγορές καταρρέουν» επελέγη ως βιβλίο της χρονιάς από τους Financial Times και την Goldman Sachs, ενώ κρίθηκε ως το καλύτερο βιβλίο του 2008 από το Economist.
Πορτρέτο του Γιάνη Βαρουφάκη από τον Βασίλη Καρύδη
Μετάφραση, αποκλειστικά για το Νόστιμον Ήμαρ : Γκουσδουβάς Χρήστος.
Επιμέλεια κειμένου – συντακτική ομάδα Ν.